Archive for Σεπτεμβρίου 2014

Αλλαγή επαγγέλματος – ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΑ

23 Σεπτεμβρίου, 2014

20140918_162644

Ναι, θα το ήθελα πολύ να άλλαζα επάγγελμα. Και τι κατάλαβα από τον δρόμο που πήρα ίσαμε σήμερα; Δεν είναι μόνο αυτό, είναι και η αίσθηση της δημιουργίας, της χειροπιαστής αισθητικής, που μεταμορφώνει τον άνθρωπο και τα πράγματά του, για το καλύτερο. Θα είχα λοιπόν το κατάστημά μου, απαραίτητα με τον επίσημο τύπο της καθαρεύουσας: Ταπετσαρίαι Σάββας Π. Τζιωνής, με ψαλίδια, κόπτες, βελόνες ραφής, ραπτομηχανές δέρματος και όλα τα σχετικά σύνεργα, και θα έρχονταν εκεί πότε ο κύριος Βασίλειος Πτωχόπουλος με τη Lamborghini Veneno του, πότε ο κ. Γεώργιος Τριλλίδης με την Rolls Royce Wraith 2014, πότε ο κ. Στέφανος Σταυρίδης με την Bugatti Veyran Super Sport, καθώς και άλλοι, θα ανανέωνα εντελώς την ταπετσαρία των αυτοκινήτων τους, θα διαμόρφωνα καινούργια θυλάκια και δερμάτινες επενδύσεις, κάποτε πονηρά δερμάτινα θυλάκια με εκείνα που φτιάχνουν ατμόσφαιρα, να θα αποκομβίωνες ένα δέρμα ζέρβας και θα είχε μέσα κρύπτη με ποτά, τσιγάρα και σοκολατάκια, αλλού άλλα βοηθητικά, θα πρότεινα νέα χρώματα και ποιότητα πάντα με αληθινό δέρμα, θα έφτιαχνα τα αυτοκίνητα τόσο τέλεια που δεν θα ήξερες αν η κούρσα του κ. Πτωχοπούλου ή του Γεωργίου Τριλλίδη ή Στέφανου Σταυρίδη θα ήταν για τους συνηθισμένους δρόμους της Λευκωσίας ή για τους δρόμους του ουρανού.
ΣΑΒΒΑΣ Π. ΤΖΙΩΝΗΣ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΑ
ΔΥΟ ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ _ ΔΥΟ ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΕΙΣ

Τελετή βράβευσης, αίθουσα Καστελιώτισσα, 10 Δεκεμβρίου 2013

Σκεπτικό Βράβευσης:
Το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου/Μελέτης απονέμεται στον Σάββα Παύλου για το έργο Εκεί, στις ομπρέλες…Αλεξίβροχα και αλεξίκακα κείμενα για την Κύπρο.

Το βιβλίο Εκεί, στις ομπρέλες… Αλεξίβροχα και αλεξίκακα κείμενα για την Κύπρο αποτελείται κατά το πλείστον από επιφυλλίδες που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά Κύπρου και Ελλάδας στο χρονικό διάστημα 1989 έως 2012. Το βιβλίο μαρτυρά την ιδεολογική τάξη και τη ζύμωση μιας εποχής με χαρακτηριστική εμμονή στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ευρωπαϊκών πραγμάτων. Το πνεύμα του συγγραφέα βρίσκεται ακριβώς στη διαπίστωση ότι η εγκατάλειψη των συλλογικών δικαιωμάτων του κυπριακού ελληνισμού αποτελεί υπονόμευση της βαθύτερης συνισταμένης των ευρωπαϊκών και ανθρώπινων αξιών. Παρόλο που οι επιφυλλίδες έχουν από τη φύση τους την ιδιότητα παλμογράφου της επικαιρότητας, χάρη στη γραφίδα του Σάββα Παύλου διευρύνεται ο χαρακτήρας τους, καθώς συλλαμβάνουν στιγμές και ιδέες με καθολική αξία και μονιμότερη σημασία. Η αρετή του προικισμένου δοκιμιογράφου βρίσκεται στο ότι εστιάζει την οξύτατη ματιά του σε ποικίλους τομείς της σύγχρονης ιστορίας μας, επιζητώντας με γρηγορούσα συνείδηση να επισημάνει θλιβερές ασυνταξίες της πολιτικής και πολιτισμικής πραγματικότητας. Σημαντικό επίσης είναι ότι ο συγγραφέας πραγματεύεται τα πνευματικά ζητήματα σε έναν ευρύτερο ορίζοντα, πέρα από τα όρια του τοπικισμού. Η φιλολογική του κατάρτιση και η λαμπερή του γλώσσα, η πρωτοτυπία στη σύνδεση και η τόλμη στην ανάλυση των θεμάτων, κατατάσσει τον Σάββα Παύλου στους αφοσιωμένους πρωτοπόρους που διεγείρουν και κρατούν ξύπνιο το πνεύμα.


ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ

Η έκδοση ενός βιβλίου αποτελεί πάντοτε μια πράξη επικοινωνίας. Ο συγγραφέας καταθέτει τους προβληματισμούς του και περιμένει την κρίση των άλλων, θετική ή αρνητική, τον διάλογο με τον δήμο και τους σοφιστές, τους αναγνώστες του και την κοινωνία γενικότερα. Και επειδή, τελευταία, εισήλασαν πολλές μοντερνίζουσες απόψεις για το θέμα αυτό, θέλω να τονίσω ότι οι άνθρωποι που αρνούνται τον επικοινωνιακό ρόλο μιας έκδοσης, για να είναι συνεπείς με τις απόψεις τους, πρέπει να μην εκδίδουν. Τον χειμώνα, δίπλα στο τζάκι, να διαβάζουν μόνοι τους τα, ίσως αριστουργηματικά, κείμενά τους και να ρίχνουν τις σελίδες στη φωτιά. Είναι πολύ απλό και δείχνει συνέπεια.
Η επικοινωνιακή προσέγγιση μιας έκδοση προϋποθέτει την ένταξη σε ένα σύστημα προταγμάτων και αξιών της περιβάλλουσας κοινωνίας και του περιβάλλοντος πολιτιστικού και ιστορικού πεδίου, για να διαλεχτείς μαζί τους, είτε για να τα ενισχύσεις ή, ακόμη, για να απορρίψεις αυτά τα προτάγματα και αυτές τις αξίες. Η ένταξη στην κοινωνία, η αναγνώριση ότι πέραν από το στενό οικογενειακό περιβάλλον υπάρχει κάτι ευρύτερο με άλλες αξίες και προτάγματα, αποτελεί το τρίτο σημαντικό βήμα στην πορεία κάθε ανθρώπου, μετά το στάδιο του καθρέφτη, όταν το παιδί αναγνωρίζει το είδωλό του, και το στάδιο της αυτοσυνείδησης, όταν συνειδητοποιεί την μοναδικότητα της ύπαρξής του άρα και τον φόβο της απώλειάς της και την έννοια του θανάτου. Όπως και τα δύο προηγούμενα και η αναγνώριση του κοινωνικού και ιστορικού συγκείμενου συμβαίνουν στην παιδική ηλικία του κάθε ανθρώπου και παίζουν πάντοτε σημαντικό ρόλο.
Δεχόμενος τον επικοινωνιακό και κοινωνικό ρόλο της έκδοσης ενός βιβλίου, έχει για μένα ιδιαίτερη σημασία η αφορμή και η ώρα της ένταξής μου στην κοινωνία και την ιστορία. Ήταν Μάρτιος του 1957, δεν είχα πάει δημοτικό και δεν ήξερα ακόμη να διαβάζω. Ήρθε στο σπίτι ο πατέρας με μια εφημερίδα και είχε τα μάτια υγρά, και στη μητέρα μου που βγήκε μαζί μου στην αυλή για να τον προϋπαντήσουμε, είπε με λίγα λόγια τα νέα: Του ζήτησαν να παραδοθεί, συνέχισε να πολεμά και τον έκαψαν ζωντανό με βενζίνη. Η μάνα μου δακρυσμένη σκούπισε τα χέρια της στην ποδιά, όρθωσε το ανάστημά της, και είπε
-Το παλικάρι, το παλικάρι.
Έτσι πρωτάκουσα για τον Αυξεντίου.
Η μάνα μου σκούπισε τα χέρια της και ύψωσε το ανάστημα της πριν μιλήσει, γιατί εκείνη τη στιγμή δεν ήταν μια απλή γυναίκα του λαού που είχε λυγίσει στο μεγάλωμα των παιδιών, στις δουλειές του σπιτιού και της γης, πήρε επίσημο τόνο γιατί ένιωθε ότι ήταν η ώρα της αποτίμησης και αξιολόγησης, ότι έπαιρνε τον ρόλο της Ιστορίας, που εκδίδει την ετυμηγορία της.
Ετυμηγορία απλή και ευσύνοπτη= Το παλικάρι, το παλικάρι.
Έτσι πρωτομπήκα στην κοινωνία και στους όρους του συλλογικού και ιστορικού βίου.
Από αυτό το πνεύμα της αξιοπρέπειας και της περηφάνιας, που αποτελούσαν τα προτάγματα της κοινωνίας και του κυπριακού ελληνισμού την εποχή της παιδικής μου ηλικίας, προσπαθώ κάτι να κρατήσω στα κείμενα μου -ένα κεράκι αναμένω. Αυτό το απλό.
Ευχαριστώ, λοιπόν, θερμά την Επιτροπή, για το βραβείο που έδωσε στο βιβλίο μου.


ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΩΡΟΥ ΛΟΪΖΟΥ
Αίθουσα Καστελιώτισσα, 5 Νοεμβρίου 2914
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΔΕΚ και ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ κ. Γιαννάκης Ομήρου

Να θυμόμαστε αυτούς που έγιναν θυσία και σύμβολο πανεθνικό για να αφυπνίζονται συνειδήσεις και να φωτίζονται ερέβη με το πνεύμα, είναι έθος ιστορικό και αρετή. Αναμφίβολα ένας τέτοιος ήρωας και οραματιστής είναι ο Δώρος Λοΐζου που με τις πράξεις του μας δίδαξε την ιστορική αγωγή.

Ως ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης και θαυμασμού προς το ματωμένο ευγενικό του πρόσωπο είναι η καθιέρωση του Βραβείου «Δώρου Λοΐζου». Ένας ετήσιος θεσμός που ταυτίζεται με την έννοια ελευθερία και εξαγγέλλει μηνύματα ηθικά και πνευματικά.

Για 13η συνεχή χρονιά, πιστοί στην υπόσχεση που δώσαμε να τιμούμε τον ήρωα μας, βρισκόμαστε σε αυτό τον χώρο για να διατρανώσουμε την αγωνιστικότητα που μας άφησε ως υποθήκη και να μείνουμε πιστοί στις αρχές και τα ιδανικά για τα οποία ο Δώρος Λοΐζου εξαργύρωσε με τη ζωή του.

Η δολοφονία του από τους φασίστες στις 30 Αυγούστου 1974 κατά τη δολοφονική και άνανδρη απόπειρα ενάντια στον ηγέτη του δημοκρατικού-αντιστασιακού Κινήματος μας Βάσο Λυσσαρίδη, δεν έκαμψε το φρόνημα και την αγωνιστικότητα μας. Αντίθετα μας πείσμωσε και μας χαλύβδωσε για να συνεχίσουμε τον δρόμο που άνοιξε ο μεγάλος μας ήρωας, ο μπροστάρης της Δημοκρατίας και της αξιοπρέπειας.

Αγαπητοί φίλοι,

Αισθανόμαστε την καθιέρωση του Βραβείου «Δώρου Λοΐζου», ως χρέος προς τον ίδιο αλλά και προς την ίδια την πατρίδα μας. Χρέος, καθήκον και επιτακτική ανάγκη να θυμόμαστε και να παραδειγματιζόμαστε.

Ο Πολιτισμός, τον οποίο υπηρέτησε με πάθος ο Δώρος Λοΐζου, είναι αιώνια πηγή του πνεύματος από την οποία πρέπει να αντλούμε δύναμη, ήθος, έμπνευση και εξέλιξη, στοιχεία που θα μας βοηθήσουν να ανακτήσουμε τη χαμένη μας αυτοπεποίθηση και την καλλιτεχνική μας έξαρση.

Ο πολιτισμός είναι το αντίδοτο στις δύσκολες ώρες που περνά ο τόπος μας. Με τον πολιτισμό και τα παράγωγα του, θα αποδεσμευθούμε από πάθη και αδυναμίες, για να προχωρήσουμε στη διαλεκτική της ανανέωσης, στη διανοητική ενέργεια και στον ουμανισμό.

Οι πολιτισμικές και καλλιτεχνικές δημιουργίες σε συνδυασμό με την Παιδεία, την τεχνολογία και την πληροφόρηση συμβάλλουν αποφασιστικά στην αναδιατύπωση της εθνικής μας ταυτότητας, διασφαλίζουν τη δυναμική παρουσία μας στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή, αναδεικνύοντας την πλούσια παράδοση και ιστορικότητα του λαού μας.

Ως εκ τούτου οι άνθρωποι που υπηρετούν τον πολιτισμό μας, οι εργάτες και οι σκαπανείς αυτού του σημαντικού κεφαλαίου πρέπει να τιμούνται και να επαινούνται για την προσφορά τους.

Φέτος η Θεματική Πολιτισμού του Κινήματος Σοσιαλδημοκρατών ΕΔΕΚ και η Κριτική Επιτροπή αποφάσισαν να απονείμουν επάξια το Βραβείο «Δώρου Λοΐζου» στους Ειρένα Ιωαννίδου- Αδαμίδου και Σάββα Παύλου, δύο ανθρώπων που η παρουσία τους στα πολιτισμικά δρώμενα του τόπου μας είναι σημαντικότατη, αξιέπαινη και ξεχωριστή στον τομέα της ποιότητας και της δημιουργίας.

Στην Ειρένα Ιωαννίδου – Αδαμίδου, τη συγγραφέα που με το έργο της καθιερώθηκε μια σημαντική φυσιογνωμία των γραμμάτων μας. Με αληθινή και γόνιμη δημιουργία καταγράφει, αναπαριστά και συνθέτει έργο με επίκεντρο τον άνθρωπο που αγωνίζεται για την ύπαρξη του. Η συγγραφέας κατάφερε με το έργο της να δημιουργήσει τη δική της λογοτεχνική κοσμογονία.

Στον Σάββα Παύλου, ένα ιδεολόγο αγωνιστή, με πλούσιο συγγραφικό έργο, με πολύπλευρη προσφορά στην εκπαίδευση, στη δημοσιογραφία και στη λογοτεχνία. Ένα πραγματικά ακούραστο εργάτη του πνεύματος που αγωνίζεται με την πέννα να δει ο τόπος μας καλύτερες μέρες.

Είμαι σίγουρος ότι στα πρόσωπα της Ειρένας – Ιωαννίδου Αδαμίδου και του Σάββα Παύλου, τιμούνται όλοι οι δημιουργοί και όλοι οι συντελεστές του πολιτισμού μας. Η συμβολή τους είναι τεράστια και στην εποχή μας επιτακτική.

Φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι,

Σε αυτή την κρίσιμη ώρα της κυπριακής ιστορίας, με συνεχιζόμενη την τουρκική κατοχή και απειλή, με την οικονομική κρίση να αναδεικνύει επιτακτικά το αίτημα για την ποδηγέτηση και τον έλεγχο των αγορών από τους δημοκρατικά νομιμοποιημένους θεσμούς, οι υποθήκες που πηγάζουν από τη ζωή και τη θυσία του Δώρου Λοΐζου είναι παρά ποτέ άλλοτε επίκαιρες και αναγκαίες.

Διαβεβαιώνουμε τον αθάνατο συναγωνιστή μας Δώρο πως θα συντηρήσουμε τη φλόγα του αγώνα με κάθε μέσο και κάθε θυσία, που ενισχύεται από τις αστείρευτες δυνάμεις του λαού μας και τη θέληση του να επιβιώσει και να ελευθερώσει την πατρίδα μας. Υποσχόμαστε ότι, τη σημαία που μας παρέδωσε δεν θα την υποστείλουμε, ως την ώρα που το φως της ελευθερίας θα αναβλύσει άπλετο.

Ας είναι ο θεσμός των βραβείων Δώρου Λοΐζου μια συνεχής υπόμνηση του ύψιστου χρέους της θυσίας και του αγώνα για ελευθερία, δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη.

ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ

Ευχαριστώ την ΕΔΕΚ, και τη Θεματική Πολιτισμού της ΕΔΕΚ καθώς και την Επιτροπή που μου έδωσε το βραβείο αυτό. Είμαι ευτυχής γιατί συμβραβεύομαι με την Ειρένα Ιωαννίδου-Αδαμίδου, που για τόσα χρόνια προσφέρει στην πνευματική ανάπτυξη του τόπου.
Κατά την προσφυή ρήση του Σινόπουλου, «είμαι ένας άνθρωπος που έρχεται συνεχώς από τον Πύργο» «είμαι ένας άνθρωπος που έρχεται συνεχώς από την Κοκκινοτριμιθιά», προσπαθώ τα πιο σύγχρονα ρεύματα ιδεών του Πανελληνίου και του Παγκοσμίου να τα δω με τα μάτια ενός παιδιού που μεγαλώνει σε μια μικρή κοινότητα και αρχίζει να αναγνωρίζει τον κόσμο -άλλα ρεύματα συμπλέοντας και ενισχύοντας και άλλα αρνούμενος και πολεμώντας τα.
Τα χρόνια περνούν και ποτέ δεν περίμενα να αξιωθώ αυτής της τιμής, να πάρω το βραβείο Δώρου Λοΐζου. Γνώρισα τον Δώρο Λοΐζου, πριν από τον θάνατό του, συνεργάστηκα μαζί του, ήταν πάντα άνθρωπος της προσφοράς, έτοιμος για το καλύτερο. Η θυσία του τον έκανε ίνδαλμα της εποχής μας και μπορώ να επιβεβαιώσω ότι ο Χάρος πήρε τον καλύτερο της γενιάς μας.
Ευχαριστώ, λοιπόν, για την τιμή που μου κάνατε.

ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ

20 Σεπτεμβρίου, 2014

Μαλάκα, ηλίθιε νεοκύπριε, που γράφεις στους τοίχους της Λευκωσίας το σύνθημα: ΦΩΘΚΙΑ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ, καταπιέζοντας εμάς τους κατοίκους Μεσαορίας και Ερυθροτερμινθίας που λέμε ΦΩΚΙΑ, και ΦΩΧΚΙΑ, φασίστα τροτσκιστή που περιφρονείς τις περιοχές Παλαιχωρίου και Πόλης Χρυσοχούς με το ΦΩΔΓΙΑ, μαμμόθρεφτο της Λευκωσίας που νομίζεις ότι θα επιβάλεις τον τύπο της γειτονιάς σου και θα συντρίψεις εμάς τους Παφίτες που λέμε ΦΩΔΚΙΑ.
Ηλίθιε τροτσκιστή, γράψε επιτέλους ΦΩΤΙΑ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ για να το καταλάβει όλος ο κόσμος και να μην καταπιέζεται κανένας.

Ημερολογιακά, 19/9/2014

19 Σεπτεμβρίου, 2014

Ημερολογιακά, 19/9/2014
Α. Ο σωρός, η σορός και ο Σόρος
Η λέξη [ο] σωρός σημαίνει πολλά πράγματα στοιβαγμένα ή πεταμένα στον ίδιο χώρο, το ένα πάνω στο άλλο (π.χ. στη γωνιά του δωματίου υπήρχε ένας σωρός από ρούχα).
Η λέξη [η] σορός σημαίνει το σώμα του νεκρού (π.χ. η σορός του ποιητή θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στο Ιερό ναό Αγίου Αντωνίου).
Η λέξη [ο] Σόρος παραπέμπει στον Τζωρτζ Σόρος, τον αμερικανό κερδοσκόπο επενδυτή, έναν άχρηστο άνθρωπο που δεν παράγει οτιδήποτε χρήσιμο για την ανθρωπότητα, απλώς συσσωρεύει λεφτά από το παιγνίδι των επενδύσεων και των χρηματιστηρίων, μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα του νεοφιλελευθερισμού, της απόλυτης επικράτειας της οικονομίας της αγοράς, και της οικονομίας –καζίνο, που έχει εκθεμελιώσει τον πλανήτη και έχει προκαλέσει τη δυστυχία σε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους.
Με άλλα λόγια Σόρος =σωρός με σορούς ανθρώπινες.

Β. Η ιεροτελεστία της βλακώδους κοινοτοπίας
(τελειώνοντας το βιβλίο του Μ. Κούντερα, Η γιορτή της ασημαντότητας)
Όταν στα εξώφυλλα των εντύπων, ή σε δηλώσεις σε εκπομπές, η περί ης ο λόγος ή ο περί ου ο λόγος (μιλάμε για ηθοποιούς, παρουσιαστές, αθλητές, μοντέλα μόδας, τραγουδιστές κ.λπ. κ.λπ.) λένε π.χ. ότι «το ξενοκοίταγμα λειτουργεί σαν αλατοπίπερο της σχέσης», ή ότι «εγώ δεν σηκώνω παρασπονδίες, τον δικό μου τον θέλω πιστό», ή ότι «στις διακοπές η αδρεναλίνη μου ανεβαίνει στα ύψη», ή ότι «όλοι οι άνθρωποι επιζητούν την αλλαγή», ακόμη: «σαν ηθοποιός θέλω να είμαι τέλεια», ή ότι «μας είναι απαραίτητη και λίγη θρησκεία» και χιλιάδες άλλες ατάκες με βλακώδεις κοινοτοπίες που προσφέρονται με στόμφο, σαν συμπυκνωμένη σοφία, μπαίνουν σε πλαίσιο, προβάλλονται ως τίτλοι του δημοσιεύματος, όλα αυτά δεν είναι παρά μια ιεροτελεστία της ασημαντότητας, της κοινοτοπίας, της μετριότητας. Ο ιεροτελεστικός λόγος που επιτελούσαν παλαιότερα οι εκκλησιαστικές, κρατικές, πολιτικές και άλλες εκδηλώσεις έχει αντικατασταθεί από το φασισμό της μετριότητας που εκφέρεται ιεροτελεστικά από τα κυρίαρχα Μ.Μ.Ε.
Υπάρχει ένα παιγνίδι σημαινομένων που με απλά λόγια δηλώνει τα εξής: Εγώ, που τα αναφέρω αυτά, είμαι μια φρικιαστική μετριότητα, αυτό που λέω είναι μια κοινότοπη ανοησία, μια κοινόχρηστη βλακεία εσύ, όμως, ο ακροατής ή αναγνώστης μου, που είσαι το ίδιο μια φρικιαστική μετριότητα, πρέπει να τα διαβάσεις σαν να ακούς μια αποκαλυπτική αλήθεια, ένα βαθυστόχαστο πράγμα, γιατί έτσι έχουν ορίσει και επιβάλει αυτοί που τα μαζεύουν.

Η ΤΟΥΜΠΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΑ ΣΤΗΝ ΑΜΦΙΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΗΦΑΙΣΤΙΩΝΑ

14 Σεπτεμβρίου, 2014

Η ΤΟΥΜΠΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΑ ΣΤΗΝ ΑΜΦΙΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΗΦΑΙΣΤΙΩΝΑ

Ἄν ἰσχύῃ -λέω ἄν- ἡ ὑπόθεση τοῦ ἀρχαιολόγου Θ. Μαυρογιάννη ὅτι ὁ τύμβος Καστᾶ στήν Ἀμφίπολη οἰκοδομήθηκε κατά παραγγελία τοῦ Ἀλεξάνδρου γιά τόν Ἡφαιστίωνα, τότε ἡ ὑπόθεση εἶναι ἀναπόφευκτο νά συμπαρασύρῃ καί τόν ἴδιο τόν μέγα Ἀλέξανδρο.
Εἶναι γνωστή ἡ σχέση θαυμασμοῦ -ἄν μή ταυτίσεως- τοῦ Ἀλεξάνδρου πρός τόν Ἀχιλλέα, πού εἶχε ὡς φυσικό ἀπότοκο αὐτήν τοῦ Ἡφαιστίωνα πρός τόν Πάτροκλο.
Ἀπ᾿ αὐτήν τήν ἄποψη, ἐνδιαφέρει ἰδιαίτερα ἡ τύχη τῶν ὀστῶν τοῦ Πατρόκλου καί τοῦ Ἀχιλλέως, ἔτσι ὅπως τήν προδιαγράφει ἡ ψυχή τοῦ Πατρόκλου στήν ραψωδία Ψ τῆς Ἰλιάδας:

μὴ ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέ᾿ Ἀχιλλεῦ͵
ἀλλ᾿ ὁμοῦ ὡς ἐτράφημεν ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν (Ψ 83-84)

ὣς δὲ καὶ ὀστέα νῶϊν ὁμὴ σορὸς ἀμφικαλύπτοι
χρύσεος ἀμφιφορεύς͵ τόν τοι πόρε πότνια μήτηρ. (Ψ 91-92)

Ἐν ὀλίγοις, ὁ Πάτροκλος ζητάει οἱ δυό φίλοι νά ταφοῦνε μαζί, κάνει δέ λόγο γιά ἕναν χρυσό ἀμφορέα ὁ ὁποῖος θά περιέχῃ τά ὀστᾶ καί τῶν δύο. Εἶναι φανερό ὅτι ἡ ταφική αὐτή διευθέτηση δέν μπορεῖ νά πραγματοποιηθῇ ἀμέσως, ἀφοῦ ὁ Ἀχιλλέας ζῇ, ἀλλά μέλλει νά ἀπασχολήσῃ αὐτούς πού θά μεριμνήσουν γιά τήν ταφή καί τήν μετακομιδή τῶν ὀστῶν τοῦ Ἀχιλλέα μετά τόν θάνατό του.
Κάτι τέτοιο εἶναι πιθανόν νά συνέβη καί μέ τόν Ἀλέξανδρο, νά ζήτησε δηλαδή νά ταφῇ σέ ἕνα κοινοτάφιο μέ τόν ἀκριβό του φίλο Ἡφαιστίωνα, κατά τό πρότυπο τοῦ κοινοταφίου Ἀχιλλέως – Πατρόκλου. Γι᾿ αὐτό καί ἡ ἱστορική πληροφορία ὅτι ὁ μέγας Ἀλέξανδρος τάφηκε στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου μπορεῖ νά ἔχῃ σχετική μόνο ἀξία: Κάλλιστα θά μποροῦσε νά εἶχε ταφῆ κατ᾿ ἀρχάς ἐκεῖ, καί μετά νά εἶχε ὑπάρξει κατ᾿ ἐπιθυμίαν του μετακομιδή τῶν ὀστῶν του -ὅπως ἐξ ἄλλου καί τοῦ Ἡφαιστίωνα-, ἔτσι ὥστε νά ταφοῦν μαζί.
Γι᾿ αὐτό λέμε ὅτι ἡ ὑπόθεση γιά σχέση τῆς τούμπας τοῦ Καστᾶ μέ τόν Ἡφαιστίωνα συμπαρασύρει καί τόν ἴδιο τόν μέγα Ἀλέξανδρο.
Εἶναι πιθανό ὁ τύμβος τῆς Ἀμφίπολης νά εἶναι κοινοτάφιο; Ὁ καιρός θέλει τό δείξει τίνος μάννα θέ νά λείψῃ. Οὕτως ἤ ἄλλως, ὅμως, καί αὐτό νά μή συμβαίνῃ, πρέπει νά ἐγκαταλείψουμε τήν ἀπόλυτη βεβαιότητά μας ὅτι ἡ τελική ταφή τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου ἔγινε στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου.

Χρῖστος Δάλκος, φιλόλογος
(κοινοποιώ το κείμενο του εξαιρετικού φιλολόγου Χρ. Δάλκου, γιατί η επιχειρηματολογία του είναι λογική, χωρίς άλματα, ευσεβοποθισμούς και ιδεολογήματα)Σ. Π.

ΣΚΟΡΠΙΣΘΕΝΤΑΣ ΣΥΝΑΓΑΓΕ (1) Το εσπερινό σκόρπισμα, μικροφιλολογικό εις “Το μυρολόγι της φώκιας”

14 Σεπτεμβρίου, 2014

τὸν μὲν ἄρ᾽ ἐγχέλυές τε καὶ ἰχθύες ἀμφεπένοντο
δημὸν ἐρεπτόμενοι ἐπινεφρίδιον κείροντες·
Ιλιάς, Φ203-204 (2)
καὶ τὴν μὲν [γυναῖκα] φώκῃσι καὶ ἰχθύσι κύρμα γενέσθαι
ἔκβαλον·
Οδύσσεια, ο 481-482 (3)

Είναι η ώρα που ο Αποσπερίτης θα φανεί λαμπερός στον ουρανό για να επιβάλει την τάξη της νύχτας. Όλοι θα μαζευτούν στο σπίτι, με ενισχυμένους τους συνεκτικούς δεσμούς. Μετά τις κουραστικές αγροτοποιμενικές, κυρίως, δουλειές, αλλά και τις εργασίες της θάλασσας, αρχίζει η ξεκούραση ανάμεσα στα οικεία πρόσωπα, ακολουθεί το βραδινό τραπέζι, ύστερα η κατάκλιση, τα όνειρα της νύχτας.
“Έσπερε, αστέρων πάντων ο κάλλιστος”, ψάλλει η Σαπφώ: Έσπερε που συνάγεις όσα εσκέδασε, σκόρπισε η φωτεινή αυγή, “φέρνεις πίσω το πρόβατο• φέρνεις πίσω την αίγα• φέρνεις και το μικρό παιδί στην αγκαλιά της μάνας του.”(4) Όμως αυτή την ώρα της συναγωγής, την ώρα που πάει να εμφανιστεί στον ουρανό ο Έσπερος, μία μικρά κόρη (ήτο η μεγαλυτέρα εγγονή της γραίας Λούκαινας, η Ακριβούλα, εννέα ετών) σκεδάννυσι, σκορπίζει από το σπίτι. Ίσως την είχε στείλει η μάννα της, ή μάλλον είχε ξεκλεφθή από την άγρυπνον επιτήρησίν της, και μαθούσα ότι η μάμμη ευρίσκετο εις το Κοχύλι, πλύνουσα εις τον αιγιαλόν, ήλθε να την εύρη, διά να παίξη ολίγον εις τα κύματα.
Μακριά από το σπίτι και την κοινωνία, μόνη της, αρνούμενη την περισυλλογή που σηματοδοτεί ο Έσπερος, έτσι θα αρχίσει η περιπέτεια με την τραγική κατάληξη. Θα μας προϊδεάσει ο Παπαδιαμάντης. Προοικονομεί με τα μνημούρια και άλλα. Μετά την αναφορά για τα σαπρά ξύλα που προέρχονται από ανακομιδές οστών θα επιμείνει σε: “λείψανα από χρυσές γόβες ή χρυσοκέντητα υποκάμισα νεαρών γυναικών, συνταφέντα ποτέ μαζί των, βόστρυχοι από κόμας ξανθάς, και άλλα του θανάτου λάφυρα”. Επιμένει σε τρία δηλωτικά νεαρών γυναικών το απόσπασμα αυτό του Παπαδιαμάντη και το εκλαμβάνω ως συνέχεια αρχαίων επιτυμβίων επιγραμμάτων που εκφράζουν τον πόνο για νεαρά κορίτσια που πέθαναν πριν γνωρίσουν τον υμέναιο, “προ γάμοιο θανούσαι”.(5) Ο Παπαδιαμάντης εκδηλώνει τη θλίψη του με πιο υπόγειο τρόπο, όμως στο τέλος, στο μυρολόγι της φώκιας, θα εκφράσει ευθέως την πίκρα για την «προ γάμοιο θανούσα» μικρή Ακριβούλα: Φύκια ‘ναι τα στεφάνια της, /κοχύλια τα προικιά της… (5)

Ο Παπαδιαμάντης δεν γράφει διηγήματα κατηχητικού ή κοινωνικού ή οποιουδήποτε άλλου διδακτισμού, και δεν επιτρέπει στη μονομέρεια να επιβληθεί. Εύχυμος και πλούσιος δείχνει το πολυσύνθετο και πολύπλευρο της ζωής, τις ρέουσες, αντιφατικές και ανταγωνιστικές της εκφάνσεις, όμως ξέρει, μέσα σ’ αυτό το πολυσύνθετο πλέγμα, να αναδεικνύει εμμέσως αυτό που θέλει να υποβάλει, ως πρόταγμα βίου και φύσης, ως τάξη του Θεού και του κόσμου, αλλά και ως επιλογή ελεύθερης βούλησης. Έτσι, την Ακριβούλα ίσως να την είχε στείλει η μάνα της ή μάλλον είχε ξεκλεφθή από την άγρυπνον επιτήρησίν της [αυτό το: μάλλον, καθώς και το: άγρυπνον επιτήρησίν της, κλίνει την πλάστιγγα] και αυτή να είχε απόλυτη ευθύνη για την απόφασή της να εκφύγει από την τάξη που επιβάλλει ο Αποσπερίτης και η έλευση της νύχτας.
Και η ίδια καθυστερεί γιατί σταματά και καμαρώνει τον μικρό βοσκό και ακούει τον αυλό του (μετωνυμία και του ανδρικού οργάνου), μέσα από την παιδική χλωροφύλλη αναδύεται η μέλλουσα γυναίκα, ο προσδιορισμός του φύλου της.
Ο Παπαδιαμάντης δεν μεταβάλλει εκκωφαντικά και κραυγαλέα, αλλά με μικρές ατυχείς συμπτώσεις, που επισωρεύονται και επικυρώνουν την τραγωδία.(6)
Η Ακριβούλα αγνοεί από πού αρχίζει το μονοπάτι που θα τη φέρει στη γιαγιά της, επιπλέον, τυχαία, βρίσκει τον μικρό βοσκό και καθυστερεί ακούοντας τη μουσική και καμαρώνοντάς τον, έτσι δεν υπάρχει το φως της μέρας που θα τη βοηθήσει στον δρόμο της, παίρνει λάθος μονοπάτι, προσπαθεί να επιστρέψει μα δεν βρίσκει τον δρόμο από όπου είχε κατέλθει γιατί ο ουρανός εσκοτείνιαζε, σύννεφα έκρυπταν τα άστρα, ακόμη και το φεγγάρι ήταν στη χάσιν του, έτσι γυρνά πάλιν προς τα κάτω, γλιστρά και πέφτει στο κύμα. Ο ήχος της φλογέρας έκανε να μη ακουσθή η κραυγή της, ο μικρός βοσκός άκουσε έναν πλαταγισμόν όμως μέσα στο βαθύ κοίλωμα όπου βρισκόταν δεν μπορούσε να δει και να αντιληφθεί τι έγινε, ακούει και η γριά Λούκαινα το πλατάγισμα από τη πτώση της Ακριβούλας όμως το εκλαμβάνει ως ήχο από τις πέτρες που ρίχνει στο γιαλό για να χαζεύει ο “σημαδιακός κι αταίριαστος” μικρός βοσκός. Χωρίς, λοιπόν, κορώνες, διεκπεραιώνεται η τραγωδία, όμως εκείνο το απλό «μπλουμ!» της πτώσης ηχεί στ’ αυτιά μας για καιρό.
Ο Παπαδιαμάντης τοποθετεί εν χώρω και εν χρόνω. Ένυλος, ακουμπά στο γη και στο φως, εμμένει στα πρόσωπα και τις καταστάσεις που περιγράφει, χρησιμοποιεί τις αισθήσεις και όχι τις λογοκρατικές συνταγές. Στην πορεία των ανθρώπων αναφέρονται τα τοπωνύμια, μια μικρή έκταση περιγράφει, μα την προσδιορίζει συγκεκριμένα με πέντε τοπωνύμια. Όλη η γη κεντημένη με λέξεις- τοπωνύμια. (7) Η πορεία του αφηγήματος καθορίζεται από την πορεία του φωτός. Όπως προσδιορίζει τον χώρο με τοπωνύμια προσδιορίζει και τη χρονική ανέλιξη με το φως, σ’ αυτή τη μεταιχμιακή ώρα μεταξύ ημέρας και νύχτας. Η γριά Λούκαινα έφερε “την παλάμην εις το μέτωπόν της, διά να σκεπάση τα όμματα από το θάμβος του ηλίου” που εβασίλευεν εις το βουνόν αντικρύ, μετά αναφέρεται στα μνήματα λάμποντα εις τας τελευταίας του ακτίνας, πιο κάτω θα προσδιορίσει: είχε δύσει εν τω μεταξύ ο ήλιος, μετά θα αναφέρει την «αμφιλύκην του νυκτώματος», το «είχε νυκτώσει ήδη» και πιο ύστερα «η γριά Λούκαινα εκοίταξεν εις το σκότος».
Στο Μυρολόγι της φώκιας ο Παπαδιαμάντης πετυχαίνει μια θαυμάσια μείξη. Επιμένει στον υλικό κόσμο, με μια γραφή απτική, της όρασης και της ακοής, και φτάνει σε μέθεξη -ούλος ορά, ούλος ακούει, μα και ούλος δε τε νοεί, φτάνει στην αποτύπωση του ήθους, του έθους και της συνήθειας ενός κόσμου, φτάνει σε κόσμους ιδεών και σε φιλοσοφική ενατένιση.
Το διήγημα από ρεαλιστικό εξελίσσεται μετά σε υπερπραγματικό, η φώκια που θέλγεται και πλησιάζει και συμμετέχει, αποτυπώνει κάτι το ειδωλολατρικό και πανθεϊστικό. Το πρώτο μέρος το ρεαλιστικό είναι ποιητικό, το δεύτερο, το ποιητικό με τα μυρολόγια της φώκιας και τους εντριβείς εις την «άφωνο γλώσσα» των φωκών είναι ρεαλιστικό, αφού μας αναδεικνύει τη σκληρή πραγματικότητα της φύσης, που το κατασπαράσσειν και βιβρώσκειν είναι μέρος της καθημερινότητάς της. Μια σπάνια μείξη όταν το πρώτο ρεαλιστικό-ηθογραφικό μέρος έχει μια ποιητικότητα στην περιγραφή του κόσμου και το δεύτερο το ποιητικό και υπερπραγματικό αναδεικνύει ρεαλιστικά τη σκληρότητα του κόσμου και την αναλγησία της φύσης ή μάλλον την α-ηθικότητα της φύσης που έχει τη δική της πορεία, που καταξιώνει την επιβίωση και το ένστικτο.
Αισθησιακή και ηδονική η θέαση της φύσης και της ζωής, που είναι μέγα καλό και πρώτο, όμως με απαραίτητο συνοδό τον θάνατο που τονίζεται με την υλική παρουσία που έχουν τα νεκρικά μνήματα και με τη μνήμη των δικών της νεκρών που κουβαλά επώδυνα η γριά Λούκαινα. Μέθεξη της ζωής, και στην πορεία της μικρής Ακριβούλας (να παίξει στα κύματα, η παρακολούθηση του μικρού βοσκού, η ομορφιά του κόσμου) ως το τέλος, πριν γίνει άθυρμα και τροφή και μυρολόγι της φώκιας, όπως συνειδητοποιεί την αξία και χαρά της ζωής και ο νέος άγγλος στρατιώτης πριν κατασπαραχθεί από τον καρχαρία, στον Πόρφυρα του Σολωμού.(8) Γιατί, πριν επισυμβεί το τραγικό, ο απορρώξ βράχος του γλιστρήματος και της πτώσης της Ακριβούλας, το μαύρο του χάσμα, «γελούσε κι αυτός στα λούλουδα». Και εξακολουθεί και μετά.
Ο Παπαδιαμάντης με τις αισθήσεις σε παγανιστική μέθεξη, ζητά τον κόσμο της ζωής και ας είναι χωρίς ηθική, ανειρήνευτος, της ωμότητας, όμως με ένα φως που κάνει το χώρο των πεθαμένων περιβόλι του Χάρου και κήπο της φθοράς.
Κατά το: Όμηρον εξ Ομήρου και Παπαδιαμάντην εκ Παπαδιαμάντη σαφηνίζειν. Όμως αυτή η αρχή μπορεί να εφαρμοστεί σε ένα μεγάλο έργο κάποιου ποιητή, έστω σε μερικά έργα του μιας περιόδου. Το διήγημα είναι ένα αύταρκες είδος και πρέπει να το βλέπουμε αυτόνομα, τι ορίζει το συγκεκριμένο λογοτέχνημα από την πρώτη λέξη του τίτλου μέχρι την τελευταία του κειμένου. Ειδικά όταν ο συγγραφέας γράφει για ένα μεγάλο διάστημα και γράφει κάποτε από διαφορετικές σκοπιές, ενσωματώνει νέες απόψεις και δίνει άλλες προεκτάσεις. Αν θέλουμε όμως να δούμε τις ρήξεις που επιτελεί και τις συνέχειες που αναπαράγει μέσα στο συνολικό έργο του Παπαδιαμάντη το Μυρολόγι της φώκιας, θα έλεγα ότι το έργο αυτό είναι ένα από τα πιο ειδωλολατρικά πεζά του μεγάλου Σκιαθίτη. Υπάρχει η εγκόσμια χαρά, ο αισθησιασμός της ζωής, η μέθεξη του υλικού κόσμου, έκσταση μπροστά στην ομορφιά της φύσης, υπάρχει η λατρεία του φωτός. Η ζωή είναι ωραία ο θάνατος είναι μαύρος και άραχλος. Δεν αισθάνεσαι ότι η αθώα εννιάχρονη Ακριβούλα με τον θάνατό της «απέπτη εις την άνω καλιάν των αγγέλων». Ο Παπαδιαμάντης διοχετεύει τη βαθύτατη πίκρα του γιατί η Ακριβούλα έχασε το πιο ακριβό, το δώρο της ζωής, γιατί ο χάρος ο αχόρταστος πέτυχε ακόμη μια νίκη. Στην Νέκυια της Οδύσσειας, ο Οδυσσέας προσπαθεί να παρηγορήσει τον Αχιλλέα να μην πικραίνεται για τον θάνατό του, γιατί όταν ζούσε οι Έλληνες τον τιμούσαν σαν θεό και τώρα στον κάτω κόσμο είναι μεγάλη η δύναμή του. Όμως ο Αχιλλέας απαντά καταπελτικά: Προτιμώ να ζούσα πάνω στη γη και να υπηρετούσα έναν φτωχό παρά να είμαι αρχηγός στον κάτω κόσμο, να βασιλεύω στους νεκρούς [ἢ πᾶσιν νεκύεσσι καταφθιμένοισιν ἀνάσσειν]. Ο Παπαδιαμάντης διαμέσου και του δημοτικού τραγουδιού που εκφράζει παρόμοια στάση και δεν βλέπει τίποτα το σωτηριολογικό στον θάνατο, συνδέεται με τον παγανιστικό κόσμο των αρχαίων ειδωλολατρών. Στο έργο αυτό ο Παπαδιαμάντης επιτελεί αυτή τη ρήξη.(9)
Όμως υπάρχει και μια πιο υπόγεια σύνδεση με ένα χαρακτηριστικό που διατύπωσε και σε άλλα πεζά του. Ο Παπαδιαμάντης είναι ειδωλολάτρης της ζωής και της φύσης, αλλά τη χαρά για τα δύο αυτά υπέρτατα αγαθά καθώς και την πίκρα του θανάτου επιζητεί ο άνθρωπος να τα βιώσει μέσα στα πλαίσια της κοινωνίας και της εκκλησίας. Δεν θέλει τους ανθρώπους του αποσυνάγωγους, μακριά από την κοινωνία, αλειτούργητους, ακοινώνητους, αλιβάνιστους («δεν είμαι αλιβάνιστος», θα πει με ανακούφιση και χαρά ο γέρων ερημίτης, ο μπάρμπα Κόλιας, που μετέχει ύστερα από χρόνια, μαζί με τους άλλους, στη λειτουργία της Αναστάσεως [Ο αλιβάνιστος]) και ο γέρος Φραγκούλας λόγω της τρικυμίας και του ναυαγίου θα πάει «άψαλτος, ασαβάνωτος, αμοιρολόγητος»[Άψαλτος]. Μα όλοι αυτοί έχουν την κατανόησή του και την αγάπη του και ας είναι πλάσματα παραπλανημένα και πεπτωκότα και αποσυνάγωγα, είναι χαρακτηριστική η στάση του στις «Μάγισσες», που κρυφά, γυμνές μέσα στο σεληνόφως, επιτελούν τις μυστικές τελετές τους. Ο Παπαδιαμάντης νιώθει τις λογικές των γυναικών/μαγισσών, μετεωρίζεται μαζί τους, συμβαδίζει με τις παρακλήσεις τους, εν τέλει συμπροσεύχεται. Συγκρατείται την τελευταία στιγμή με το ερώτημα για την καλή απολογία: Ιλεως, ίλεως γενού αυταίς, καλή Εκάτη! ίλεως την νύκτα ταύτην, αλλ’ εν τη ημέρα της Κρίσεως;
Μέσα στην ομορφιά του κόσμου πάει και η Ακριβούλα άψαλτη, ασαβάνωτη και αμοιρολόγητη από τους ανθρώπους, και το μόνο μοιρολόι είναι αυτό της φώκιας που μέσα στη σκληρή τάξη του φυσικού κόσμου το λέει πριν από το δείπνο της με το κορμί της.
Το στοίχημα στον Παπαδιαμάντη ήταν να καταφέρει τη διάκριση, να δώσει από τη μια την κοινή μοίρα του θανάτου και από την άλλη την πίκρα για το χαμό μιας συγκεκριμένης ύπαρξης, πάντοτε μοναδικής και ανεπανάληπτης, εδώ της αθώας Ακριβούλας. Και το καταφέρνει απόλυτα με μερικές αδρές πεζογραφικές πινελιές.
.
.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. πλανηθέντας τῇ φθορᾷ, ἐπίστρεψον ἡμᾶς, σκορπισθέντας ὡς ποιμήν, συνάγαγε ἡμᾶς (Τριώδιον, Θεοτοκίον αυτόμελον, Πέμπτη της Δ’ εβδομάδος)
2. χέλια και ψάρια τον κυκλόφερναν ολούθε, και παλεύαν/το ξίγκι στα νεφρά του ολόγυρα δαγκώνοντας να φάνε (μετ. Ν. Καζαντζάκη – Ι.Θ. Κακριδή)
και χέλια τον τριγύρισαν και ψάρια στριμωγμένα/κι έκοφταν κι άρπαζαν γοργά της νεφραμιάς το πάχος (μετ. Ιάκωβος Πολυλάς)
3. [Την πέταξαν τότε στη θάλασσα, λεία στις φώκιες και στα ψάρια (μετ. Δ. Μαρωνίτης)
4. μετάφραση Οδυσσέα Ελύτη (Σαπφώ Ελύτης, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 2004, σ. 30)
5. Από τον αρχαίο ορφικό ύμνο που αναφέρεται στην αδικία του Θανάτου όταν παύει του βίου τις νεανικές ακμές [=εν ταχυτήτι βίου παύων νεοήλικας ακμάς] ως την Αντιγόνη που θρηνεί στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλέους για την τύχη της: “ ἀνυμέναιον, οὔτε του γάμου μέρος λαχοῦσαν οὔτε παιδείου τροφῆς” που χάνεται χωρίς νε έχει ακούσει το τραγούδι του γάμου, ανύπαντρη χωρίς να αξιωθεί παιδί στην αγκαλιά της, ως τον Σολωμό: Γάμου εβλέπανε στεφάνι/ Κι άλλο εφόρεσες εσύ [=Στο θάνατο της μικρής ανεψιάς]• Ωραία κόρη, κι αυτό το κορμί,/ Οπού τούπρεπε φόρεμα γάμου,/ Πικρό σάβανο τώρα φορεί [=Η φαρμακωμένη], η πίκρα για τον θάνατο νέων ατόμων και ειδικά νέων γυναικών πριν από τον υμέναιο, επανέρχεται συνεχώς
6. Πβλ και το χάι κου του Ζήσιμου Λορεντζάτου, (Αλφαβητάρι, 1969):
Αχ η Ακριβούλα
κοχύλια τα προικιά της
Παπαδιαμάντη
6. Και στο διήγημα «Ο έρωτας στα χιόνια», επισυμβαίνουν μικρές ατυχείς συμπτώσεις πριν ο μπάρμπα Γιαννιός χαθεί μέσα στη φρικώδη ζέστη του χιονιού που εξελίσσεται σε σάβανο που τον σκεπάζει: Τη νύχτα αυτή, ο πρωταγωνιστής είναι μεθυσμένος πλειότερον παράποτε, αγγίζει το ρόπτρον της γειτόνισσας κατά λάθος, το παράθυρο ανοίγει και ακούγεται η φωνή “ποιος είναι” όμως δεν μπορούν να τον δουν από ψηλά καθώς ήταν κάτω από τον εξώστη, πέφτει στο χιόνι του δρόμου όμως το παράθυρο είχε κλείσει. «Κι αν μίαν μόνον στιγμήν» να αργοπορούσε θα τον είχε δει ο σύζυγος της Πολυλογούς, δεν τυχαίνει να τον δει λοιπόν ούτε αυτός ούτε όμως και κάποιος άλλος, ο μπάρμπα Γιαννιός δοκίμασε να σηκωθεί όμως ναρκώθηκε κι έμεινε κάτω, «και η χιών έγινε σινδών, σάβανον».
7. βλ. Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Αποσπινθηρίζοντας Σπουδάματα στον Παπαδιαμάντη, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2008 (σ. 219-221: Η δόξα των τοπωνυμίων)
8. Θ. Μπεχλιβάνης, Το «Μοιρολόγι της φώκιας» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και ο Πόρφυρας του Δ. Σολωμού. Παράλληλη ανάγνωση, περ. Φιλόλογος, Θεσσαλονίκη, 1990, αρ. 60, σ. 172-189.
9. Χρήστος Μαλεβίτσης, Ο αρχέγονος Παπαδιαμάντης. Σχόλιο στο «Μυρολόγι της φώκιας», στον τόμο Φώτα Ολόφωτα, εκδ. Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1981, σ. 391- 398. Είναι χαρακτηριστικό το μοιρολόι όταν ξεπροβοδούν τον νεκρό και τον καλούν να μη θυμίσει την ομορφιά της ζωής στους ενοίκους του Κάτω Κόσμου που θα συναντήσει, για να μην τους πικράνει να παρουσιάσει μια άλλη εικόνα:
Μην πης πως έρχεται Λαμπρή, πως έρχονται γιορτάδες.
Πες του Χριστού πως χιόνιζε και τη Λαμπρή θα βρέχη,
και την ημέρα τ’ άη Θωμά θα σέρνουν τα ποτάμια.
Πως δε θα βγούνε τα παιδιά με ταις γλυκειάϊς μαννάδες,
ούτε θα βγουν τ’ άδρόγενα να πολυαγαπημένα.

(Τελικό κείμενο για δημοσίευση στο περ. Νέα Ευθύνη)

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΑ

7 Σεπτεμβρίου, 2014

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΑ

3 Σεπτεμβρίου 2014
Η σημειολογία του Παρισιού. Η πόλη του φωτός, της χαράς, της ξεγνοιασιάς. Η πόλη του έρωτα.
Η πόλη της πρωτοπορίας στην τέχνη. Η πόλη των επαναστάσεων. 1789, Ιουλιανή, Φεβρουαριανή, Κομμούνα, Μάης 1968.
Σήμερα, για μένα, φορτίζεται με μια άλλη σύνδεση, δημιουργεί μια νέα μείξη: Παρίσι και καρκινοπάθεια.
Αύριο, επισκέπτομαι το Salpêtrière.

7 Σεπτεμβρίου 2014
Ο κλονισμός από την εμπειρία της καρκινοπάθειας δεν θα σ’ εγκαταλείψει ποτέ. Ακόμη και αν θεραπευθείς πλήρως. Στο πυρήνα του υπαρξιακού και βιολογικού σου κυττάρου έχει χαραχτεί ανεξίτηλα αυτό το θεμελιώδες θέμα και, έτσι, ακόμη και σε ώρες χαράς και μέσα σε καλούς φίλους και αγαπημένα πρόσωπα, αυτό το αίσθημα του τέλους και της παραίτησης θα επιστρέφει φωτίζοντας αλλιώς τις στιγμές σου.
Όπως αυτοί που πέρασαν από κελί μελλοθανάτου ή από στρατόπεδα μαζικής εκμηδένισης και γλίτωσαν και ενώ, ζωντανοί και ασφαλείς πια, χαίρονται τη ζωή και τις εκπλήξεις της, όμως αυτές οι οριακές ώρες της εμπειρίας τούς φορτίζουν αλλιώς όλες τις επόμενες στιγμές.
Για να μη μιλώ μονοδιάστατα. Αυτό το θέμα μπορεί να αλλάξει αν οι γιατροί αυξήσουν το ιάσιμο των περιπτώσεων με κακοήθεια και χαθεί το εκμηδενιστικό αίσθημα που έχει το άκουσμα αυτής της αρρώστιας. Και παραμείνουμε στα κεφαλαιώδη του θέματος ότι φιλοσοφία είναι μελέτη θανάτου. Όχι κοινόχρηστα, για κάθε αρρώστια και ατυχία. Αυτό, όμως, είναι θέμα των γιατρών που αναφέρεται σε μελλοντικές περιόδους. Προς το παρόν…