Archive for Απρίλιος 2011

ΖΗΤΩΣΑΝ ΟΙ ΚΡΙΝΟΝΤΕΣ ΕΛΛΑΔΙΤΕΣ –Ένα άρθρο από τη συνεχή πάλη εναντίον της νεοκυπριακής βλακείας

26 Απριλίου, 2011

Σε εκδήλωση στην Πνευματική Στέγη Λευκωσίας, πριν από τριάντα και περισσότερα χρόνια, ζήτησε κάποιος να απαγορευτούν τα ελλαδικά βιβλία στην Κύπρο. Το επιχείρημά του ήταν ακαταμάχητο: Όταν έχουμε υπερπαραγωγή ενός προϊόντος, όπως μπανάνες ή πατάτες, απαγορεύουμε την εισαγωγή τους. Και στο θέμα των βιβλίων έχουμε αρκετούς Κύπριους συγγραφείς, δεν χρειάζεται να έρχονται βιβλία από την Ελλάδα!!! Την ίδια εποχή άλλοι ζήτησαν την απαγόρευση ελλαδικών θιάσων στην Κύπρο, για να μην τρώνε το ψωμί των ντόπιων. Όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά στον κυπριακό τύπο για θίασο από την Ελλάδα που έφτασε κοντά στα Χριστούγεννα: «ήρθε για να φάει τη γαλοπούλα του Κύπριου ηθοποιού.» Οι Κύπριοι, λοιπόν, έπρεπε να μείνουν χωρίς προτάσεις και καταθέσεις θεατρικής παιδείας εκ μέρους των ελλαδικών θιάσων, για να ευωχούνται με γαλοπούλα μεγαλύτερου μεγέθους οι θιασάρχες και οι ηθοποιοί του νησιού.

Αργότερα είχαμε και διαδηλώσεις έξω από συναυλία μουσικού σχήματος από την Ελλάδα. Αίτημα των διαδηλωτών ήταν να σταματήσει η άφιξη Ελλαδιτών καλλιτεχνών για να δουλεύουν καλύτερα οι Κύπριοι καλλιτέχνες και μουσικοί. Έγραψα, τότε, το 1986, άρθρο στο περιοδικό Αυτοδιάθεση. Οξύτατο άρθρο, ότι οι διαδηλωτές αυτοί θέλουν την Κύπρο να παραμείνει θλιβερή επαρχία για να εναρμονίζεται με το δικό τους θλιβερό επίπεδο και ότι εμείς οι υπόλοιποι δεν δεχόμαστε την αποβλακωτική λογική τους και τον επαρχιώτικο απομονωτισμό, που ήθελαν να επιβάλουν, και ζητάμε τη συνεχή πολιτιστική επικοινωνία Κύπρου – Ελλάδας.

Αργότερα, ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της κυπριακής πολιτικής ζωής, ζήτησε στο υπό ίδρυση Πανεπιστήμιο να διορίζονται/ προτιμώνται Κύπριοι. Έγραψα απάντηση σε εφημερίδα της Κύπρου ότι κριτήριο της πρόσληψης κάποιου στο Πανεπιστήμιο είναι κάτι πολύ απλό και ουσιαστικό: προσλαμβάνεται ο καλύτερος στο γνωστικό αντικείμενο που θα διδαχθεί, μακάρι λοιπόν να υποβάλουν αίτηση πολλοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αν γνώριζαν την ελληνική που θα ήταν η γλώσσα διδασκαλίας των μαθημάτων, και ότι η αποκλειστική πρόσληψη, ή απλώς η προτίμηση Κυπρίων, σήμαινε διολίσθηση του κυπριακού πανεπιστημίου προς την οπισθοδρόμηση και τον επαρχιωτισμό.
Αργότερα, με θέμα τη μετάδοση των εκπομπών της Ελληνικής Τηλεόρασης στην Κύπρο, πολλοί κινητοποιήθηκαν εναντίον, γράφτηκαν άρθρα επί άρθρων και σε διακήρυξη, με αρκετές υπογραφές διανοουμένων της Κύπρου, ζήτησαν να μη πραγματοποιηθεί η κάλυψη της Κύπρου από την Ε.Τ., ανάμεσα σε άλλα γιατί αυτό …υπονομεύει την ανεξαρτησία της Κύπρου!!!. Έγραψα τότε για τους ευρύτερους εθνικούς και πολιτιστικούς λόγους της σύνδεσης με την Ε.Τ., ακόμη ότι στην εποχή της ελεύθερης ροής των πληροφοριών, της δορυφορικής και του διαδικτύου, αυτά είναι ανόητα, της χειρίστης επαρχιακής αναδίπλωσης.

Τελευταία, με αφορμή κριτική των κυπριακών πραγμάτων από Ελλαδίτη καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου ακούστηκε και τούτο: Ότι ως «φιλοξενούμενος» επί σειρά ετών στην Κύπρο δεν έπρεπε να ασκήσει κριτική στην υπηρεσία και το κράτος που τη στηρίζει και του δίνει τροφή, τόσο στην κυριολεξία όσο και μεταφορικά. Απίστευτο, όμως γράφτηκε.
Το δικαίωμα κριτικής είναι αδιαπραγμάτευτο για όλους, ιθαγενείς, πάροικους και ξένους. Θεωρώ αστείο, εν έτει 2006, να συζητήσουμε το θέμα αυτό. Ακόμη η κυπριακή κοινωνία έπρεπε να ευνοούσε και να ενθάρρυνε την κριτική των Ελλαδιτών που εργάζονται στο νησί. Γνωρίζουν και μελετούν τα κυπριακά πράγματα και ταυτόχρονα έχουν εκείνη την πρέπουσα αποστασιοποίηση που τους επιτρέπει να δουν τα δεδομένα της Κύπρου καλύτερα, από διάφορες οπτικές γωνίες, όταν εμείς έχουμε κολλήσει στον πολτό του φαινομένου, υπακούοντας πολλές φορές στις συμβάσεις της μικρής κοινωνίας στην οποία είμαστε ασφυκτικά ενταγμένοι. Οι κριτικές λοιπόν των Ελλαδιτών είναι ευπρόσδεκτες ακόμη και όταν μας πικραίνουν, ακόμη και αν είναι λανθασμένες. Οι κρίνοντες απλώς θα κριθούν.
Σκέφτηκα να απαντούσα εκτεταμένα στη λογική αυτή που θέλει να αποτρέψει την εμπλοκή των Ελλαδιτών στην κριτική της κυπριακής κοινωνίας, των θεσμών και των δρωμένων της. Αυτή η λογική της περιχαράκωσης, δυστυχώς, αποτελεί πια δομικό στοιχείο στη σκέψη ορισμένων κύκλων και εμφανίζεται κάθε λίγο με διάφορες μορφές και τρόπους, από την άλλη όμως είναι γενικά παρωχημένη, για να μην πω θνησιγενής. Ποιος ασχολείται σήμερα ή παίρνει στα σοβαρά τα επιχειρήματα εναντίον της σύνδεσης της Ελληνικής Τηλεόρασης με την Κύπρο ή εναντίον της άφιξης ελλαδικών θιάσων; Ακόμη λυπήθηκα και τον εαυτό μου που συνεχώς απασχολείται με τέτοια ζητήματα αντί να στρωθεί να γράψει κάποια φιλολογική μελέτη.
Έτσι κλείνω ευσύνοπτα και απλά. Στον καθηγητή Δημήτριο Τριανταφυλλόπουλο [που έκρινε και γι’ αυτό υπέστη τη νεοκυπριακή επίθεση] εύχομαι συνεχή καρποφορία στις κυπρολογικές του ενασχολήσεις, καταθέσεις και κριτικές.

Ο ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ και άλλες παράπλευρες απώλειες. Αναφορά στον Σωτήρη Ραπτόπουλο

23 Απριλίου, 2011
  1. Στις 5 Απριλίου 2011 είχα αναρτήσει στο Ιστολόγιο την ακόλουθη «Μικρή ανακοίνωση»:

Λόγω ειλημμένων υποχρεώσεων (επιμέλεια και έκδοση δύο βιβλίων και υποβολή διατριβής εντός του 2011), λόγω υπερκόπωσης και, κυρίως, λόγω έντονων υποδείξεων του θεράποντος ιατρού μου δεν μπορώ να συμμετέχω σε διάφορες  εκδηλώσεις που αγαπητοί φίλοι και άνθρωποι που εκτιμώ το έργο τους μου προτείνουν (βιβλιοπαρουσιάσεις, σεμινάρια, συνέδρια και άλλες εκδηλώσεις).

Είμαι υποχρεωμένος να αναρτήσω αυτή την ανακοίνωση, γιατί φοβάμαι τις παρεξηγήσεις από ανθρώπους που αγαπώ και εκτιμώ. Γίνεται για λόγους υγείας και υπερκόπωσης.

2. Την ίδια ημέρα, ύστερα από λίγο, ο Σωτήρης Ραπτόπουλος έστειλε στο ιστολόγιο το ακόλουθο μήνυμα:

Αγαπητέ Σάββα,

…γνωρίζοντας ότι οι μηχανές φόρτισής σου είναι η συνδεδεμένες με την φιλολογική έρευνα, πιστεύω ότι σύντομα θα ..επαναφορτισθείς αρκούντως!

3. Καλοσύνη του Σωτήρη Ραπτόπουλου που, αισιόδοξος, προσδοκεί τη νέα φιλολογική οιστρηλάτηση. Όμως φιλτέρα η αλήθεια. Το Μεγάλο Σάββατο, 23 Απριλίου, του έγραψα, λοιπόν, το ακόλουθο μήνυμα: Ο ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ και άλλες παράπλευρες απώλειες.

Διάβασα την  Ευγενία Γκραντέ του Μπαλζάκ και τη Λυγερή του Καρκαβίτσα, όταν ήμουνα στο Γυμνάσιο, τον ίδιο μήνα. Αμέσως μου έκανε εντύπωση η κοινότητα αισθημάτων και διαδρομών, καθώς και τα κοινά σημεία της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στην πορεία των δύο γυναικών-ηρωίδων που ξεκινούν με ευαισθησία, με ευγένεια και αγνότητα προθέσεων και πίστεων για να καταλήξουν στον εγωισμό και την αδιαφορία για τον Άλλο, φιλοχρήματες και ιδιοτελείς.  Πρώτα η Ευγενία Γκραντέ, στην επαρχιακή Γαλλία μετά την επανάσταση του 1789, όταν επιβάλλεται απόλυτα η καπιταλιστική λογική και η λεπτεπίλεπτη και ευαίσθητη Ευγενία προσχωρεί στους νέους καιρούς και εκφράζει τη βαναυσότητά τους αφού έχει πια μοναδικό μέτρο κρίσης το χρήμα. Η Λυγερή μετά, στην ελληνική ύπαιθρο με τη «δίψα του χρυσίου» και τον πόθο «της εξουθενώσεως των άλλων».

Ακόμη με ενδιέφερε πάντα η συνεξέταση ευρωπαϊκών πεζογραφημάτων με ελληνικές δημιουργίες, οι επιδράσεις που άσκησαν και ο διάλογος μαζί τους  (αίφνης το Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκυ και Η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη, Τα μυστήρια των Παρισίων του Σύη και πληθώρα άλλων πεζογραφικών μυστηρίων της νεοελληνικής πεζογραφίας). Η Ευγενία Γκραντέ κυκλοφόρησε το 1833, μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Άγγελο Βλάχο το 1883. Η Λυγερή κυκλοφόρησε σε βιβλίο το 1896 αφού προηγουμένως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Εστία, το 1890. Λοιπόν, πάντα με είλκυε μια συγκριτολογική μελέτη για τις δύο αυτές ηρωίδες, για τα δύο αυτά πεζογραφήματα. Περισπασμοί του βίου, οι σκέψεις και οι συγκρίσεις για την Ευγενία Γκραντέ και τη Λυγερή έμειναν στα βάθη του μυαλού -καποτε επέστρεφα. Πριν από λίγο καιρό είπα να ξεκινήσω αυτό το μελέτημα. Αυτό προϋποθέτει:

Α) Νέα ανάγνωση των δύο μυθιστορημάτων Ευγενία Γκραντέ και Λυγερή.

Β) Νέα ανάγνωση των Απάντων του Ανδρέα Καρκαβίτσα (πεζά, σημειώματα, επιστολές κ.λπ.) για εντοπισμό απόψεων και προβληματισμών για τα θέματα: Μπαλζάκ, ευρωπαϊκό μυθιστόρημα, αλλοτρίωση, νέες γυναίκες και κοινωνικό περιβάλλον κ.λπ.

Γ) Ανάγνωση όλων των σχετικών μελετημάτων για την εισαγωγή και δεξίωση του Μπαλζάκ στην Ελλάδα καθώς και της ευρύτερης ευρωπαϊκής πεζογραφίας

Δ) Ανάγνωση όλων των σχετικών μελετημάτων για το έργο του Καρκαβίτσα για να εντοπιστούν οι μελετητές που ίσως υπέδειξαν, συζήτησαν και  ερεύνησαν τις παράλληλες διαδρομές Ευγενίας και Λυγερής.

Όλα αυτά, για το γράψιμο ενός μικροφιλολογικού σημειώματος με έκταση δύο-τριών, περίπου, σελίδων.

Πάντοτε όταν ξεκινούσα μια παρόμοια έρευνα η ηδονή της ανάγνωσης και επανανάγνωσης, η ηδονή της συγγραφής, με άξονα το μελέτημα, με οιστρηλατούσε. Όμως, τελευταία, αυτό το μικροφιλολογικό, όπως και μερικά άλλα, το ξεκινώ και το αφήνω, με κέρδος κάποιες φιλολογικές σημειώσεις. Ξεκίνησα με τη Λυγερή και την Ευγενία Γκαντέ, το άφησα. Πήρα το βιβλίο του Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου, Ανδρέας Καρκαβίτσας Αναφορές στη ζωή και το έργο του, και το εκτενές μελέτημα της Τζίνας Πολίτη, Η μυθιστορηματική κατεργασία της ιδεολογίας: Ανάλυση της Λυγερής του Ανδρέα Καρκαβίτσα, πήρα κάποιες σημειώσεις -το άφησα.

Αγαπητέ Σωτήρη Ραπτόπουλε, όπως μεγαλώνεις η φλόγα της φιλολογίας παραμένει ακμαία, όμως υπάρχουν συνεχώς παράπλευρες απώλειες, που κάποτε αποδεικνύονται συντριπτικές, όπως γι’ αυτό το μελέτημα, που κατέπεσε θνησιγενές. Πια ακυρωμένο έστω κι αν γύριζε στ’ αυλάκια του μυαλού πάνω από σαράντα χρόνια. Γιατί ο Κρόνος –Χρόνος, που όπως αναφέρει και ο ορφικός ύμνος κατοικεί όλα τα μέρη του κόσμου [=ος ναίεις κατά πάντα μέρη κόσμοιο], κατοικεί και το κορμί μας.

Καλή Ανάσταση.

Τούτο το αλωνάκι… Ο Δημήτρης Κοσμόπουλος για τον Αντρέι Ταρκόφσκι [1]

11 Απριλίου, 2011

 

καθώς τα  χέρια πάνω στα πλήκτρα

πήγαιναν από το χώμα ως τις ψηλότερες νότες

Αρσένι Ταρκόφσκι[2]

Έρχεται μεσημέρι του Ιβάν, να κάψει όλους τους ίσκιους

Δ. Κοσμόπουλος, Ανάστασις του Ανδρέα Ταρκόφσκι, σ. 29

Πολύ με συγκινεί μια λεπτομέρεια από τα βιογραφικά του Αντρέι Ταρκόφσκι. Ο πατέρας του σκηνοθέτη, ο Αρσένι Ταρκόφσκι, γνωστός και καταξιωμένος ποιητής στην πατρίδα του, είχε μεταφράσει στα ρωσικά ολόκληρο τον Ύμνο εις την Ελευθερία του Διονύσιου Σολωμού. Η μετάφραση του Ύμνου συμπεριλήφθηκε μαζί με άλλες μεταφράσεις από το σολωμικό έργο, που έγιναν από άλλους μεταφραστές, σε έναν τόμο 184 σελίδων που κυκλοφόρησε στη Μόσχα το 1964, με τίτλο: Διονύσιος Σολωμός, Τα τραγούδια της Ελευθερίας[3]. Δεν γνωρίζω από το υπόλοιπο έργο του Διονυσίου Σολωμού τι μελέτησε ο Αρσένι Ταρκόφσκι για να προσεγγίσει, να κατανοήσει και να μεταφράσει τον Ύμνο στην Ελευθερία. Δεν γνωρίζω τι μετάδωσε στον Αντρέι από όλη αυτή την επαφή, γνώση και προσπάθεια, με ποιους υπόγειους ή εμφανείς δρόμους μετακένωσε τη σολωμική σπίθα στην επικοινωνία με τον γιο του.

Πάντως ο  Αντρει Ταρκόφσκυ αγαπούσε πολύ τον πατέρα του και την ποιητική του κατάθεση, είναι χαρακτηριστικό ότι σε τρεις ταινίες του (Στάλκερ, Καθρέφτης, Νοσταλγία) ακούγονται στίχοι από ποιήματα του Αρσένι Ταρκόφσκι. Παρακολουθούσε την πορεία και την εξέλιξη του έργου του πατέρα του, γνώριζε, λοιπόν, και τη μετάφραση του Ύμνου στην Ελευθερία και τη θεματογραφία του ποιήματος.

Μας χρειάζεται ο Σολωμός για να κατανοήσουμε τον Αντρέι Ταρκόφσκι; Τι κοινό έχει ο σκηνοθέτης του Αντρέι Ρουμπλιώφ και του Στάλκερ με το πολιορκημένο Μεσολόγγι; Με το ένδοξο αλωνάκι, το πολιορκημένο από στεριά και θάλασσα; Δεν μπορώ να προσδιορίσω, δεν γνωρίζω αν μέσα από άδηλους δρόμους, που δύσκολα ανιχνεύονται, σημειώθηκαν επιδράσεις και συν-ομιλίες, γνωρίζω όμως ότι ο Δημήτρης Κοσμόπουλος στην ποιητική του κατάθεση Ανάστασις του Ανδρέα Ταρκόφσκι, μέσα από υπόγειες και μυστικές ανιχνεύσεις εντόπισε συνάφειες  και  συμπορεύσεις:

«Ο τόπος του είναι Κυριακή ξημέρωμα,

φυτρώνει από την άβυσσο κι από την μαύρη πίσσα,

με τα ξερά της δόξας τα χορτάρια προσανάμματα.

Κατάμαυροι οι Εσπερινοί, μ’ ανασασμού κεράκι,

κι είναι χρυσό το δάκρυ του με γεύση της θαλάσσης»,

ριγήσανε με τρόπο Ανοίξεως οι καπνισμένες πλάκες

κατά τα μέρη Διονυσίου Ιερομονάχου Σολωμού.

Ο Κοσμόπουλος στην ποιητική του συλλογή, με ποιήματα θραύσματα για τον Ταρκόφσκι μα και με μια εσωτερική συνοχή που παρακολουθούν την τραγική πορεία του μεγάλου σκηνοθέτη, ανασυνθέτει τις τελευταίες του μέρες όταν ο Αντρέι Ταρκόφσκι δεν είναι παρά ένα πολιορκημένο Μεσολόγγι, πολιορκημένο από στεριά και θάλασσα, όταν πολλά τον πλησιάζουν «με πολλή ποδοβολή».  Μακριά από την πατρίδα του, μακριά από τα πρόσωπα που αγαπούσε, -η απουσία του γιου του έντονα οδυνηρή-, με την αρρώστια να τον πολιορκεί ύπουλα, με τους γραφειοκράτες της πατρίδας του να τον πολεμούν και να απαγορεύουν την προσπέλαση των αγαπημένων του προσώπων, με την εμμονή του για κινηματογραφική δημιουργία μακριά και σε σύγκρουση με την κυρίαρχη κινηματογραφική θεματογραφία και οπτική, ζώντας στην Δύση σε μια κοινωνία ακατανόητη σ’  αυτόν όπως ένας πολτός καταναλωτών -χωρίς μνήμη, ιστορία και ύπαρξη- τον πολιορκεί [σ. 13= Κρατάνε τα κομμένα τους κεφάλια, στου σούπερ-μάρκετ τις σακκούλες], με τα μηνύματα από την πατρίδα να μιλάν για την παρακμή της, το κορμί του χτυπημένο από την κακοήθεια του καρκίνου κι η πατρίδα του χτυπημένη από την κακοήθεια της ατομικής μόλυνσης στο Τσέρνομπιλ [σ. 28= Έρχομαι από πεδιάδες με ποτάμια πεθαμένα πια/ σάπια από κάδμιο, μόλυβδο και χρώμιο εξασθενές/Από τα μαραμένα δάση όπου βρέχει κίτρινη φωτιά,/ κι απ΄το βασίλειο του μπετόν, από το γκριζοσίδερο αχανές].

Ένα πολιορκημένο Μεσολόγγι ήταν ο Ταρκόφσκι, που προσπαθούσε να κερδίσει τον αγώνα για τα ριζικά και θεμελιώδη της ανθρώπινης ύπαρξης, τα ριζικά της αξιοπρέπειας και της αλήθειας [σ. 11= Κανένας πια Γερμάς δεν θα φτύσει την ψυχή μου]. Ο Κοσμόπουλος, σε μια συλλογή-δέντρο και με τη ρίζα της στο κέντρο της παληάς πληγής, συλλαμβάνει τον βαθύτερο ψυχισμό του Ταρκόφσκι την ώρα της απόλυτης δοκιμασίας, στην έσχατη ώρα.

Όταν ο Ταρκόφσκι έχοντας μάθει πια τη γλώσσα  ενός πουλιού [«Το κοτσύφι του Ταρκόφσκι»], με φως που τον στόλιζε «σαν ηλίου φεγγοβολή» έχοντας «λάμψιν όλη φλογώδη», στου μαρτυρίου το σέλας και για ένα θάνατο γεμάτο ήλιο επιχειρεί την Έξοδό του προς την Ελευθερία και τον Θεό.


[1] ) Δημήτρης Κοσμόπουλος, Ανάστασις του Ανδρέα Ταρκόφσκι, εκδ. Ερατώ, Αθήνα 2008. Ακολούθησαν τα ποιητικά βιβλία: Βραχύ χρονικό, Κέδρος 2009. Κρούσμα, Μια ποιητική συνομιλία με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Κέδρος 2011

[2]) Αρσένι Ταρκόφσκι, Χρόνος Είκοσι πέντε στάσεις στο ποιητικό του έργο, μετ. Μαξίμ Κισιλιέρ – Λίνος Ιωαννίδης, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2008, σ. 35.

[3]) Ντίνος Χριστιανόπουλος, Οι μεταφράσεις του «Ύμνου εις  την  Ελευθερίαν» του Σολωμού: βιβλιογραφία-πληροφορίες-σχόλια, ανάτυπο από τον τόμο Αφιέρωμα στον καθηγητή Λίνο Πολίτη, Θεσσαλονίκη, 1979, σ. 140.

ΜΙΚΡΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

5 Απριλίου, 2011

Λόγω ειλημμένων υποχρεώσεων (επιμέλεια και έκδοση δύο βιβλίων και υποβολή διατριβής εντός του 2011), λόγω υπερκόπωσης και, κυρίως, λόγω έντονων υποδείξεων του θεράποντος ιατρού μου δεν μπορώ να συμμετέχω σε διάφορες  εκδηλώσεις που αγαπητοί φίλοι και άνθρωποι που εκτιμώ το έργο τους μου προτείνουν (βιβλιοπαρουσιάσεις, σεμινάρια, συνέδρια και άλλες εκδηλώσεις).

Είμαι υποχρεωμένος να αναρτήσω αυτή την ανακοίνωση, γιατί φοβάμαι τις παρεξηγήσεις από ανθρώπους που αγαπώ και εκτιμώ. Γίνεται για λόγους υγείας και υπερκόπωσης.