Archive for Δεκέμβριος 2011

Δεν σας φταίνε οι καημένοι οι Τούρκοι γιατί είσαστε νεοκύπριοι ή κατώτερης ευφυΐας

27 Δεκεμβρίου, 2011


 

Οι αποκαλύψεις του πρώην πρωθυπουργού της Τουρκίας, για την εντεταλμένη πυρπόληση των ελληνικών δασών, εκ μέρους των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις, τις νοοτροπίες και τις τακτικές που αναπτύσσει και εφαρμόζει η τουρκική, πειθαρχημένη και αποτελεσματική, επεκτατική πολιτική. Και άλλες φορές ειπώθηκε και επεξηγήθηκε ότι πολλά τεκμήρια για τις πυρκαγιές των ελληνικών δασών οδηγούν στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, όμως αμέσως, μόλις γραφόταν αυτό, ένας οχετός από κείμενα και λόγους, γραμμένους και εκφωνούμενους  από υψηλόμισθους και εις τα ανώτερα δώματα εντύπων και ραδιοτηλεοπτικών μέσων ευρισκομένους, ακολουθούσε, που μιλούσε για συνομωσιολόγους, εθνικιστές και άλλους φανατικούς, που τις αδυναμίες της Ελλάδας τις αποδίδουν, με «μανία και προκατάληψη», στους Τούρκους.

Θα ήταν καλό, αν είχαμε μια δυναμική και ελεύθερη δημοσιογραφία στην Ελλάδα, κάποιοι να έψαχναν και να εντόπιζαν τη σχετική συζήτηση, όταν αναφερόταν, η πιθανότητα έστω, ότι πίσω από τις φωτιές βρίσκονται οι μυστικές τουρκικές υπηρεσίες, τι γραφόταν, με μίσος και λοιδορία, από διάφορους προοδευτικώνυμους δημοσιογράφους.

Έχω ιδίαν πείρα όταν απέστειλα απάντηση στο ιδεοληπτικό και προκατασκευασμένο άρθρο του Λιάκου, στο Βήμα Αθηνών, για τους νεκρούς της μπανιέρας του 1963 και συνάντησα την πείσμονα άρνηση να δημοσιευτεί -η δικαιολογία του Πρετεντέρη, με τον οποίο επικοινώνησα, ήταν ότι ήρθε είκοσι μέρες μετά, συνήθως δημοσιεύουν απαντήσεις εντός δεκαπενθημέρου. Λοιπόν το Βήμα αφήνει την προπαγάνδα του Ντενκτάς χωρίς απάντηση, κατ΄ ακρίβειαν την προωθεί, με το δικαιολογητικό ότι το κείμενο έφτασε κοντά της λίγο αργά.

Το ιστολόγιο δημοσιεύει το κείμενο που εστάλη στο Βήμα, ως απάντηση στον Λιάκο, θυμίζοντας ότι εν τω μεταξύ αναγνωρίσθηκε ακόμη μια προβοκάτσια των Τούρκων -αξιωματούχος του τουρκικού κράτους παραδέχτηκε ότι οι βόμβες εναντίον τζαμιών στην Κύπρο, ενέργειες για τις οποίες κατηγορήθηκαν οι Έλληνες του νησιού, τοποθετήθηκαν από τουρκικά χέρια, εντεταλμένα από τις μυστικές υπηρεσίες της Τουρκίας.

Ας κλείσουμε όμως αυτό το σημείωμα, που προηγείται του κειμένου «Παραχαράξεις και διαστρεβλώσεις» με μια απλή διαπίστωση: Η Τουρκία μπορεί να ευθύνεται για πολλά και διάφορα στην Κύπρο. Δεν ευθύνονται όμως οι καημένοι οι Τούρκοι αν οι Κύπριοι μείωσαν το επίπεδο της σκέψης και της ευφυΐας τους, αν έγιναν νεοκύπριοι και  ιστορικώς αγράμματοι.

 

 

 

 

 

Παραχαράξεις και διαστρεβλώσεις

(ένα κείμενο που όφειλε να δημοσιεύσει  το Βήμα)

γράφει ο Σάββας Παύλου

 Εδώ και 1800 περίπου χρόνια, ο Λουκιανός μας έδωσε το σπινθηροβόλο κείμενό του «Πώς δει ιστορίαν συγγράφειν». Μη διαθέτοντας τη διεισδυτικότητα και εμβέλεια του εκ Σαμοσάτων μεγάλου συγγραφέα για συμπυκνωμένες, μα και χαριτωμένες, ιστορικές θεωρήσεις, μπορώ απλώς να αναφέρω μια μικρή υπόδειξη: τι πρέπει να αποφεύγουμε όταν γράφουμε ιστορία. Και αυτή η μικρή υπόδειξη είναι η επανάληψη της παγκοίνως γνωστής και παραδεκτής ρήσης για αποφυγή της πρόχειρης παράθεσης, χωρίς βάσανο και έλεγχο,  δεδομένων και τεκμηρίων. Όλα πρέπει να παρατίθενται αφού διασταυρωθούν και επιβεβαιωθούν πολλές φορές. Σε σημείωμά του Αντώνη Λιάκου στο Βήμα (ημερομηνίας:  2 Ιουνίου 2002) και με τίτλο: «Οι διχασμένες μνήμες. Μια απάντηση στις επικρίσεις για την ΕΟΚΑ», αναφέρεται και η ιστορία των τεσσάρων νεκρών που βρέθηκαν πεταμένοι στην  μπανιέρα του σπιτιού τους.  Τριών παιδιών και της μητέρας τους. Ένα, πράγματι, αποτρόπαιο έγκλημα που συνέβη στην τουρκοκυπριακή συνοικία της Λευκωσίας στις 24 Δεκεμβρίου 1963. Η αναφορά συνοδεύεται και από το ακόλουθο σχόλιο: «Το τουρκοκυπριακό σπίτι που έγινε η σφαγή είναι ένα πραγματικό σπίτι και όσα καταγγέλλονται είναι πραγματικά γεγονότα».

Όμως όσα καταγγέλλονται για την υπόθεση αυτή δεν είναι πραγματικά γεγονότα. Ακόμη, το θέμα έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από την τουρκική προπαγάνδα και απετέλεσε βασικό επιχείρημα για να εδραιωθεί η γενικότερη αντίληψη στο εξωτερικό για τους φτωχούς και ανυπεράσπιστους Τουρκοκύπριους (poor Turks). Πάντως από την αρχή ήταν γνωστό ότι στο έγκλημα αυτό δεν ενέχεται καθόλου η ελληνική πλευρά, ήταν ένα απεχθές έγκλημα το οποίο επιτέλεσε τουρκική σχιζοφρένεια και παραφροσύνη, συγκεκριμένα του Τούρκου γιατρού της ΤΟΥΡΔΥΚ ο οποίος μετά αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Η ηγεσία της τουρκοκυπριακής ανταρσίας, αφού εξαφάνισε αμέσως, μεταφέροντας αεροπορικώς στην Τουρκία, τον συζυγοκτόνο και παιδοκτόνο γιατρό, γιατί ήταν εύκολο να υποπέσει σε αντιφάσεις και ως ένοχος να μη μπορέσει να κατασκευάσει μια διήγηση δολοφονικής επίθεσης εκ μέρους άλλων,  εκμεταλλεύτηκε το γεγονός για λόγους προπαγάνδας αποδίδοντάς το στη γενοκτόνο διάθεση των Ελλήνων της Κύπρου (εφ. Ελευθερία, Λευκωσία, 10 – 1- 1964, σ. 1).[1]

Το θέμα δεν περιορίζεται όμως στον έλεγχο των πηγών. Για έναν που ξέρει να διαβάζει πίσω από τις γραμμές η ιστορία των τεσσάρων νεκρών της μπανιέρας είναι σημαντική για να κατανοήσει αρκετά  γύρω από  την κυπριακή υπόθεση. Η εύκολη διαστρέβλωση εκ μέρους της τουρκικής πλευράς και η αδίστακτη χρήση του γεγονότος για προώθηση της προπαγάνδας της, η συνεχής και πρόθυμη χρήση της φωτογραφίας αυτής από τα ισχυρά δυτικά ειδησεογραφικά πρακτορεία αποτελούν στάσεις και συμπεριφορές αρκετά αποκαλυπτικές. Χαρακτηριστικά πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι η φωτογραφία, με καταγγελία της υποτιθέμενης ελληνικής ενοχής, έκανε το γύρω του κόσμου μέσα από τις σελίδες του γνωστού Readers Digest καθώς και σε ετήσια  αγγλική φωτογραφική έκδοση (1965). Ακόμη, είναι αρκετά αποκαλυπτική και η επιπόλαια αναφορά στο θέμα αυτό από Κύπριους και Ελλαδίτες συγγραφείς και μελετητές. Γιατί, στην εξέλιξη του κυπριακού, βλέπουμε ακόμη και την τάση τα θύματα του τουρκικού επεκτατισμού να μετατίθενται στην πλευρά των θυτών κι αυτή η μετάθεση να γίνεται εκ μέρους των θυμάτων, μια αυτοκαλλιέργεια ενοχών που παραπέμπει σε ψυχαναλυτικούς όρους. Φαίνεται ότι η θέση του ταπεινωμένου θύματος δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή, φαίνεται ότι ο φόβος και το σπαρακτικό αίσθημα ανικανότητας και αδυναμίας για την ανατροπή των κατοχικών δεδομένων και την αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού εξηγεί εν μέρει αυτή την τάση αν συνυπολογιστεί ότι συνεπικουρείται από τις προσπάθειες για λύση η οποία, εξ όσων εμφαίνεται, θα είναι τόσο οδυνηρή για την ελληνική πλευρά που πρέπει, για να γίνει αποδεκτή, να χρησιμοποιηθούν και τέτοια  μέσα καλλιέργειας ενοχών.

Το σημαντικότερο: Τις προβοκάτσιες και διαστρεβλώσεις τις κάνουν οι δυνατοί, οι αδύνατοι οχυρώνονται πίσω από αρχές και νόμιμα προτάγματα. Ως αδύνατοι ξέρουν ότι αν μπουν στο χορό της προβοκάτσιας και των παράνομων ενεργειών θα δημιουργήσουν τέτοια δεδομένα στο θέμα τους που θα συντρίψουν πρώτα απ’ όλα τους ίδιους αφού αυτά προσιδιάζουν στο θράσος των ισχυρών. Η υπόθεση των νεκρών της μπανιέρας που αποδεικνύεται ειδησεογραφική προβοκάτσια της τουρκικής πλευράς, η προβοκάτσια της έκρηξης στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ που αποτέλεσε το έναυσμα για τη δοκιμασία του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης με τις βιαιοπραγίες, τους βιασμούς και τους νεκρούς των Σεπτεμβριανών του 1955, η προβοκάτσια με την έκρηξη, στις 7 Ιουνίου 1958, στο Τουρκικό Γραφείο Τύπου της Λευκωσίας που ομολόγησε σε συνέντευξή του ο Ντενκτάς και η οποία προκάλεσε την ένταση των διακοινοτικών ταραχών με νεκρούς και τραυματίες, αποδεικνύουν ότι ο κυπριακός ελληνισμός είναι το αδύνατο στοιχείο. Συναισθανόμενη τους πραγματικούς συσχετισμούς δυνάμεων, η ελληνική πλευρά στην Κύπρο παρ’ όλον ότι είναι η συντριπτική πλειοψηφία και κατέχει τις ιστορικές και πολιτιστικές περγαμηνές του νησιού εν τούτοις κινείται προσεκτικά,  πάντα στα πλαίσια της διεθνούς νομιμότητας και των αρχών δικαίου και με βάση τα προτάγματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνήθως με υποχωρήσεις και αποδοχή της μη πλήρους εφαρμογής τους προς όφελος των τουρκικών συμφερόντων, όταν η τουρκική πλευρά κινείται άνετα, χωρίς υπολογισμούς και δισταγμούς, στους ρυθμούς της παραχάραξης, διαστρέβλωσης και προβοκάτσιας.


[1] ) Βλ. ακόμη: Χριστόδουλος Παπαχρυσοστόμου, Άπαντα, τόμος Δ’, Λευκωσία 1999, σ. 157 – 159. Πολύ σημαντική είναι και η μαρτυρία του Τούρκου φωτογράφου, (ο οποίος φωτογράφισε τους νεκρούς της μπανιέρας) που αποδεικνύει περίτρανα τη σκευωρία, στο βιβλίο του Κώστα Γεννάρη, Εξ Ανατολών, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2001 , σ. 15 – 18.

Ο τρόμος μπροστά στο μεγάλο και το ηρωικό

23 Δεκεμβρίου, 2011


                                    Είπατε: «ή θα κάμουμε κάτι μεγάλο, ή δεν θα γυρίσουμε πίσω…»

Α. Σικελιανός, Πρωτέας

Η τοποθέτηση της αστυνομίας για τους δύο νεκρούς αξιωματικούς, που σκοτώθηκαν την ώρα της εκτέλεσης των καθηκόντων τους με την έκρηξη στο Μαρί, εντάσσεται μέσα σε μια διατεταγμένη  λογική. Στην Κύπρο του 2011, μέσα σε μια κοινωνία παρακμής και παραίτησης, του φόβου και των συμπλεγματικών πολιτών, δεν επιτρέπεται να υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι να κάνουν το καθήκον τους και από ευσυνειδησία να πεθαίνουν, όπως ο πλοίαρχος Ανδρέας Ιωαννίδης και ο Λάμπρος Λάμπρου. Δηλαδή θα καταστρέψουμε αυτή την κοινωνία, την οποία θέλουμε να μετατρέψουμε σε εσμό καλοπερασάκηδων, του ωχαδερφισμού και της κονόμας, που υποκύπτουν και υποκλίνονται στους δυνατούς και τις ανώτερες δυνάμεις, θα την καταστρέψουμε προβάλλοντας ή, τουλάχιστον, αναγνωρίζοντας, ψυχικό σθένος και στάση ζωής που υπερβαίνει  την ενστικτώδη συμπεριφορά των πρωτοζώων;  Κατεδάφιση, μην μείνει τίποτε όρθιο.

Σήμερα η κυρίαρχη ιδεολογία της καθεστηκυίας τάξης είναι η λαϊκιστική ισοπέδωση και ο αντιηρωική θεώρηση του βίου.  Όλοι αξίζουν, μπορούν να γίνουν τα πάντα, όμως μέσα στην ισοπέδωση του πιο χαμηλού πήχη.  Υπάρχει ο φασισμός της μετριότητας, της εξομοίωσης προς τα κάτω των πάντων, η υπονόμευση για κάθε τι που φαντάζει ανώτερο, που χρειάζεται ψυχικό σθένος για να το επιτύχεις, που απαιτεί ασκητική αφοσίωση, ανάληψη υπέρτερης ευθύνης, ηρωική αίσθηση του βίου.

Η γενικότερη τάση που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας είναι η δημιουργία του μαζικού πολίτη, χωρίς κορυφώσεις και διαφορές, που ζει χωρίς Μνήμη, Ύπαρξη και Ιστορία, ένας συρφετός μυρμηγκιών που συσσωρεύει σύμφωνα με τα καταναλωτικά πρότυπα, με επιθυμίες που εύκολα μπορούν να προβλεφθούν και εύκολα μπορούν να καλυφθούν, με τη συσσώρευση έτσι των ανυπολόγιστων κερδών  από τους μηχανισμούς παραγωγής, προώθησης και διανομής που είναι έτοιμοι.

Η αποδόμηση κάθε αξίας στην τέχνη και την καλλιτεχνική δημιουργία στοχεύει ακριβώς στην ισοπέδωση αυτή και στον πνευματικό καλλιτεχνικό χώρο. Η επέλαση των ποικίλων εκφραστών της απομυθοποίησης, της αποδόμησης για κάθε μεγάλο καλλιτέχνη και δημιουργό, συντείνει ακριβώς στη μαζική ψυχολογία της μετριότητας. Για κάθε ένα θα ανακαλυφθούν μύρια κουσούρια, φοβίες και συμπλέγματα, αρνητικά του βίου του και ελαττώματα. Σαν αστυνομικοί ντετέκτιβ οι φιλολογικοί, καλλιτεχνικοί και ιστορικοί ερευνητές θα τον παρακολουθήσουν  στις σχέσεις με τους άλλους και θα καταγράψουν με άφατη ηδονή τα φερόμενα ως αρνητικά, θα μπουν στο κρεβάτι του, στις καθημερινές του σχέσεις, στο θησαυροφυλάκιο του και στην ιδιωτική του ζωή. Ο κάθε μεγάλος είχε και ένα τουλάχιστον κουσούρι που πρέπει να σημειωθεί με ενθουσιασμό για να αποδειχτεί ότι και αυτός έχει τις ελλείψεις και τις αδυναμίες, τις μικρότητες και τις ανασφάλειες για  να κατεδαφιστεί ευκολότερα. Ο ένας έπαιρνε δανεικά και αγύριστα, ο άλλος ήταν αλκοολικός, ο τρίτος ερωτομανής, ο επόμενος βρισκόταν σε οικονομικές αντιδικίες με τον αδελφό του, άλλος ήταν έτσι και αλλιώς. Όλα, λοιπό, ισοπεδωμένα, ακόμη και η καλλιτεχνική δημιουργία, μην μείνει κάτι που να μπορείς να προσβλέψεις, να ατενίσεις, να δεις ως ανώτερο και υψηλό.

Ο σημερινός πολίτης δεν είναι ένας άνθρωπος που έχει το ψυχικό σθένος της αναγνώρισης του μεγάλου και του υψηλού, που έχει την πνευματική ετοιμότητα να αποδεχτεί το σπουδαίο, τη μεγαλοφυΐα, την ανώτερη πνευματική κατάθεση, την επιστημονική γνώση. Δεν θα πει με θαυμασμό ακούγοντας Μπαχ ή βλέποντας έργα του Ροντέν, η διαβάζοντας Αισχύλο, Σαίξπηρ, Σολωμό ή Ντοστογιέφσκι ότι είναι μια μεγαλοφυΐα αλλά πρέπει να σκεφτεί το κρεβάτι τους, τι περίεργο ή παράτυπο έχουν κάνει στη ζωή τους που θα καλύψει το έργο τους και θα ακυρώσει τον επιβαλλόμενο θαυμασμό.  Όλα θυσία στο φασισμό της μετριότητας.

Όταν, λοιπόν, στην Τέχνη έχει επέλθει η ισοπέδωση, φανταστείτε τις δυνάμεις που κινούνται στο θέμα της Ιστορίας, πως να ισοπεδώσουν κάθε ηρωικό στοιχείο και κάθε ηρωική πράξη, κάθε επαναστατική ενατένιση και κάθε περίοδο της ιστορίας κατά την οποία κινούνται άνθρωποι και μάζες που έχουν υπερβεί το μπακαλίστικο δούναι και λαβείν, που ρίχνονται με τη μέθη του μεγάλου και του ηρωικού.

ΝΙΚΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ, ΚΟΙΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΣΟΥ

18 Δεκεμβρίου, 2011

 

Δεν ήταν έτοιμος να κυβερνήσει ο Χριστόφιας, δεν ήταν έτοιμο να κυβερνήσει το ΑΚΕΛ. Μέχρι το 2008, το ΑΚΕΛ είχε μάθει να οχυρώνεται πίσω από τους άλλους, να παίρνει τη νομή της εξουσίας, αλλά χωρίς πολιτικό κόστος, κρατώντας για διαπραγμάτευση, συναλλαγή, ανταλλαγή και δανεισμό το υψηλό ποσοστό του κόμματος, πάντα κοντά στο 30%, που δεν χρειαζόταν πολιτική ευφυΐα για να το διατηρεί αφού αυτό αναπαραγόταν και επιβίωνε τόσο  από τους βιολογικούς νόμους (οι οπαδοί, όπως ήταν φυσικό, τεκνοποιούσαν) όσο και από τους όρους του πολιτικού παιγνιδιού στην Κύπρο που στηρίζεται στο διπολισμό και την εν είδει ποδοσφαιρικών ομάδων συσπείρωση των δύο μεγάλων κομμάτων.

Όμως μετά το Δημοψήφισμα του 2004 και την πανηγυρική επικράτηση του ΟΧΙ, πολλοί παράγοντες αφήνιασαν και ζητούσαν την κεφαλή του Τάσου Παπαδόπουλου επί πίνακι. Η ανάγκη τιμωρίας και απομάκρυνσης του Τάσου Παπαδόπουλου από την προεδρία ήταν επιτακτική. Η μόνη δυνατή περίπτωση ήταν η προσφορά της προεδρίας στο ένα σκέλος της δυναμικής που τον ανέδειξε, η προσφορά της προεδρίας στο ΑΚΕΛ που στο δημοψήφισμα είχε ψηφίσει ΟΧΙ, απρόθυμα όμως, με διάφορα ήξεις αφήξεις, ότι ψηφίζουμε το ΟΧΙ για να τσιμεντώσουμε το ΝΑΙ κ.λπ..

Έδρασαν πολλοί για να πάρει την προεδρία ο Χριστόφιας. Άγγλοι, Αμερικανοί, ΟΗΕ, η Ντόρα Μπακογιάννη που διέθεσε το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας στη διάθεση της προεκλογικής εκστρατείας του Χριστόφια. Κυρίως, όμως, σημαντική και καίρια ήταν η συμβολή του Νίκου Αναστασιάδη καθώς και άλλων πρωτοκλασάτων στελεχών του ΔΗΣΥ για την ανάδειξη του Χριστόφια. Η ανώτατη ηγεσία του ΔΗΣΥ με απύθμενο αντιπαπαδοπουλικό μένος έδρασε καθοριστικά, έκανε την «υπέρβαση» και έτσι βρεθήκαμε με ένα απολίθωμα της πάλαι ποτέ Σοβιετίας στην προεδρία της ευρωπαϊκής Κύπρου. Για όσους γνώριζαν τις ιδεολογίες και πρακτικές του ΑΚΕΛικού χώρου ήταν σίγουρο ότι θα παρακολουθούσαμε ένα κρεσέντο αυθαιρεσίας, οπερέττας, ανικανότητας, αυταρχισμού, κωμωδίας και παραλογισμού.

Σήμερα που τα πάντα έχουν διαλύσει στην πολιτική, στην κοινωνία, στην οικονομία, στη διαχείριση του Κυπριακού, με την έκρηξη στο Μαρί να βαραίνει, πρέπει να τονίζουμε και την ευθύνη του Νίκου Αναστασιάδη για την κατάντια μας, γιατί η δική του συμβολή και οι δικές του μεθοδεύσεις έφεραν στην εξουσία ένα σταλινικό κόμμα της ψυχροπολεμικής περιόδου.

Σε όλη αυτή τη φρικιαστική έκπτωση σε κάθε θέμα, στην καταστροφή και οπισθοδρόμηση, στις γύρω από το Κυπριακό ανοησίες και ερασιτεχνισμούς, πρέπει να τονίζεται και η δική του ευθύνη. Όταν ακούγονται τα ακελικά ανούσια, οι ακελικές ανοησίες και πρακτικές πρέπει και να δηλώνεται ευθαρσώς: Νίκο Αναστασιάδη, κοίτα τα έργα σου.

[Μετά δέκα έτη, ένα κείμενο του 2002, που αποσύρθηκε:] Δημόσιες εμφανίσεις και μέσα μαζικής ενημέρωσης

16 Δεκεμβρίου, 2011

 

Εν πρώτοις πιστεύω ότι την εποχή του τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού πληθωρισμού υπάρχει η ανάγκη προστασίας από τις συχνές εμφανίσεις. Εύκολα μπορεί να γλιστρήσει ο οποιοσδήποτε στην τακτική συμμετοχή και την εύκολη προβολή, γι’ αυτό  πρέπει  να προστατεύουμε  τον εαυτό μας από την  έκπτωση και τη φθορά. Μετά την πικρή δοκιμασία της τελευταίας συμμετοχής σε εκπομπή του ΡΙΚ για τη 15η Ιουλίου, επιβάλλω στον εαυτό μου περίοδο ασκητείας: Μη εμφάνιση σε οποιαδήποτε εκπομπή για έναν περίπου χρόνο. Μια απλή απόφαση που σε ανακουφίζει και σε ηρεμεί.

Και ακόμη κάτι άλλο, πολύ πιο σημαντικό. Κρίνοντας τη συζήτηση του ΟΠΕΚ με θέμα: «Η ιστορία στην εκπαίδευση», η κ. Βαλανίδου, μας έδωσε ένα ντοκουμέντο ιδεολογημάτων ενός επαρχιακού λόγου (= «Τα λάθη μιας συζήτησης», εφ. Πολίτης, 7 Ιουλίου 2002, σ. 27). Είναι χαρακτηριστική, την εποχή των διεπιστημονικών προσεγγίσεων και της επιστημολογίας, η εν εκστάσει εμμονή της κ. Βαλανίδου στον «επιστημονικό» λόγο. Δυστυχώς ο επιστημονικός λόγος στον οποίο αναφέρεται είχε ελεγχθεί στη συζήτηση και αναφέρθηκαν σωρεία λαθών, παραχαράξεων και διαστρεβλώσεων. Θυμίζοντάς μας αλήστου μνήμης εποχές σταλινισμού, η σημειωματογράφος, κατά το «ο πατερούλης ξέρει», συνεχίζει ακάθεκτη εκθειάζοντας.

Ακόμη, στο σημείωμά της προχωρεί σε μια προκατειλημμένη και υστερόβουλη επίθεση κατά του ατόμου μου παρουσιάζοντάς με να διακόπτω, να μιλώ όσο ήθελα  και όποτε ήθελα. Δυστυχώς, για όσους διαστρεβλώνουν και παραχαράσσουν, η ευκολία μαγνητοφωνικής καταγραφής σήμερα, τους αποκαλύπτει και αποδεικνύει την κατασκευή τους και το ψεύδος τους. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει, στα γραφεία της εφ. Πολίτης, μαγνητοταινία με καταγραφή της συζήτησης η οποία τεκμηριωμένα αποδεικνύει ότι δεν διέκοψα κανένα (αντιθέτως), μίλησα λιγότερο από τους υπόλοιπους ομιλητές και σύμφωνα με την τάξη της συζήτησης.   Η μαρτυρία και η καταγραφή ενός γεγονότος δεν επιτελείται στα καφενεία και στα βαλανεία κ. Βαλανίδου. Είναι πράξη ειλικρίνειας και εμπλουτισμός των γνήσιων δεδομένων που θα συντελέσουν στην αυτογνωσία μας. Γι’ αυτό θα σας παρακαλούσα να επικοινωνήσετε με τα γραφεία της εφ. Πολίτης για να σας αποσταλεί η μαγνητοταινία σε οποιαδήποτε διεύθυνση θελήσετε. Πιστεύω ότι μετά τη νέα ακρόαση η αντικειμενικότητά σας θα ανασυρθεί και θα δούμε μια νέα συνεργασία που θα ανασκευάζει.

Σάββας Παύλου [Ιούλιος 2002]

Υ. Γ. Πρόκειται για την περίφημη συζήτηση του ΟΠΕΚ στη Λευκωσία, στις 2 Ιουλίου του 2002, για το νέο βιβλίο Ιστορίας της Γ’ Λυκείου. Στη εκδήλωση μίλησαν οι Α. Λιάκος, Α. Ηρακλείδης, Σία Αναγνωστοπούλου, Δ. Ταλιαδώρος και ο υπογράφων.  Υποστήριξα εκεί ότι αυτή η επιθεση εναντίον της Ιστορίας και η μείωση των αγώνων της Κύπρου εντασσόταν σε μια ευρύτερη προσπάθεια κατεδάφισης της αξιοπρέπειας και περηφάνιας αυτού του τόπου για να περάσουν πιο εύκολα δυσώνυμα σχέδια που κουρέλιαζαν κάθε αρχή -σε λίγους μήνες άρχισαν τα όργανα με το σχέδιο Ανάν. Έκπληκτος είδα, ύστερα από πέντε μέρες, στην εφημερίδα Πολίτης ένα κατεδαφιστικό για μένα άρθρο της κυρίας Βαλανίδου, φαίνεται ότι τα επιχειρήματα που ανέφερα στη συζήτηση προκάλεσαν ανησυχία και συναγερμό, έπρεπε, λοιπόν, να μειωθεί ο εκφραστής τους, ότι, τουλάχιστον, είναι αγενής και προκλητικός –για την επιχειρηματολογία ουδέν ακούστηκε στο σημείωμα της κ. Βαλανίδου, η υπονόμευση έγινε με πλάγια μέσα. Έστειλα το προηγούμενο κείμενο στον Πολίτη όμως σε λίγο πήρα τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας και ζήτησα να μη δημοσιευτεί το κείμενό μου. Ο λόγος ήταν απλός. Ήμουν τότε επιθεωρητής του Υπουργείου Παιδείας και οι ευαισθησίες μου δεν μου επέτρεπαν να κρίνω κάποια που ήταν υφιστάμενή μου. Έστω και αν ήταν τυπικά υφιστάμενή μου -τυπικά γιατί ανήκε σε άλλη ειδικότητα, έστω και αν αυτή ήρξατο χειρών αδίκων. Πάντως ο κυρία Βαλανίδου τάχιστα βρέθηκε στις Βρυξέλλες, σε θέση επίζηλη, ανταμείφθηκε καλά μόλις βγήκε ο Παπαδόπουλος, στις εκλογές του 2003, και το ΑΚΕΛ προωθούσε όλους τους κομματικούς του. Και εγώ, όμως, ύστερα από δέκα χρόνια -τώρα που έφυγα από το Υπουργείο και δεν έχω οποιαδήποτε ιδιότητα προϊσταμένου και η κυρία Βαλανίδου ανήλθε στην εκπαιδευτική ιεραρχία-, μπορώ να το κοινοποιήσω.

ΟΙ ΚΥΠΡΙΟΙ [και οι προοδευτικοί] ΠΑΝΤΟΤΕ ΘΑ ΝΙΚΟΥΝ

10 Δεκεμβρίου, 2011

 

Αύριο θα δείτε και τέτοια δημοσιεύματα σε εφημερίδες. Κάποιος Κύπριος στη συνέντευξή του θα λέει κάτι που θα γίνει και τίτλος του δημοσιεύματος:   Με ενδιαφέρει πάντοτε η τέχνη τζιαι η λογοτεχνία ή κάποιος άλλος να μιλά για το νέο βιβλίο του που, όπως περιγράφει, θα αναφέρεται σε Ιστορίες τζιαι παροιμίες του παππού.

Αυτό το «τζιαι»!, αυτό το «τζιαι»!, θα λυγίζει σίδερα, θα κάνει τις καρδιές να ολοφύρονται από συγκίνηση, τα μάτια να υγραίνονται.  Να το «τζιαι» σε μια καθιερωμένη εφημερίδα, σε καθημερινή εφημερίδα που γράφει μόνο στην πανελλήνια δημοτική, που γράφει μόνο «καλαμαρίστικα». Προχωράμε καλά, ακόμη μια νίκη, η κυπριακή διάλεκτος και το εκλεκτό «τζιαι»  γράφεται  πια και σε επίσημες και καθιερωμένες εφημερίδες.

Άλλοι και αλλού, όταν ανίχνευαν και ανιχνεύουν τις διαλεκτικές τους ρίζες και εκφράσεις, τη διάλεκτό τους γενικά, γινόταν και γίνεται από ανθρώπους που έχουν έρωτα ελληνικής γλώσσας. Έτσι λειτούργησε στην Κύπρο και ο Βασίλης Μιχαηλίδης, ο Λιπέρτης, ο Μόντης, ο Πασιαρδής, ο Κώστας ο Βασιλείου, έτσι λειτούργησαν και λειτουργούν τόσοι άλλοι στην Ελλάδα που εκφράστηκαν και μελέτησαν την κρητική ή την ποντιακή διάλεκτό τους καθώς και τόσες άλλες διαλέκτους που λειτουργούν στον ευρύτερο ελληνικό χώρο. Έβλεπαν πως άρδευε η αγαπημένη διάλεκτος τη αγαπημένη ελληνική γλώσσα και πως αρδευόταν από αυτή.  Σε όλες τις εκφράσεις, στη γενική και καθιερωμένη κοινή, στις διαλέκτους, στην αργκό, στις επαγγελματικές  και στις συνθηματικές γλώσσες. Ναι, έρωτας γλώσσας ελληνικής.

Στην Κύπρο η αναφορά στην κυπριακή διάλεκτο και η προβολή της παρουσιάζεται από αρκετούς ως ανταγωνιστική και αντιτιθέμενη στην πανελλήνια κοινή. Πρόκειται για μικρόψυχους επαρχιώτες, που βλέπουν εχθρικά την πανελλήνια κοινή και κάθε λίγο και λιγάκι ανασύρουν τα στενοκέφαλα επαρχιώτικα σύνδρομά τους.  Θα το πληρώσει όλη η κυπριακή κοινωνία, με άμεση συνέπεια την πτώση της πνευματικής και πολιτιστικής της στάθμης, την πτώση των κριτηρίων και των απαιτήσεών της. Δεν είναι όμως, μόνο, οι συνέπειες της επαρχιώτικης αυτάρκειας και αυταρέσκειας, υπάρχει και κάτι άλλο που παίζεται σε αυτό το παιγνίδι.

Στην Κύπρο η κυρίαρχη εξουσία είναι τα κατοχικά στρατεύματα, η σιδερένια πραγματικότητα της κατοχής αποτελεί ένα συνεχές και επίπονο άγχος, μια καταθλιπτική-συντριπτική κατάσταση.  Το κυπριακό  κατεστημένο έχει αποδεχτεί (πάντοτε με την υποκίνηση και σε συνεργασία με Άγγλους, Αμερικανούς κ.λπ.) τα κατοχικά δεδομένα, προσπαθεί απλώς να περάσει αυτή τη λύση, να την κάνει αποδεκτή. Δεν το δηλώνει ευθέως, παραπλανεί τον κυπριακό ελληνισμό -κυριότερη τακτική για θόλωμα των νερών είναι η ανεύρεση μικρών στόχων, η αίσθηση νικών. Κάθε λίγο και λιγάκι κάτι μηχανεύονται και έχουν να ασχολούνται για να μην δουν το μείζον : την κατοχική πραγματικότητα. Πότε, λοιπόν, καταφέρονται εναντίον της αμυντικής θωράκισης της Κύπρου (νίκη εναντίον του μιλιταρισμού! και εναντίον του στρατοκρατικού πνεύματος!), πότε εναντίον των δεσμών και των σχέσεων με την Ελλάδα και τον ελληνικό πολιτισμό (νίκη εναντίον του εθνικισμού!), πότε εναντίον των συνεκτικών δεσμών της κυπριακής κοινωνίας, του πείσματος και της επιμονής της (νίκη του εκσυγχρονιστικού πνεύματος εναντίον του συντηρητισμού!), πότε εναντίον της ιστορικής μνήμης, της μνήμης για τους παλιούς αγώνες του τόπου, για τις κατεχόμενες πατρίδες (νίκη εναντίον του σοβινισμού!)

Μας δίνουν νίκες, δήθεν νίκες, για να δεχτούμε πιο άνετα τα αποτελέσματα της μεγάλης ήττας του 1974. Έχουμε «πνιγεί» στις πολλές εικονικές νίκες, μας φλόμωσαν στα υποκατάστατα με νίκες για να μην αντιλαμβανόμαστε τη στατική και αμετακίνητη τραγική μας κατάσταση.

Τώρα η προβολή της διαλέκτου ως ανταγωνιστική της πανελλήνιας κοινής  θεωρείται άλλη μεγάλη νίκη. Τώρα θα παρουσιάζεται ότι νικούμε γιατί πετάμε κάποιο τζιαι.

Η μεγαλύτερη νίκη του εχθρού είναι να σε μετατρέψει σε υποκείμενο που σκέφτεσαι με τους όρους του και με τη δική του λογική. Εδώ μπορούμε να πούμε ότι η αντιπαράθεση με την αγγλοκρατία, που χαρακτήρισε την ιστορία του νεότερου ελληνισμού της Κύπρου, έληξε με την πλήρη επικράτηση των Άγγλων.  Επίσημα έφυγε η Αγγλία από την Κύπρο, ανεπισήμως κυριαρχεί και εμείς σκεφτόμαστε, αντιδρούμε, χαράζουμε γραμμή όπως μας ήθελε η παλιά αποικιοκρατία της Κύπρου. Και όπως μας θέλει η μέλλουσα τουρκοκρατία.

Ένα διεισδυτικό κείμενο του Σάκα Ντιγκάνε

2 Δεκεμβρίου, 2011

Πέθανε ο Νέλσων Μαντέλα, ο άνθρωπος που πάλεψε εναντίον του απαρτχάιντ  της Νοτίου Αφρικής. Τάφηκε μέσα σε εκδηλώσεις πένθους για την απώλεια και θαυμασμού για τους αγώνες του εναντίον του ρατσισμού. Όλος ο πλανήτης υπέβαλε τα σέβη του στον μεγάλο νεκρό.   Γι’ αυτό και επαναφέρουμε στην πρώτη θέση του ιστολογίου έναν κείμενο του Σάκα Ντιγκάνε, συμπατριώτη του Μαντέλα. Κείμενο που το έγραψε κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Κύπρο.

ΕΝΑ ΔΙΕΙΣΔΥΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΣΑΚΑ ΝΤΙΓΚΑΝΕ

Πολλές φορές οι ξένοι μάς βλέπουν καλύτερα, συλλαμβάνουν τάσεις και νοοτροπίες μας που εμείς δεν είχαμε καν υποπτευθεί

Η εξήγηση είναι απλή. Γνωρίζουν την κυπριακή κοινωνία, μα δεν έχουν κολλήσει στο χυλό των φαινομένων της, έχουν εκείνη την αποστασιοποίηση που τους επιτρέπει παρατηρήσεις και  ανιχνεύσεις που σπάνια εντοπίζουν οι  εντόπιοι. Οι παρατηρήσεις του Σάκα Ντιγκἀνε είναι ενδεικτικές. Φοιτητής εδώ στο Πανεπιστήμιο του Περιστιάνη, στο τμήμα Πολιτικής και κοινωνιολογίας, έγραψε το άρθρο αυτό κυριολεκτικἀ στο γόνατο, όταν του το ζήτησα ύστερα από συζήτηση για την κυπριακή κοινωνία. Γιατί δεν τα γράφεις αυτά, του είπα, όταν άκουσα τις διειδυτικές πρατηρήσεις του για μας.  Το έγραψε σε μισή ὠρα και μου το έδωσε. Το αναρτώ και γω στο ιστολόγιό μου ευχαρίστως.  Σ.Π.

Σάκα Ντιγκάνε ομοπάτριος

Η Νοτιαφρικανική εμπειρία

του Σάκα Ντιγκάνε

Μ.Α. sociology and politics

Είστε τρελοί εσείς οι Έλληνες. Εσείς οι Έλληνες της Κύπρου, που σας γνώρισα καλά. Και για να μην δημιουργήσω αρνητικά συναισθήματα από την αρχή, πρέπει να τονίσω ότι ήρθα στο νησί σας από αγάπη για τον ελληνικό πολιτισμό. Η ελληνική μυθολογία ήταν το αγαπημένο μου βιβλίο, για χρόνια κατέφευγα στις σελίδες του, σχεδόν το αποστήθισα. Στο χωριό που γεννήθηκα, δίπλα από το σπίτι  μας, μια οικογένεια είχε δώσει και στα επτά παιδιά της μόνο αρχαιοελληνικά ονόματα: Αριστείδης, Ιάσονας, Σωκράτης, Αντιγόνη κ.λπ. Ένας έξυπνος δικός σας, μάλλον ένας εξυπνάκιας δικός σας, που τον ξένιζε να βλέπει τα κατάμαυρα παιδιά των Ζουλού με αρχαιοελληνικά ονόματα είπε: Και τι σχέση έχουν οι Ζουλού με τον Όμηρο και τον Πλάτωνα; Ο γείτονας μας, ο πατέρας των παιδιών, του είπε με περηφάνια: Οι Έλληνες έχουν πια πατρίδα όλη τη Γη.

Για αυτό και με ξενίζει η στάση σας στο Κυπριακό. Ενώ ένας Ζουλού δηλώνει περήφανος για την ελληνική του συνάφεια και σύνδεση με τον ελληνικό πολιτισμό, εσείς κρύβετε με ενοχές και άλλα συμπλέγματα την ελληνική σας Ιστορία και Παράδοση, το ότι η Κύπρος ήταν πάντα μέρος του ελληνικού πολιτισμού, ακόμη ενώ ο περί ου ο λόγος Ζουλού θεωρεί το ελληνικό πνεύμα να έχει πατρίδα πια όλη τη Γη, εσείς κινδυνεύετε να χάσετε την πατρίδα σας, μια αρχαιότατη κοιτίδα ελληνισμού. Δεν το αντιλαμβάνεστε ότι η συνεχής προβολή της Ιστορίας, η συνεχής προβολή της ελληνικής ταυτότητας της Κύπρου αποτελεί όπλο στον αγώνα σας; Πάντως για να κλείσω το κεφάλαιο με την αγάπη μου στην ελληνική μυθολογία: όταν ξεκίνησα από τη χώρα μου, πρώτη φορά στη ζωή μου, αποχαιρέτησα τη μάνα μου και τους άλλους δικούς μου με τη φράση: Ο αργοναύτης ξεκινά.

Πλην ο τρίτος σταθμός, μετά την Ελλάδα και την Αγγλία, της αργοναυτικής μου εκστρατείας, δηλαδή η Κύπρος (που ήρθα εδώ στο Πανεπιστήμιό της), με γέμισε με διάφορα αρνητικά συναισθήματα. Γιατί έχοντας άμεση εμπειρία από τον νοτιοαφρικανικό αγώνα για ελευθερία και ισότητα, δεν πίστευα ότι θα σημείωνα τόσα λάθη, εγκληματικά λάθη, παραλείψεις και γκάφες δικές σας.

Φέρνω δυο παραδείγματα: Και σε μας οι λευκοί άποικοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια διχοτομημένη χώρα. Διχοτομημένη σε λευκούς και μαύρους, διχοτομημένη σε δύο ξεχωριστά εκλογικά σώματα, μοιρασμένη σε δύο ξεχωριστές περιοχές, στη μια με λευκή πλειοψηφία και στην άλλη με πλειοψηφία των μαύρων. Και όλα αυτά θα συνενώνονταν σε ένα δήθεν ενιαίο κράτος με διάφορες ομοσπονδιακές δομές. Οι Ζουλού της Νότιας Αφρικής κατάλαβαν την πλεκτάνη, ότι θα είχαμε διαιώνιση του ρατσιστικού καθεστώτος, απλώς θα άλλαζε η βιτρίνα και όχι η ουσία, και αντιτάχτηκαν σθεναρά. Με περηφάνια τόνιζαν δυνατά και συνεχώς: Η Νότια Αφρική θα είναι μια ενιαία χώρα, όπου όλοι οι πολίτες της θα κυκλοφορούν και θα εγκαθίστανται ελεύθερα σε όποιο μέρος της θέλουν, θα υπάρχει ενιαίο εκλογικό σώμα  και κάθε άνθρωπός της θα ισούται με μία ψήφο.

Εσάς τους Έλληνες δεν μπορώ να σας καταλάβω. Εθελούσια αποδέχεστε ρατσιστικούς διαχωρισμούς, ξεχωριστές περιοχές, κάθε ελληνοκύπριος θα διαθέτει μισή ψήφο και κάθε τουρκοκύπριος τέσσερις. Απίστευτο, ακόμη δέχεστε εκ περιτροπής προεδρία. Αν είναι ποτέ δυνατόν!

Ένα άλλο παράδειγμα: Σε μας ήταν καθαρά τα ιδεολογικά περιγράμματα, και τα πιστεύω και οι αρχές μας δεν ήταν δαντέλες για το χορό του καρναβαλιού. Αν κάποιος έδειχνε να συζητούσε καν το θέμα των ξεχωριστών περιοχών, ή άλλων απόψεων της λευκής αποικιοκρατίας και του ρατσιστικού καθεστώτος, αμέσως απομονωνόταν, τον έδειχναν με αποτροπιασμό, ήταν ο ρίψασπις, ο προδότης. Ήταν ο εκφραστής του πιο απαίσιου συντηρητισμού, του ρατσισμού και της καταπίεσης. Οι γυναίκες μας δεν του μιλούσαν, οι άντρες μας του έστρεφαν τη ράχη με περιφρόνηση. Γι’ αυτό και νικήσαμε, γιατί οι Ζουλού στάθηκαν περήφανοι. Σε σας βλέπω μια μεγάλη ανατροπή. Έρχονται και λένε τα ίδια, όπως σε μας οι υποστηρικτές του απαρτχάιντ, όμως οι δικοί σας έχουν ένα ύφος, κάνουν μια φιγούρα ότι δήθεν λένε σπουδαία πράγματα, προοδευτικά, μοντέρνα!!! Αν είναι ποτέ δυνατόν, θου Κύριε φυλακή τω στόματί μου! Και εσείς τους ακούτε, δεν μιλάτε για προδοσία, δεν τους αποπαίρνετε.

Πιστεύω ότι τολμούν και λένε αυτά τα ανιστόρητα  πράγματα, ότι τολμούν και κηρύσσουν αυτές τις ρατσιστικές επιλογές, γιατί το κοινωνικό σώμα δεν τους ελέγχει και δεν τους απορρίπτει. Ένα κοινωνικό σώμα που έχασε την αυτοπεποίθησή του και την περηφάνια του, άρα θα χάσει τη μάχη κάποια στιγμή. Πιστεύω λοιπόν ότι οι Έλληνες της Κύπρου πρέπει να πάρουν λίγη περηφάνια από τους Ζουλού.

Σάκα Ντιγκάνε