Archive for Μαΐου 2014

ΟΙ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΠΑΤΕΡΕΣ Ή Ο ΚΑΒΑΦΗΣ ΘΑ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΕ ΣΕ ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΩΝ;

29 Μαΐου, 2014

ΟΙ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΠΑΤΕΡΕΣ
Ή
Ο ΚΑΒΑΦΗΣ ΘΑ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΕ ΣΕ ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΩΝ;

Μετά τους εργατοπατέρες, τους φοιτητοπατέρες και τους προσφυγοπατέρες, θα αποκτήσουμε τώρα και τους ομοφυλοφιλοπατέρες. Ένα στρώμα εξουσιαστών, οι οποίοι θα κερδίζουν από την καθοδήγηση και τον έλεγχο του κύκλου των ομοφυλοφίλων, θα λειτουργούν ως ομάδα πίεσης, θα συναλλάσσονται με τις αρμόδιες αρχές,  θα βρίσκονται σε επαφή με τα κόμματα και θα λειτουργούν ως ιμάντες μεταφοράς ψήφων προς αυτά, με τα αναγκαία και επιβαλλόμενα κέρδη που θα δίνει η εξουσία προς τον κύκλο των ομοφυλοφιλοπατέρων: μερίδιο εξουσίας και προβολής, προαγωγές, ρουσφετολογικά ανταλλάγματα και διακανονισμός ημετέρων κ.λπ. κ.λπ.
Από τη στιγμή που έχει αναγνωριστεί η επιλογή της ομοφυλοφιλίας και έχει ακυρωθεί η ποινικοποίησή της, για τους ομοφυλόφιλους ένας δρόμος ανοίγεται μπροστά τους: ειλικρινείς και χωρίς προσωπείο, να υπάρξουν με τη δική τους οντότητα και το ειδικό βάρος, ως καταξιωμένοι, ικανοί, προσοντούχοι και έξυπνοι  πολίτες, καλλιτέχνες, δημιουργοί, εργαζόμενοι, επιστήμονες, πολιτικοί. Τίποτε άλλο.
Το ίδιο έγινε με τις γυναίκες. Όταν το θεσμικό πλαίσιο της ισοτιμίας επιτεύχθηκε, ο δρόμος για τις γυναίκες αποτελεί πια δική τους ευθύνη. Να καταξιωθούν στον χώρο της κοινωνίας, της εργασίας, της δημιουργίας και της πολιτικής. Γι’ αυτό και η ποσόστωση (η αναγκαστική επιβολή, π.χ., ενός αριθμού υποψηφίων γυναικών στην πολιτική ζωή) αποτελεί ένα φασιστικό μέτρο. Οι γυναίκες, αφού δεν έχουν οποιοδήποτε θεσμικό περιορισμό, ας εμπλακούν στην πολιτική ζωή και ας επιβάλουν τη σφραγίδα τους και με την αξία τους ας πάρουν ακόμη και περισσότερο μερίδιο από αυτό που τους αναλογεί.
Οι ομοφυλοφιλοπατέρες όμως έχουν άλλα σχέδια. Βλέπουν ένα πεδίο που ανοίγεται και θέλουν να το εκμεταλλευτούν και να πάρουν τα οφέλη. Τώρα διοργανώνουν και την φιλομόφυλη παρέλασή τους.
Κάποτε οι μαθητές μου, πιστεύοντας ότι θα με σόκαραν, με ρωτούσαν στην τάξη: Αληθεύει ότι ο Καβάφης ήταν ομοφυλόφιλος; Απαντούσα: Ναι ήταν ομοφυλόφιλος και με ποιητικούς όρχεις ίσα με μια νταλίκα ο καθένας.

Εδώ και ένα αιώνα, μέσα σε εντελώς αντίξοες συνθήκες, ο Καβάφης εξέφρασε στην ποίησή του και τον ομοφυλόφιλο έρωτα. Η ποιητική ποιότητα και η αξιοπρέπειά του τον επέβαλαν ως παγκόσμιο ποιητή. Γι’ αυτό και δεν θα συμμετείχε στα πανηγύρια των ομοφυλόφιλων παρελάσεων.
Είμαστε μια κοινωνία συντηρητική που ακολουθεί τα στερεότυπα του προοδευτισμού. Διότι και ο προοδευτισμός, ως φορέας της νέας παγκοσμιοποιημένης εξουσίας, αποτελεί την έκφραση της νέας συντήρησης. Ακολουθούμε άκριτα και μιμητικά χωρίς τη δική μας συμμετοχή και συμβολή σκέψεων και προβληματισμού. Ακόμη, χωρίς να έχουμε παρακολουθήσει τους προβληματισμούς και τις συζητήσεις που, εδώ και χρόνια, σε αμέτρητα βιβλία και άρθρα, έχουν κατατεθεί στην Ευρώπη, για τις νέες εξελίξεις στο θέμα του ομοφυλόφιλου κινήματος, τους καιροσκοπισμούς του, την εκμετάλλευση των ομοφυλοφίλων για τις κομματικές τακτικές κ.λπ.

Είμαστε η επαρχία της επαρχίας.
Έτσι η επαρχιωτοπούλα της σκέψης, η Επίτροπος Διοικήσεως, μας τρομοκρατεί με νομοσχέδια εναντίον της ομοφοβίας, άλλο νέο φρούτο για να βρίσκονται στο προσκήνιο οι ομοφυλοφιλοπατέρες. Μιλάμε, πια, για ποινικοποίηση απόψεων και κριτικών, για ένα είδος νέου φασισμού της παγκοσμιοποιημένης νέας τάξης.
Παίζοντας εν παικτοίς θα έλεγα: Τι θα γίνει με το θέμα της τερμινθοφοβίας; Γιατί, για τους κατοίκους της γενέτειράς μου, της ανεπανάληπτης Τερμινθίας (λαίκιστί: Τριμιθιά) λέγονται μύρια τόσα εναντίον μας, ειδικά από τους κατοίκους των γειτονικών χωριών. Ξεροκέφαλους μας ονομάζουν, αγροίκους μας ανεβάζουν απολίτιστους μας κατεβάζουν, αγενείς και πεισματάρηδες, ότι έχουμε όλα τα κουσούρια του κόσμου. Τι θα γίνει, λοιπόν, θα ποινικοποιούνται απόψεις που θα θεωρούνται ομοφοβικές και για τις τερμινθοφοβικές απόψεις ουδεμία αντίδραση; Σημειώνω, για την Επίτροπο Διοικήσεως, ότι ο κ. Βασίλειος Φτωχόπουλος, από ζηλοφθονία και άλλα κακέμφατα, στην εφημερίδα του Ένωσις, εκφράστηκε εναντίον της γενέτειράς μου, και τακτικά διακατέχεται από τερμινθοφοβικές απόψεις. Για να αποκαταστεθεί η δικαιοσύνη ας τον έχει υπόψη της καθώς και την τερμινθοφοβία του.
(πρώτη γραφή)

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΤΟ SLANG.GR

20 Μαΐου, 2014

 

Εδώ και καιρό, ανακάλυψα το Slang.gr, που καταγράφει την τρέχουσα γλωσσική πραγματικότητα της ανεπίσημης καθημερινής ζωής (φράσεις, λεξιλόγιο, παραδείγματα, παρατηρήσεις  κ.λπ. της ελληνικής γλώσσας). Χρήσιμο και καλό ηλεκτρονικό λεξικό στο οποίο συμμετέχουν εκτός από τους ιθύνοντες και όσοι άλλοι έχουν γνώσεις και μπορούν να προσθέσουν. Είχε μόνο ένα λήμμα άμεσα αναφερόμενο στην Κύπρο. Το παραθέτω:
Κύπριος
Στη συνείδηση του Ελλαδίτη, οι Κύπριοι έχουν τα εξής χαρακτηριστικά:
1. Όνομα και επίθετο είναι ίδια (πχ. Νίκος Νίκου)
2. Βάζουν παντού ν (πχ. εις την Τζύμπρον)
3. Κοτσάρουν αγγλικές λέξεις (anyway, τι άλλα;)

χχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχχ
Ένα παράδειγμα:
-Πως σε λένε φίλε;
-Γεράσιμο Γερασίμου.
-Κύπριος είσαι;

Στο Slang.gr απέστειλα το εξής μήνυμα: ΚΥΠΡΑΙΙΚΟ ΓΑΪΔΟΥΡΙ, αίτημα για λημμματογράφηση:

Απορώ και εξίσταμαι γιατί από αυτό το, πράγματι, εξαιρετικό ηλεκτρονικό λεξικό, απουσιάζει το λήμμα: κυπραίικο γαϊδούρι. Ως εμμανής Κύπριος οφείλω να το τονίσω, ως εμμανής Έλληνας της Κύπρου οφείλω να επιτονίσω ότι ο κυπριακός ελληνισμός επιβίωσε σ’ αυτό το ακριτικό νησί, από το πείσμα και την εμμονή του, με άλλα λόγια η λέξη «κυπραίικό γαϊδούρι» εκφράζει τον βαθύτερο ψυχισμό ημών των Κυπρίων.

Στη συνέχεια απέστειλα τον ορισμό για το λήμμα αυτό:

.
κυπραίικο γαϊδούρι
Ο κυπριακός όνος ήταν (και είναι) σωματώδης, γερός και δυνατός, σε αντίθεση με τα γαϊδουράκια που υπήρχαν στα νησιά του Αιγαίου και την υπόλοιπη Ελλάδα, γι αυτό και γινόταν εξαγωγή του. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, πριν από 70, περίπου, χρόνια, ήταν από τις σημαντικότερες εξαγωγές της Κύπρου προς την Ελλάδα. Οι κάτοικοι της Ελλάδας γνώρισαν ένα ζώο παραγωγικό και αποτελεσματικό  που, όμως, σε αντίθεση με τα γαϊδουράκια με τα οποία ήσαν συνηθισμένοι, δεν ήταν εύκολο να το χειραγωγήσουν, ειδικά όταν μουλάρωνε και πεισμάτωνε. Έτσι η φράση στην Ελλάδα «κυπραίικο γαϊδούρι» λέγεται σκωπτικά είτε σε υπερβολική αναισθησία, είτε σε υπερβολική ισχυρογνωμοσύνη, όταν ο άλλος μουλαρώνει και πεισματώνει έντονα.

Ένα παράδειγμα: Αμετάπειστος είναι, μουλάρωσε σαν κυπραίικο γαϊδούρι

Και μια και μπήκα στο παιγνίδι απέστειλα συμπληρωματικά στοιχεία για δύο λήμματα
Α) Πάω καλιά μου,
το οποίο αναφέρεται και στο ποίημα του Νίκου Καββαδία, Γυναίκα:

Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει
Το χέρι σου που χάϊδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου
για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δε με ορίζει.

Τα συμπληρωματικά στοιχεία, τώρα:
Η λέξη καλιά σήμαινε, παλαιότερα, φωλιά πουλιών, καλύβα, γενικότερα το σπίτι. Στην εκκλησιαστική υμνωδία αναφέρεται: «ως νεοττός της άνω καλιάς των Αγγέλων», το επαναλαμβάνει ο Παπαδιαμάντης στο διήγημά του Τ’ αγνάντεμα. Συνηθίζεται και σήμερα για τον μεταστάντα να επαναλαμβάνεται η φράση «απέπτη εις την άνω καλιάν των Αγγέλων». Όλα αυτά με κάνουν να πιστεύω ότι η φράση «πάω καλιά μου» ερμηνεύεται καλύτερα με τα: πάω στη φωλιά μου, στο καλύβι μου, στο σπίτι μου, αποχωρώ – φεύγω από εδώ.

Β. λέξη σίστος / σσιήστος

Το Slang.gr αναφέρει και τη λέξη σίστος / σσιήστος και εξηγεί:
Το μουνί, στα Κυπριακά. Προφέρεται sheestos, και πιθανότατα να ετυμολογείται από την λέξη σχισμή.

Απέστειλα το ακόλουθω σχόλιο:

σσιύστος και σιύστος (προφέρεται sheestos)
Προέρχεται από το αρχαιοελληνικό κύσθος, που σημαίνει γυναικείο αιδοίο. Το κύσθος έγινε κύστος (κατά το μισθός → μιστός) και, ακόμη, με την εξέλιξη της  κυπριακής προφοράς  (και με παρετυμολογία από το σχίζω και σχισμή), έγινε σσιύστος.

ΑΠΟ ΤΟ ΡΕΥΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΣΤΗΝ ΑΠΟΛΙΘΩΣΗ ΤΟΥ ΕΝΤΥΠΟΥ Άσκηση Δεοντολογίας και Πρακτικής

17 Μαΐου, 2014

Το τυπωμένο άρθρο, στις σελίδες ενός εντύπου, απολιθώνεται. Είναι ένα κλειστό κείμενο, αναλλοίωτο. Τετελειωμένον. Η δημοσιοποίηση ενός σημειώματος /άρθρου/μελέτης σε ένα έντυπο είχε, πάντοτε, τον χαρακτήρα αποκοπής του ομφάλιου λώρου από τον συγγραφέα του. Πια, το κείμενο πρέπει από μόνο του να υπερασπιστεί τον εαυτό του, αυτόνομο και αύταρκες να αντιμετωπίσει τις σκέψεις και τους προβληματισμούς των αναγνωστών του. Έμενε, λοιπόν, απολιθωμένο στις σελίδες του εντύπου και μόνον η συμπερίληψή του σε έναν τόμο, με διάφορα μελετήματα, επέτρεπε στο συγγραφέα του να το φροντίσει ξανά, να επιφέρει κάποιες αλλαγές, για τη δεύτερη δημοσίευσή του, συνήθως ύστερα από χρόνια.
Το ιστολόγιο αποτελεί ένα ελευθέριο και ρευστό όργανο έκφρασης και επιχειρηματολογίας, ευλύγιστο, με ανοικτές όλες τις δυνατότητες για βελτιώσεις, προσθαφαιρέσεις και αλλαγές -πολλές φορές αυτά γίνονται συνεχώς, κάποτε αρκετό καιρό μετά την ανάρτηση του κειμένου που, έτσι, τελεί εν διαρκεί επεξεργασία. Για μας, που γνωρίσαμε καλά τις παλαιές λογικές της έντυπης δημοσιοποίησης, υπάρχει μια νέα, παράξενη διάσταση: το κείμενο είναι και δημοσιοποιημένο στο ιστολόγιο του υπολογιστή, πρόσφορο στους αναγνώστες του, όπως, ακριβώς, λειτουργεί η δημοσίευσή του σε ένα έντυπο και, ταυτόχρονα, βρίσκεται και στο συρτάρι του συγγραφέα, σαν ιδιωτικό κείμενό του, για νέα επεξεργασία, έχει συνεχώς τον πατέρα/συγγραφέα κοντά του για να συνεχίζει με τη φροντίδα του και τη στοργή του -μήπως, μια κακεντρεχής σκέψη με πολιορκεί τώρα, θα φτάσουμε και σε κείμενα που δεν ενηλικιώνονται ποτέ; Πάντως, αυτό το πάντρεμα: δημοσιοποίηση και, ταυτόχρονα, ιδιωτικότητα του συγγραφικού συρταριού, μόνο η ηλεκτρονική εποχή μας το κατάφερε.
Τα κείμενα του ιστολογίου αποτελούν πια άλλο τρόπο έκφρασης, με ιδιαίτερη και ξεχωριστή νοοτροπία και τακτική, γιατί τα μέσα παραγωγής και διακίνησης κειμένων δημιουργούν και καθορίζουν και πολλούς άλλους όρους, ομολογώ, λοιπόν, ότι όταν γράφω κείμενο για ένα περιοδικό υπάρχει μεγαλύτερη φροντίδα και επιμέλεια, γιατί ξέρω ότι μόλις οδεύσει για τις σελίδες δημοσιοποίησης του δεν μπορώ πια να επέμβω ενώ τα κείμενα του ιστολογίου πολλές φορές γράφονται άνετα και πρόχειρα με το επιχείρημα της μελλοντικής βελτίωσής τους -διορθώνονται λάθη που ξέφυγαν, συντακτικές ασάφειες, προστίθεται καινούργια επιχειρηματολογία που ενισχύει την ήδη διατυπωμένη. Και επειδή το ηλεκτρονικό αρχείο του ιστολογίου καταγράφει κάθε αλλαγή σε κάθε ανάρτηση, διαπιστώνω ότι σε όλα τα κείμενα μου, μετά τη πρώτη δημοσιοποίησή τους στην οθόνη του υπολογιστή, υπάρχουν αλλαγές, κάποτε περισσότερες από είκοσι.
Και εδώ μπαίνουν δυο θέματα για συζήτηση:
Το πρώτο είναι οι αναδημοσιεύσεις από το ιστολόγιο, όταν τα ρευστά και εν διαρκεί επεξεργασία κείμενα του ιστολογίου οδεύουν στις σελίδες ενός εντύπου και απολιθώνονται εκεί.
Πολλές φορές, φίλοι με ειδοποιούν ότι είδαν κείμενό μου δημοσιευμένο σε κάποιο έντυπο, μια δημοσίευση που εγώ αγνοούσα, γιατί οι υπεύθυνοι του περιοδικού πήραν το κείμενο από τη ιστολόγιο.
Θεωρώ αυτές τις αναδημοσιεύσεις από το ιστολόγιό μου πολύ τιμητικές, ακόμη και αν διαφωνώ με τη γενικότερη πολιτική γραμμή του περιοδικού ή με την προσωπική στάση και νοοτροπία του εκδότη.
Το να απαιτεί ένας ιστολογιούχος να τον πληροφορούν και να του ζητούν άδεια για να αναδημοσιεύσουν από το ιστολόγιό του αποτελεί παραξενιά. Ιστολόγιο σημαίνει ελεύθερη ροή πληροφοριών, διάχυση της γνώσης και της άποψης σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Δεν μπορούμε από ένα μέσο που δίνει πρόσβαση σε κάθε άνθρωπο του πλανήτη, που επιτρέπει παραπομπές, αντιγραφές, συνδέσεις, αποστολές με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο κ.λπ. να ζητούμε άδεια για αναδημοσίευση, την οποία, μάλιστα, θα διαβάσει το περιορισμένο κοινό ενός εντύπου.
Όμως για το θέμα των αναδημοσιεύσεων επιβάλλεται η διακήρυξη κάποιων κανόνων. Η δεοντολογία, εν τέλει, αποτελεί και μια πρακτική επιστήμη, γιατί εκτός από τη θεωρητική συνεισφορά της στο θέμα της συγκρότησης των κανόνων της για ένα θέμα, ταυτόχρονα ευκολύνει τα πράγματα, γιατί δίνει και τις οδηγίες σωστής διαχείρισης για να ξεμπερδεύουμε γρήγορα.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι στο έντυπο πρέπει να δηλώνεται το ιστολόγιο από όπου λήφθηκε το κείμενο. Η αναφορά αυτή είναι μια θετική και απαραίτητη ενέργεια που συντείνει σε πολλά:
Α) Δίνει μια πολύ σημαντική πληροφορία στον αναγνώστη του περιοδικού
Β) Αποφεύγονται παρεξηγήσεις για προνομιακή ή για σχέση επιλογής του ιστολογιούχου με το έντυπο που αναδημοσιεύει
Γ) Προστατεύει τον συγγραφέα από παρεξηγήσεις. Είπαμε, το κείμενο που ανεβάζεται στο ιστολόγιο γράφεται με διαφορετικές προδιαγραφές από το κείμενο που οδεύει στην «επισημότητα» του εντύπου. Έχει, λοιπόν, σημασία να γνωρίζει ο αναγνώστης ότι το περί ου ο λόγος κείμενο δεν γράφτηκε για να δημοσιευτεί στις σελίδες του περιοδικού, έχει τη λογική του ιστολογίου.
Γι αυτό και πρέπει να δούμε ένα δεύτερο θέμα, την αναφορά στην ημερομηνία όταν λαμβάνεται από το ιστολόγιο για να οδεύσει στην μονιμότητα της σελίδας. Προσωπικά, βίωσα αυτό το θέμα πολύ έντονα όταν είδα σε περιοδικό ένα κείμενό μου από το ιστολόγιο, όμως στη μορφή που είχε αναρτηθεί πριν από ενάμιση περίπου μήνα. Φαίνεται ότι οι υπεύθυνοι του περιοδικού σημείωσαν αυτό το κείμενο, ότι ταίριαζε με το στυλ του εντύπου, το αντέγραψαν και το έβαλαν στο αρχείο του περιοδικού για το επόμενο φύλλο. Όμως, εωσότου κυκλοφορήσει το επόμενο τεύχος του περιοδικού το κείμενο είχε βελτιωθεί, είχε συμπληρωθεί με καινούργια επιχειρηματολογία, έγινε, γενικά, μια μεγάλη επεξεργασία. Έτσι όταν το είδα δημοσιευμένο στη μορφή που είχε ενάμιση μήνα προηγουμένως, μου φάνηκε φτωχό και ότι πρόδιδε την επεξεργασμένη μορφή του στο ιστολόγιο.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι πρέπει να αναφέρεται, εκτός από το ιστολόγιο, και η ημερομηνία αντιγραφής του. Δίνω, ενδεικτικά, τρία παραδείγματα:
Κουτρούλης Σπύρος, Στίρνερ: Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία του [=koutroulis-spyros.blogspot.com, 27/8/2011]
Φοίβος Σταυρίδης, Ψηφίδες [ΙΙΙ] Σημειολογικά παρεπόμενα [=Retalia et alia, 27/8/2011]
Σάββας Παύλου, Αρχαίοι Έλληνες Ένα του Ρένου και ένα του Μαρωνίτη [=savvaspavlou. wordpress.com, 27/8/2011]
Η αναφορά της ημερομηνίας αντιγραφής προστατεύει το έντυπο που αναδημοσιεύει γιατί κάποιοι, καλοπροαίρετα ή κακοπροαίρετα, μπορεί να τονίσουν/κατηγορήσουν ότι το κείμενο στο ιστολόγιο είναι διαφορετικό, άρα το έντυπο που αναδημοσιεύει δεν τηρεί τους κανόνες των αναδημοσιεύσεων, λογοκρίνει, σκόπιμα παραλείπει κάτι κ.λπ.. Ακόμη, προστατεύει τον ιστολογιούχο από διάφορες άλλες παρεξηγήσεις. Το κείμενο που δημοσιεύεται στο έντυπο είναι παρμένο από το ιστολόγιο του συγγραφέα όπως ήταν τη συγκεκριμένη ημερομηνία, άρα μπορεί τώρα να έχει διάφορες αλλαγές.

ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Ή ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΡΕΝΟΣ

8 Μαΐου, 2014

 

Η εκτίμηση του Δημήτρη Δασκαλόπουλου για το έργο και την προσφορά του Γιώργου Κατσίμπαλη είναι δεδομένη και διακηρυγμένη. Γι’ αυτό και στο έργο του Γ. Κ. Κατσίμπαλης Βιβλιογραφία και 12 κριτικά κείμενα (Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1980) ο Δασκαλόπουλος τονίζει τη μεγάλη δυσεξόφλητη οφειλή μας προς τον Κατσίμπαλη, τον πατριάρχη της βιβλιογραφίας για τη νεώτερη λογοτεχνία μας. Και σε άλλο κείμενό του, τονίζει ότι ο Γιώργος Κατσίμπαλης «περνάει πια στην Ιστορία σαν το τελευταίο μυθικό πρόσωπο των γραμμάτων μας, σ’ αυτόν τον ανάπηρο αιώνα».
Στη βιβλιογραφική του εργασία, ο Δασκαλόπουλος παραθέτει όλα τα λήμματα για τον Κατσίμπαλη, όπως επιβάλλει η δεοντολογία της Βιβλιογραφίας. Την πληθώρα των εγκωμιαστικών και θετικών σχολίων αλλά και τα αρνητικά και τα απορριπτικά, και τα ειρωνικά και φιλοκατήγορα. Η αγάπη και η εκτίμησή του για τον Κατσίμπαλη δεν τον κάνει να κοσκινίζει τα λήμματά του, για να παραδώσει τον βιβλιογραφούμενο άσπιλο, άχραντο και αμόλυντο. (Βλ. στο κεφάλαιο ΙΓ: Κρίσεις, σχόλια, πληροφορίες, λήμματα που επικρίνουν ή μεταφέρουν αρνητικές πληροφορίες και χαρακτηρισμούς για τον Γ. Κατσίμπαλη =21, 42, 48-55 και 57-59 [κυρίως για απόλυση Κοσμά Πολίτη από το Βρετανικό Συμβούλιο], 62, 64-77, 98 [κυρίως για «κλίκες»], 215-216 [στάση Κατσίμπαλη απέναντι στη στρατιωτική κυβέρνηση], 105, 109, 115, 133, 250 [με διάφορα σαρκαστικά και υπονομευτικά σχόλια]).
Αυτή την άψογη στάση του Δημήτρη Δασκαλόπουλου δεν ακολούθησε, δυστυχώς, ο Μιχάλης Πιερής στο βιβλίο του Ο χώρος και τα χρόνια του Τάκη Σινόπουλου 1917- 1981 Σχεδίασμα βιο-εργογραφίας (εκδ. Ερμής, Αθήνα 1988) που ακολουθεί την πορεία του ποιητή Τάκη Σινόπουλου, χρονολογικά, εργογραφικά και βιβλιογραφικά.
Με τις λογικές του politically correct και του κοσκινίσματος, συσσωρεύονται στο βιβλίο του ανούσιες και άχρηστες πληροφορίες, λεπτομέρειες και ανθυπολεπτομέρειες τριτεύουσας σημασίας, αναφορές σε κριτικά σημειώματά του καθώς και σε γνωριμίες με αρκετούς ανθρώπους – συμβατικές γνωριμίες που παρουσιάζονται λες και αποτέλεσαν τομή στην πορεία του ποιητή, τον επηρέασαν και του έδωσαν νέες κατευθύνσεις, -πολλούς απ’ αυτούς αμφιβάλλω αν θα τους θυμόταν άμα τους έβλεπε ένα μήνα μετά-, αποσπάσματα από κριτικές για τα βιβλία του, από επιστολές και ενθυμήσεις, από συνεντεύξεις του (και εκτενές απόσπασμα από συνέντευξή του στον Ρένο Αποστολίδη για την εφημερίδα Ελευθερία (σ. 55-56) και λογοκρίνονται διάφορα θέματα, παραδείγματος χάριν δεν αναφέρονται σημαντικά δημοσιεύματα για τον Σινόπουλο που ήσαν όμως επικριτικά. Οι πληροφορίες στο βιβλίο του Μ. Πιερή είναι ελεγμένες και κοσκινισμένες, για να δοθεί η εικόνα ενός άσπιλου και άχραντου Σινόπουλου, που γι’ αυτόν, όλοι, εκφράζονταν θετικά. Παραβιάζοντας έτσι απλές αρχές βιβλιογραφίας και βιογραφίας.(1)
Αναφέρω χαρακτηριστικά τα δημοσιεύματα του περιοδικού Τα Νέα Ελληνικά (Ηρακλή και Ρένου Αποστολίδη):
α) Μαυροπίνακες (Αύγουστος 1966, αρ. 8, σ. 623-625) στο οποίο αναφέρεται ότι ο Σινόπουλος αλληλογραφούσε με το περιοδικό Νεολαία του μεταξικού καθεστώτος.
β) Κι άλλοι στο μαυροπίνακα! (Σεπτέμβριος 1966, αρ. 9, σ.702-706) στο οποίο, με σαρκαστικά σχόλια, αναφέρεται ότι ο Σινόπουλος απείλησε με μήνυση το περιοδικό για το προηγούμενο δημοσίευμα.
γ) ΠιΣινοπουλιάς (Νοέμβριος 1966, αρ. 11, σ. 814-817). Οξύτατο και σαρκαστικό εκτενές σημείωμα με πολλές βιογραφικές πληροφορίες για τον Σινόπουλο.
δ) Στο ίδιο τεύχος (σ. 869-871) κείμενο του Άρη Μπερλή με τίτλο: Ποιος θα μ’ ακολουθήσει στο Σινοπουλικό φως;, στο οποίο κατηγορεί τον Σινόπουλο για λογοκλοπές.
ε) Πισινοπουλιάδος η συνέχεια (Δεκέμβριος 1966, αρ. 12, σ. 884-887). Εκτενέστατο κείμενο με βιογραφικές πληροφορίες και οξύτατες κριτικές για Σινόπουλο και απάντηση του Ρένου στον Πταισματοδίκη Αθηνών για αγωγή Σινόπουλου.
στ) Και άλλα κλεψιμέικα Θέμελη και Πι Σινόπουλου (Ιανουάριος 1967, αρ. 13, σ. 998-1001.
ζ) ΗΝΑ, Και στον πταισματοδίκη (στο ίδιο τεύχος, σ. 1001). Βλ. και τεύχος αρ. 16 (Απρίλιος 1967, σ.1265) για αναβολή της δίκης λόγω μη προσέλευσης των μαρτύρων του Σινόπουλου.
Ενώ προηγουμένως αναφέρεται επιτροχάδην η “επίθεση Νίκου Παππά εναντίον του Βύρωνα Λεοντάρη και του Τάκη Σινόπουλου από το περ. Έρευνα” (σ. 81-82) αποκρύβονται τα πιο πάνω κείμενα. Ίσως γιατί οι επιθέσεις Νίκου Παππά ήσαν ανυπόληπτες στους φιλολογικούς κύκλους ενώ ο Ρένος και ο Άρης Μπερλής χαρακτηρίζονταν από τις υπέρβαρες φιλολογικές τους αποσκευές.
Έτσι χάνει η βιβλιογραφία, η βιογραφία και η φιλολογία.
Ενδεικτικό και το ακόλουθο: Στη σελίδα 89 ο Μ. Πιερής αναφέρει: “Μάιος [1967]: Μήνυση κατά Ρένου Αποστολίδη για συκοφαντική δυσφήμιση. Ο Σ.[ινόπουλος] παραιτείται ύστερα από την αναγνώριση από τον Ρ. Αποστολίδη του σφάλματός του.” Άθελά του, ίσως, ο Μ. Πιερής παρουσιάζει μια αρνητική εικόνα του Σινόπουλου. Ότι τον Μάιο, δηλαδή λίγες μέρες μετά το πραξικόπημα της χούντας, με το όργιο των συλλήψεων και μέσα σε συνθήκες ανελευθερίας και λογοκρισίας, ο Σινόπουλος δρομολογούσε μηνύσεις για προδικτατορικά κείμενα, που θεωρούσε ότι τον μείωναν. Τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Η διαδικασία αγωγής του Σινόπουλου εναντίον του Ρένου Αποστολίδη ξεκίνησε πολύ προηγουμένως (βλ. Τα Νέα Ελληνικά, Σεπτέμβριος 1966, αρ. 9, σ. 705). Ο Ρένος απάντησε με εκτενές κείμενό του που υπέβαλε στον Πταισματοδίκη Αθηνών στις 5 Δεκεμβρίου 1966 και πρότεινε ως μάρτυρες τον Ηρακλή Αποστολίδη, Φαίδωνα Βεγλερή, Φαίδρο Μπαρλά κ.λπ. και ακόμη, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, τον Απρίλιο η δίκη ανεβλήθη λόγω μη προσέλευσης των μαρτύρων που συνηγορούσαν υπέρ της αγωγής Σινόπουλου. Αν ο εκδότης των Νέων Ελληνικών, στην επόμενη συνάντηση για τη δίκη, τον Μάιο του 1967, δέχτηκε να ανακαλέσει για να κλείσει η υπόθεση, αυτό είναι ένα γεγονός που φαίνεται ότι προσγράφεται υπέρ του Ρένου, που δεν ήθελε, μέσα στα νέα δεδομένα που έφερε το πραξικόπημα της χούντας, να διαιωνίζει αντιθέσεις και διαμάχες της περιόδου πριν από την επιβολή της δικτατορίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

1) ) Χαρακτηριστικά, στην εφημερίδα Τα Νέα (Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 1959), ο Σινόπουλος δημοσίευσε επιστολή στην οποία ζητούσε να μη υπογράφει Τάκης Σινόπουλος έτερος ποιητής με το ίδιο ονοματεπώνυμο. Τη στάση αυτή του Σινόπουλου έκριναν αρνητικά πολλοί σε διάφορες συζητήσεις, αργότερα, σε γραπτά τους, ο Ηρακλής Αποστολίδης και ο Ρένος, ο οποίος έψεξε τον Σινόπουλο για σκαιότητα και αντιπνευματική αλαζονεία και ότι κριτήριο διάκρισης μεταξύ δύο συνεπωνύμων λογοτεχνών είναι, μόνο, η ποιότητα και όχι ο εξαναγκασμός του άλλου να αλλάξει όνομα. Στο βιβλίο του Μ. Πιερή δεν αναφέρεται η επιστολή αυτή του Σινόπουλου, ενώ σημειώνονται άλλες, ήσσονος σημασίας, λεπτομέρειες.

 

28 Απριλίου 2014. Ημερολογιακά για τον Ρένο Αποστολίδη

1 Μαΐου, 2014

Μεγάλωσα με τον Ρένο Αποστολίδη. Από το γυμνάσιο ξεκίνησα με την Ανθολογία, Τα Νέα Ελληνικά, ύστερα η Κριτική του Μεταπολέμου -που διάβασα αρκετές φορές-, Ο γρασαδόρος και τα χειρόγραφα του Max Tod, η πυραμίδα 67, ο Α2. Φοιτητής διάβαζα οτιδήποτε δικό του. Θυμάμαι τώρα την Ανθύλη, ωραία λέξη, το παγιωμένο «αντιύλη» της μοντέρνας φυσικής το μετατρέπει προκαλώντας συνειρμούς και με το άνθος -έτσι είναι το σωστό: ανθύλη, σύμφωνα με τους κανόνες της Γραμματικής για τις σύνθετες λέξεις, όταν το δεύτερο συνθετικό είναι δασυνόμενο. Ο Ρένος ήξερε γράμματα και ήταν κριτικός, κάποτε κατεδαφιστικός, αλλά αυτό το στήριζε στη γνώση και τη μελέτη, όχι σαν τους σημερινούς που «ασκούν» κριτική συνεχώς, μα είναι αγράμματοι, απλώς η άρνηση και αμφισβήτηση είναι μέρος του life style, που επικράτησε ως στάση και νοοτροπία της σύγχρονης ζωής.
Στον στρατό βρέθηκα με κάποιο που είχε έλθει από την Αθήνα να υπηρετήσει τη θητεία του, αφού τέλειωσε τη Σχολή του. Μεγάλος εκείνος, νεαρός εγώ, μόλις είχα τελειώσει το Λύκειο, ήμουν ο εκπαιδευτής του στο Κ.Ε.Ν. Αμμοχώστου. Αυτός διανοούμενος με γνώση από τηνπνευματική ζωή της Αθήνας  με έβλεπε που διάβαζα πολύ, τα φιλολογικά μας ενδιαφέροντα μάς έφεραν κοντά. Ήταν συνεργάτης της Αυγής πριν από τη δικτατορία και όταν του εξέφρασα  τον θαυμασμό μου για τον Ρένο, μου ανέφερε ότι και αυτός, στην Αθήνα, περίμενε με αδημονία τα Νέα Ελληνικά να κυκλοφορήσουν, τα έπαιρνε και τα ρουφούσε κυριολεκτικά. Δεν το κοινοποιούσε όμως στον κύκλο της Αυγής και στους ομοϊδεάτες του, γιατί αυτό στον χώρο του ήταν κάτι ανυπόφορο, τότε το εγκεκριμένο πνευματικό περιοδικό της Αριστεράς ήταν η Επιθεώρηση Τέχνης. Σήμερα που το θυμούμαι, και αφού έχω μελετήσει εξονυχιστικά την Επιθεώρηση Τέχνης, συνυπολογίζω και τη συνεισφορά του Ρένου καθώς και άλλων στην εξέλιξη και τη βελτίωση αυτού του εντύπου. Όσο απομακρυνόμασταν από τα πάθη του εμφυλίου και το πνεύμα στρατωνισμού, που αναπαραγόταν στους χώρους της αριστεράς λόγω και της μετεμφυλιακής καταπίεσης της νικήτριας δεξιάς, τότε, όταν άρχισαν τα ερωτήματα για την ήττα μα και κάποια άνεση από την πλευρά των νικητών, υπήρχε κίνδυνος να πάρουν τη σκυτάλη της πρωτοπορίας περιοδικά του φιλελευθερισμού (Εποχές π.χ.) ή της ριζοσπαστικής κριτικής (Τα Νέα Ελληνικά π.χ.). Αυτό έκανε την Επιθεώρηση Τέχνης να ανοίξει κι άλλο τις πόρτες της και την προβληματική της. Το σκέφτομαι σήμερα και χαμογελώ: Ο Ρένος, έστω και εμμέσως, συντέλεσε και στη βελτίωση του περιοδικού της αριστεράς.
Το 1973, πρωτοετής φοιτητής της δημοσιογραφικής σχολής, προετοιμάστηκα για τέσσερις συνεντεύξεις, θα δημοσιεύονταν σε κυπριακές εφημερίδες: Σαμαράκης, Σκαρίμπας, Κουμανταρέας, Ρένος. Διάβασα και όσα βιβλία τους δεν είχα μελετήσει, ετοίμασα ένα γενικό ερωτηματολόγιο, εξασφάλισα ένα καλό μαγνητόφωνο από τον Άγγελο Σαμουήλ. Τηλεφώνησα και στον Ρένο, μιλήσαμε αρκετά, συμφώνησε με τη συνέντευξη την οποία θα προσδιορίζαμε χρονικά σε νέο τηλεφώνημά μου, σε λίγο καιρό. Όμως όταν έλεγα για την επικείμενη συνέντευξή μου με τον Ρένο όλοι αντιδρούσαν, κουμπώνονταν, εξέφραζαν απαρέσκεια και αντίθεση, συνήθως έντονη, μιλούσαν, κάποτε, με μίσος. Τον κατηγορούσαν για συνεργασία με τη δικτατορία λόγω της αναδημοσίευσης των κειμένων της Ανθολογίας του, αναδημοσίευση που διέκοψε όμως η δικτατορία κάποια στιγμή και μάλιστα σε επικείμενη δημοσίευση δικού του κειμένου, του Α2. Σήμερα αυτές τις κατηγορίες τις θεωρώ φορτισμένες και μεγεθυμένες μέσα στην αντιδικτατορική πρακτική της τότε εποχής.
Τότε κινούμουν στους κύκλους των προοδευτικών διανοουμένων της Αθήνας. Δυστυχώς υπέκυψα στις πιέσεις, συνεμορφώθην προς τα υποδείξεις των προοδευτικών και δεν έδωσα συνέχεια στη συνέντευξη με τον Ρένο, πήρα μόνον τις τρεις από τις τέσσερις που σχεδίαζα. Στην ιστορία της ζωής μου αυτή η ακύρωση της συνέντευξης με τον Ρένο με βαραίνει. Το μόνο ελαφρυντικό για την «καλήν απολογίαν» είναι ότι ήμουνα ένας 21 χρονών επαρχιώτης εκ Κύπρου, που δεν μπορούσε να αντιπαραταχθεί με την επικρατούσα άποψη των προοδευτικών κύκλων, ήταν και η δικτατορία που φόρτιζε, τότε, έντονα συναισθηματικά τα πράγματα. Μένει να τονίσω ότι, μέσα σ’ αυτόν τον ορυμαγδό εναντίον του Ρένου, μου έκανε εντύπωση η στάση του Σκαρίμπα. Στη Χαλκίδα, τη μέρα της συνέντευξης, τον ρώτησα τη γνώμη του για τον Ρένο. Είναι καλός Ρωμιός ο Ρένος, μου απάντησε.
Συναντηθήκαμε με τον Ρένο αργότερα, μετά την πτώση της Χούντας, στο σπίτι του, για να πάρω τα Νέα Ελληνικά, τα τεύχη που μου λείπανε. Στο γραφείο του ήταν  παρών και ο Κ. Παπαλεξάνδρου, καθηγητής μας στη Δημοσιογραφική Σχολή, στο μάθημα της Φιλοσοφίας. Συζητήσαμε για λίγο. Του ανέφερα τις αντιδράσεις εναντίον του για το θέμα της συνέντευξης και τις κατηγορίες που άκουγα «-εγώ έβγαλα τη Χούντα στην εξουσία, εγώ φταίω για όλα» μου είπε γελώντας, του άρεσε όταν άκουσε τον χαρακτηρισμό του Σκαρίμπα, για το άτομό του. Του είπα, ακόμη, γι’ αυτά που έγραφε στα Νέα Ελληνικά: ότι και η ηχητική και η παρηχητική παρασημασιολογία του ονόματός μας επηρεάζει τον χαρακτήρα και τις κλίσεις μας πράγμα που επικύρωνε και η  παραπομπή του, για το όνομα του συγγραφέα Α. Σχινά, στο σχίζω και σχιζοειδής και πρόσθεσα ότι αυτό μπορούσε να ειπωθεί και για τη δική του συνειδητή επιλογή να υπογράφει Ρ.Α., που παρέπεμπε, εγωκεντρικά, στον ένα και μοναδικό θεό Ρα, τον θεό-ήλιο της αιγυπτιακής θρησκείας. Δεν το σχολίασε.
Μου ζήτησε να διευκρινίσω ποιος είναι ο Ρένος που υπέγραφε τα χρονογραφήματα στην εφημερίδα Τα Νέα της Λευκωσίας και που πολλοί εκλάμβαναν ότι ήσαν δικά του κείμενα. Του εξήγησα ότι το χρονογράφημα το έγραφε ο Ρένος Πρέντζας, καλός φιλόλογος, στέλεχος της ΕΔΕΚ του Βάσου Λυσσαρίδη. Υπέγραφε απλώς με το μικρό του. Ναι, μα δημιουργείται παρεξήγηση, μου τόνισε, διότι το Ρένος είναι καθιερωμένο για δικό μου, και υπέβαλε ότι πρέπει να το σταματήσει. Δεν τόλμησα να του πω ότι σε ανάλογη περίπτωση, όταν ο Τάκης Σινόπουλος ζήτησε από συνώνυμό του ποιητή να μην υπογράφει ως Σινόπουλος γιατί γινόταν σύγχυση με το δικό του όνομα -του καθιερωμένου, δηλαδή, Σινόπουλου-, ο Ρένος Αποστολίδης τον έψεξε για σκαιότητα και αντιπνευματική αλαζονεία και ότι κριτήριο διάκρισης μεταξύ δύο συνεπωνύμων λογοτεχνών είναι, μόνο, η ποιότητα και όχι ο εξαναγκασμός του άλλου να αλλάξει όνομα. Δεν είπα τίποτα, όμως. Συγγνωστόν, σκέφτηκα, να έχει και ο Ρένος τις λόξες και τις αντιφάσεις του.
Κλείνω για τον Ρένο με κάτι απλό. Τον ανακάλυψα πριν από 47 χρόνια. Ίσαμε σήμερα επιστρέφω στα Νέα Ελληνικά, στην Ανθολογία, στις κριτικές και τα πεζά του.