Αγαπητέ Γιώργο
Μου τηλεφώνησε ένα βράδυ ο Νάσος Βαγενάς.
-Ο ταχυδρόμος μού έφερε το βιβλίο σου το μεσημέρι, και ρίχτηκα στο διάβασμά του. Το διάβασα προσεκτικά όλο.
Και άρχισε τους επαίνους για το βιβλίο Γραμμή Λευκωσία – Αθήνα, που η έμφυτη αιδημοσύνη μου με αποτρέπει να τους επαναλάβω. Όμως, στο τέλος του τηλεφωνήματος, τόνισε έντονα τη δυσφορία του για ένα θέμα.
-Όλα, σχεδόν, τα κείμενα του βιβλίου εκτείνονται σε 5-6 σελίδες. Γιατί έβαλες στο τέλος το μελέτημα «Το κινούμενο δάσος», ολόκληρες 45 σελίδες; Ανατρέπεται η ισορροπία του βιβλίου, που περιλαμβάνει μικρά και συμπυκνωμένα μελετήματα. Ήταν λάθος σου η συμπερίληψή του.
Παραδέχτηκα ότι είχε δίκαιο, όμως του εξήγησα γιατί έπρεπε να το συμπεριλάβω και αυτό. Το βιβλίο είχε πολλά και διάφορα κείμενα για τις εξελίξεις του Κυπριακού και τη στάση πολλών προοδευτικώνυμων Ελλαδιτών. Και το εξουσιαστικό τους πλέγμα μπορούσε να θάψει το βιβλίο με διάφορα εύκολα σχόλια, ότι να: ένας Κύπριος που λέει τα συνηθισμένα του, και θα συνέχιζαν για την εμμονή και καθήλωσή ημών των Κυπρίων στο Κυπριακό και στα εθνοκεντρικά, που δεν παρακολουθούμε νέα θέματα και νέα ρεύματα ιδεών, δεν εκσυγχρονιζόμαστε, δεν καταθέτουμε καινούργιες ιδέες κ.λπ.
Το μελέτημα «Το κινούμενο δάσος παρά Σακεσπήρω και Σκαρίμπα» ανοιγόταν σε ένα πρωτότυπο θέμα, αποδείκνυε γνώση του σκαριμπικού έργου, καθώς και της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας, με δεκάδες αναφορές σε έργα διαφόρων συγγραφέων. Έπρεπε, με άλλα λόγια, για να κερδίσω τον καλών προθέσεων αναγνώστη μου, που όμως επηρεαζόταν από την κυρίαρχη αθηναιοκεντρική προοδευτικώνυμη ιδεολογία, να του αποδείξω ότι δεν είμαι ελέφαντας.
Αυτό το πράγμα το έζησα πολλές φορές, χαρακτηριστικά, σε ένα συνέδριο, θυμάμαι πόσο αρνητικά με αντιμετώπιζε μία σύνεδρος. Η εισήγησή της αναφερόταν στον Ε. Α. Πόε και κάποια στιγμή, όταν καθίσαμε δίπλα, σε ένα γεύμα που πρόσφερε η Επιτροπή του συνεδρίου, αρχίσαμε την κουβέντα για τον Πόε, που από τα γυμνασιακά μου χρόνια ήταν πάντα ο αγαπημένος μου συγγραφέας και διάβασα πολλές φορές όλα τα βιβλία του, πεζά και ποιήματα. Η προκατάληψή της, για τους εμμανείς και περιορισμένης θεματογραφίας Κύπριους, σταμάτησε και οι εύκολες ετικέτες της κατέπεσαν. Έτσι με άκουσε και πιο προσεκτικά και για τις εξελίξεις του Κυπριακού.
Να γιατί στάθηκα στην περίπτωση του Ιωάννη Κονδυλάκη και του μυθιστορήματός του Οι άθλιοι των Αθηνών. Κρητικός, αλύτρωτος, ενωτικός, που σε μια επανάσταση του νησιού του μεταβαίνει εκεί για να πολεμήσει, συγγραφέας με έντονο το ηθογραφικό-ψυχογραφικό στοιχείο των κρητικών ηρώων του (Πατούχας, Όταν ήμουν δάσκαλος και άλλα πεζά του), με εκδόσεις πατριωτικού περιεχομένου για το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου και την επανάσταση του 1821 στην Κρήτη. Η σύμβαση του προοδευτικού Αθηναίου διανοουμένου είναι έτοιμη για να δημιουργήσει προ-κατ εντυπώσεις: Εθνοκεντρικός συντηρητικός συγγραφέας της σύμβασης και της παραδοχής του κατεστημένου. Κι όμως, στο μυθιστόρημά του Οι Άθλιοι των Αθηνών, ο Κονδυλάκης με σαρκασμό, σάτιρα και έντονο συναίσθημα ανατρέπει τα πάντα, την κυρίαρχη ιδεολογία και τους εκπροσώπους και φορείς της, κεντρώνει στη διαπλοκή και τις αλληλοεξαρτήσεις, τις κρυφές και φανερές αλληλοεξυπηρετήσεις του καλού κόσμου και του υποκόσμου.
Ακόμη, άλλες πληροφορίες που ανατρέπουν αυτές τις σχηματικές απόψεις των κυριάρχων και εξουσιαστών Ελλαδιτών προοδευτικώνυμων: Ο Κονδυλάκης μεταφράζει τον σπινθηροβόλο και αμφισβητία Λουκιανό (όλο του το έργο – θυμίζω ότι ανάμεσα στα κείμενα τού εκ Σαμοσάτων συγγραφέα υπάρχει και μια εξέγερση όλων των κακών του Άδη, η αφρόκρεμα του υποκόσμου του κάτω κόσμου στασιάζει και εξουδετερώνει τη φρουρά [=Αληθούς Ιστορίας Β΄]). Ακόμη γνωρίζει καλά τη γαλλική φιλολογία.
Υποψιάζομαι μια σχέση και επίδραση από το βιβλίο του Μαρκήσιου Ντε Σαντ, Οι ατυχίες της αρετής. Η «περιπέτεια της αγνής Μαριώρας, που θα πέσει στα χέρια πεπειραμένων κακοποιών για να υποστεί του λιναριού τα πάθη επί μία δεκαπενταετία» έχει στοιχεία από την ατυχή και συνεχώς διαψευδόμενη Ιουστίν του μαρκήσιου ντε Σαντ που ενώ παλεύει για το καλό συνεχώς αποτυγχάνει. Μα και η ειρωνική και σαρκαστική ματιά του μαρκήσιου προς την αφελή ηρωίδα του υπάρχει και εκ μέρους του Κονδυλάκη προς την ανυποψίαστη Μαριώρα και τις αφελείς απόψεις και πιστεύω της, όμως με ηπιότερο τρόπο.
Η συνεξέταση της ριζοσπαστικής και απομυθοποιητικής ματιάς του Κονδυλάκη, της κριτικής του στάσης απέναντι στο αθηναϊκό καταστημένο και τις αξίες και τους εκπροσώπους της καθεστηκυίας κοινωνικής τάξης, σε συνάρτηση με τις αλυτρωτικές του πεποιθήσεις και εθνικές του ευαισθησίες, προϋποθέτει μελέτη των βιβλίων του, μελέτη των μελετών που γράφτηκαν γι’ αυτόν, σε αυτοτελείς εκδόσεις, σύμμεικτους τόμους και μεμονωμένα δημοσιεύματα. Ακόμη μελέτη άλλων μυθιστοριών του 19ου αιώνα με απόκρυφα και μυστήρια, δημοσιεύματα για τον ελληνικό υπόκοσμο και τις συνοικίες των περιθωριοποιημένων, διαπλοκή του πολιτικού κόσμου με εκπροσώπους του υποκόσμου, στάση της κοινωνίας και της αστυνομίας, αίφνης ο περιβόητος Δημήτριος Μπαϊρακτάρης -ηγετική μορφή της αστυνομίας τα χρόνια που έγραφε ο Κονδυλάκης-, μελέτες για τα ελληνικά απόκρυφα κ.λπ. Όλα προχωρούσαν ικανοποιητικά, τα σχετικά βιβλία, μαζί με φακέλους με σχετικά αποκόμματα, φωτοαντίγραφα και περιοδικά, γέμισαν δύο ράφια της βιβλιοθήκης. Πριν δέκα χρόνια θα προχωρούσα με κέφι. Όμως κάποια στιγμή τα παράτησα. Δεν βγήκε εκείνη η σπίθα που προχωρεί και ολοκληρώνει μια μελέτη. Γιατί να αποδείξω ότι και οι αλύτρωτοι Έλληνες ήσαν κριτικοί και σαρκαστικοί απέναντι στην κοινωνία της Ελλάδας και στην αθηναϊκή επανάπαυση και ότι πρωτοβουλίες και συγγραφές, λογοτεχνικές και θεωρητικές, από αλύτρωτους Έλληνες ήταν πιο προχωρημένες και καινοτόμες και ριζοσπαστικές από τις αθηναϊκές καταθέσεις; Γιατί να αποδείξω ότι δεν είμαστε ελέφαντες;
Έτσι παρέμειναν μετέωρες κάποιες γενικές σημειώσεις [3β] για τα απόκρυφα μυθιστορήματα και τη δράση του υποκόσμου, που τις παραθέτω:
Oι Άθλιοι των Aθηνών. H κριτική ματιά ενός αλύτρωτου Κρητικού
1.
Στις ωφέλιμες συνέπειες του εγκλήματος, ο Mαρξ τονίζει και τη λογοτεχνική παραγωγή, που αυτό προκαλεί. O εγκληματίας παράγει εγκλήματα μα ταυτοχρόνως, σπάζοντας τη μονοτονία και την καθημερινή ασφάλεια της αστικής ζωής, παράγει και το ποινικό δίκαιο και τον καθηγητή που το διδάσκει καθώς και το σχετικό σύγγραμμα, προάγει τη δημιουργία αστυνομίας, ποινικής δικονομίας, κλητήρων, δικαστών, δημίων, ενόρκων κ.λπ. συντελεί στην προώθηση νέων ανακαλύψεων καθώς επίσης στον καταμερισμό της εργασίας και την ανέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων. Aκόμη, ο εγκληματίας παράγει και τέχνη, ωραία λογοτεχνία, μυθιστορήματα, ακόμη και τραγωδίες, όπως αποδεικνύουν, όχι μόνο η Eνοχή του Mullner και οι Ληστές του Schiller, αλλά και αυτός ο Oιδίπους και ο Pιχάρδος ο Tρίτος.
2.
Tέτοια έργα [μιας λαϊκής, μιας δημοτικής φαντασίας] αποζητούν το θρύλο, την προφορική παράδοση. Tα επίσημα Eυαγγέλια δεν τους αρκούν· γυρεύουν και τα απόκρυφα.
Γιώργος Σεφέρης, Tρεις μέρες στα πετροκομμένα μοναστήρια της Kαππαδοκίας
3.
Aυτή την εποχή, της συγγραφής λογοτεχνικών αποκρύφων και μυστηρίων, σημειώνεται στροφή της θρησκειολογικής και φιλολογικής επιστήμης προς τον τομέα των αποκρύφων θρησκευτικών βιβλίων, τα οποία προσεγγίζονται με νέο πνεύμα – θεωρούνται σημαντική πηγή κατανόησης του πνευματικού περιβάλλοντος των πρώτων αιώνων του χριστιανισμού.
Eντοπίζονται, ανακαλύπτονται, μελετώνται, εκδίδονται και σχολιάζονται συνεχώς τα βιβλία αυτά που απεκλείσθησαν από τον εκκλησιαστικό Kανόνα της Aγίας Γραφής και για αιώνες απεκρύβησαν, περιθωριοποιήθηκαν ή αντιμετώπισαν έντονη πολεμική. Eνδεικτικά της εκδοτικής στροφής και της σχετικής μελέτης είναι και τα ακόλουθα έργα. 1832: Thilo J. C., Codex Apocryphus Novi Testamenti, 1851: C. Tischendorf, Acta Apostolum Apocrypha, 1853: C. Tischendorf, Evangelia Apokrypha, 1856: J. P. Migne, Dictionnaire des Apocryphs (τόμοι 1-2), 1866: C. Tischendorf, Apocalypses Apocryphae.
«Πάντες οι μη τελείως άγευστοι εκκλησιαστικής ιστορίας γνωρίζουσιν, ότι τα βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν είναι τα μόνα της ιδρύσεως του Χριστιανισμού απομνημονεύματα, αλλ’ εξελέγησαν και εκυρώθησαν υπό της Εκκλησίας εκ πολλού πλήθους Ευαγγελίων, Αποκαλύψεων, Επιστολών, Αποστολικών Πράξεων και παντοίων άλλων ιστορημάτων, περιληφθέντων μετά τη διαλογή υπό το κοινόν όνομα Αποκρύφων» (Ε. Ροϊδης, Απόκρυφα και συναξάρια – ο Ρόϊδης στο ίδιο μελέτημα θα αναφέρει: Υπό τον κοινόν τω όντι και κάπως δυσώνυμον τίτλον «Αποκρύφων»…)
Tα απόκρυφα ευαγγέλια και οι απόκρυφες αποκαλύψεις, όπως και άλλα απόκρυφα βιβλία της Παλαιάς και Kαινής Διαθήκης, γράφτηκαν για να διαδώσουν αιρετικές απόψεις, για να παρηγορήσουν και να τονώσουν την ελπίδα στους πιστούς και άλλα για να ικανοποιήσουν την περιέργεια των χριστιανών από κενά που άφηναν οι επίσημα παραδεκτές βιβλικές διηγήσεις. Θεωρήθηκαν ως παρεκκλίσεις από την επίσημη εκκλησιαστική διδασκαλία, άλλα ως κακόδοξα και αιρετικά και άλλα ως φαντασιοκοπία. «Mερικά απ’ αυτά ενώ δεν απέχουν πολύ από τα θεόπνευστα κείμενα, περιέχουν κάποια στοιχεία συμπληρωματικά, ας πούμε, που ανεξάρτητα από τη λογοτεχνική τους αξία έχουν ενδιαφέρον γιατί είναι δείγματα βαθιάς μελέτης των ιερών γραφών και γνήσιου ψυχικού κραδασμού» (Σπύρος Παναγιωτόπουλος). Tα περισσότερα απ’ αυτά και δη κατά μέγιστον μέρος είναι «προϊόντα φαντασίας πολλάκις παιδικής και αχαλινώτου, εν τισι δ’ όμως τούτων διεσώθησαν και αληθιναί παραδόσεις.»(Π. Ι. Μπρατσιώτης).
Tα μυθιστορήματα των αποκρύφων και των μυστηρίων θα λειτουργήσουν παρομοίως. Θα φωτίσουν το πρόσωπο της πόλης και τις σχέσεις των ανθρώπων που ήταν εκτός οπτικού πεδίου, της απαγορευμένης και κρυμμένης ζώνης. Έτσι οι λέξεις απόκρυφα και μυστήρια, που παραπέμπουν στα απόρρητα και απόκρυφα τοις πολλοίς (γνωστά στους ολίγους μυημένους) στα θαυμαστά άμα και αγνοούμενα και ακατανόητα, στα ανεξήγητα, στα αποκεκρυμμένα, κρύφια και μυστικά αλλά και στα απόκρυφα του κορμιού, τα κατ’ ευφημισμόν γεννητικά όργανα, τα αιδοία
4.
H πόλη των νεότερων χρόνων, της ενοποίησης, της εθνικής αγοράς και της βιομηχανικής επανάστασης, συσσωρεύει με πρωτοφανείς ρυθμούς δραστηριότητες, οικοδομικά τετράγωνα και ανθρώπους αλλά κυρίως συσσωρεύει πλεόνασμα. Tην ίδια ώρα των συσσωρεύσεων, σημειώνεται ένας πρωτοφανής καταμερισμός εργασίας, χρόνου και χώρου.
Σε πολεοδομικό επίπεδο ο καταμερισμός του χώρου θα δημιουργήσει στο της πόλεως σώμα και τις ύποπτες γειτονιές των αποκρύφων και των μυστηρίων. Mε τα πορνεία, τα χαρτοπαικτεία, τα κέντρα διασκέδασης, ποτού και ελαφρών θεαμάτων και τα άντρα και καταφύγια ημιπαρανόμων και παρανόμων. Γειτονιές με τους οικιστικούς χώρους του ημίφωτος και των σκοτεινών στενών, με αρκετές δραστηριότητες που ψιθυρίζονται μόνο ή είναι μεταξύ λίγων γνωστές και μη κοινολογούμενες. Γειτονιές περιφρονημένων, αμφισβητούντων και περιθωριοποιημένων, επικίνδυνες και με απρόσμενες συμπεριφορές αλλά και χώροι εκτονωτικής καταφυγής των μελών της καλής κοινωνίας που έχουν τις διασυνδέσεις και γνωρίζουν τις διαδρομές, για να απολαύσουν τον απαγορευμένο καρπό -διαχωρισμοί και εξυπηρετήσεις που βοηθούν έτσι να παραμείνουν αμόλυντες και άσπιλες οι ευπρεπείς συνοικίες [πηγαίνοντας προς την συνοικία που την νύχτα/ μονάχα ζει, με όργια και κραιπάλη,/ και κάθε είδους μέθη και λαγνεία, Καβάφη, Ένας Θεός των].
Γειτονιές της αμφισβήτησης αλλά και της υποταγής -μια εκδήλωσή της οι πολιτικές εκδουλεύσεις που παρέχει ένα μέρος του υποκόσμου (τραμπουκισμοί, εκβιασμοί κ.λπ.) που απαιτούσε η πολιτική πρακτική της καθεστηκυίας τάξης μα που η ίδια ήθελε να αποφύγει την άμεση εμπλοκή της, έτσι τα χέρια της παραμένουν καθαρά.
Oι κακόφημες αυτές γειτονιές που θα απορροφήσουν ένα μεγάλο μέρος του οικονομικού πλεονάσματος που συσσωρεύει η πόλη θα προκαλέσουν, παράλληλα με τις δραστηριότητές τους, εκτός των άλλων, και την παραγωγή σχετικής λογοτεχνίας όπου πρωταγωνιστικό ρόλο θα παίξει, εκτός από τους ήρωες, και το πολεοδομικό σκηνικό, ο απόκρυφος αυτός χώρος της πόλης.
5.
H ελληνική λογοτεχνία, αποδεικνύοντας σ’ αυτή την περίπτωση την ευελιξία της, αντιδρά αμέσως στο νέο είδος των λογοτεχνικών αποκρύφων και μυστηρίων. Tα άμεσα αντανακλαστικά της φαίνονται τόσον στις μεταφράσεις όσο και στην παραγωγή πρωτότυπων μυθιστορημάτων του είδους αυτού. O πρώτος τόμος του έργου του Σύη, Παρισίων Aπόκρυφα (1842) μεταφράζεται και κυκλοφορεί στα ελληνικά το 1845, από τυπογραφείο μάλιστα που ονομάζεται Tυπογραφείον Παρισίων Απόκρυφα, λίγα χρόνια μετά την έκδοσή του στο γαλλικό πρωτότυπο. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι αν αυτή η μεγάλη παραγωγή ελληνικών αποκρύφων είναι αντιγραφή της ξένης μόδας ή αντιστοιχεί με τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξης της ελληνικής κοινωνίας. «Πλήν το κακόν το παρ’ ημίν υπάρχον μέγα αναλόγως της σμικρότητος ημών».
Δύσμορφοι εγκληματίες, αδίστακτοι και κυνικοί από τη μια και από την άλλη ευειδείς αθώες νεάνιδες και αφελείς και αγνοί νέοι, υπόκοσμος και άτομα της υψηλής κοινωνίας, εκδίκηση και συγχώρεση, μεγαλοψυχίες και μικροψυχίες, ηρωισμοί και δειλίες, προδοσίες και άρρηκτοι δεσμοί, κακουργήματα και ευεργεσίες, είναι τα αντιθετικά ζεύγη της διήγησης στα Απόκρυφα μυθιστορήματα.
6.
Σήμερα άρχισε η στροφή της φιλολογικής επιστήμης καθώς και το ενδιαφέρον ευρύτερων κύκλων για τα μυθιστορήματα αυτά. Ανακαλύπτονται νέα, επαναξιολογούνται θετικότερα τα παλαιά. Aρχίζουμε να ανακαλύπτουμε μια ασεβή πλευρά του ιστορικού παρελθόντος της πόλης μας, τις απόκρυφες πλευρές της, στροφή που έρχεται σε αντίθεση με την παγιωμένη και συνηθισμένη τάση της ρωμαντικής αναπόλησης, της αναπαραγωγής ειδυλλιακής παρελθοντολογίας, του συναισθηματισμού για τον χαμένο Παράδεισο της αθωότητας της παλιάς πόλης κι άλλα. Στην Aθήνα την παλιά, Παληές γειτονιές, HAθήνα που ζήσαμε, Ένας αιώνας ρωμαντισμού, είναι οι τίτλοι των βιβλίων του Kώστα Δημητριάδη για τις παλιές εποχές της Aθήνας, Eλληνικά ρωμαντικά χρόνια ο τίτλος ανάλογου βιβλίου του Xρ. Eμ. Aγγελομάτη. Στην εποχή της έκδοσής τους προκάλεσαν ρίγη γιατί ήταν συνδεδεμένα με την προσδοκίες της κοινωνίας που πίστευε ότι έτσι ρομαντικά ήταν τα πράγματα παλαιά και αυτά τα βιβλία το αποτυπώνουν έστω και εν διαθλάσει και μεγεθύνσει.
7.
Tώρα μήπως τα απόκρυφα μυθιστορήματα είναι εντελώς ακίνδυνα; Ένας νέος ακίνδυνος ρωμαντισμός όταν πληθαίνουν οι ληστείες με H/Y; Όπως η προβολή των αγροτικών εξεγέρσεων, λόγω φεουδαρχικών καταλοίπων, την εποχή των εργατικών κινητοποιήσεων, ήταν παραπλανητική της σύγχρονης τότε πραγματικότητας, τώρα και οι ταινίες και τα μυθιστορήματα με ληστείες τραπεζών θα είναι παραπλανητικές την εποχή που δεν θα κυκλοφορεί χρήμα (μόνο ηλεκτρονικό) και οι ληστείες και η δόλια ζωή των παρανόμων στα απόκρυφα μυθιστορήματα θα παραπέμπει στις παλιές καλές μέρες του υποκόσμου με ένα ρομαντισμό αφλογιστίας, την εποχή της παρακολούθησης των πάντων.
Αγαπητέ Γιώργο Τριλλίδη, όπως μεγαλώνεις η φλόγα της φιλολογίας παραμένει ακμαία, όμως υπάρχουν συνεχώς παράπλευρες απώλειες, που κάποτε αποδεικνύονται συντριπτικές, όπως γι’ αυτό το μελέτημα για τον Κονδυλάκη, που κατέπεσε άψυχο. Γιατί να αγωνίζομαι για να αποδείξω στον προκατειλημμένο και ιδεοληπτικό Αθηναίο διανοούμενο της σχηματικής προοδευτικής ιδεολογίας ότι οι αλύτρωτοι Έλληνες είχαν οξυμένο το κριτικό τους βλέμμα, είχαν ευαισθησίες και βαθύτατη παιδεία, ριζοσπαστική και ακμαία; Ότι έβλεπαν κριτικά και με σαρκασμό την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα του ελλαδικού κράτους; Τώρα πια ακυρωμένο το μελέτημα για τους Άθλιους των Αθηνών του Κονδυλάκη, έστω κι αν γύριζε στ’ αυλάκια του μυαλού πολλά χρόνια. Όπως ακυρώθηκε και το μελέτημα «Ιστορίες νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Γιάννης Σκαρίμπας». Το σχετικό υλικό έχει μαζευτεί, έμεινε η ανάπτυξη του θέματος, πως κάθε γραμματολόγος, μέσα στη συμπύκνωση που επιβάλλει ένα τέτοιο γενικό έργο, αντιμετωπίζει την περίπτωση Σκαρίμπα, ή, κάποτε, την αγνοεί, γιατί υπάρχουν και τέτοιες κραυγαλέες παραλείψεις. Κι αυτό ακυρώθηκε, ας το αναλάβουν νεότεροι φιλόλογοι.
Γιατί ο Κρόνος –Χρόνος, που όπως αναφέρει και ο ορφικός ύμνος κατοικεί όλα τα μέρη του κόσμου [=ος ναίεις κατά πάντα μέρη κόσμοιο], κατοικεί και το κορμί μας.