Αγαπητή Περσεφόνη
Μούσῃ Χάριτι θύε
Πίνοντας το ποτό μας συζητήσαμε το θέμα ότι οι πρακτικές της πολιτικης ζωής, της επιτυχημένης πολιτικής ζωής, που αποδείκτηκε τελεσφόρα και αποτελεσματική, είναι έκδηλο ότι θα μεταφερθούν σιγά σιγά και στις εκδηλώσεις και συμπεριφορές της κοινωνικής και προσωπικής ζωής. Ένα επιτυχημένο πολιτικό μοντέλο διαχέεται στην καθημερινή ζωή, γίνεται διαπίδυσή του σε χώρους άλλους.
Συνεχίζω σήμερα, με γραπτό λόγο, για να καταγράψω την αλήθεια αυτή με αναφορές σε δύο παραδείγματα, το πρώτο μπορούμε να το επιγράψουμε: “Σφαγή και κλάμα” και το δεύτερο: “Η ακραία συνέπεια του πολέμου”. Ακόμη, θα σημειώσουμε την επίδραση αυτών των πολιτικών στην καθημερινή ζωή της Κύπρου.
Το πρώτο αποτελεί τη μεγαλύτερη επιτυχία της τουρκικής πολιτικής στο Κυπριακό. Έχουμε μια Τουρκία που επιδεικνύει την υπεροπλία της στην άτυχη Κύπρο, με συνεχείς απειλές, εκβιασμούς, χρήση των όπλων όπως είναι οι βομβαρδισμοί της Τηλλυρίας το 1964, οι συνεχείς απειλές για εισβολή και κατάληψη της Κύπρου τη δεκαετία του 60, η πραγματοποίηση της βάρβαρης εισβολής της, με τα φρικιαστικά αποτελέσματα, το 1974. Την ίδια ώρα, συνεχώς κλαίει και αναστενάζει για τους φτωχούς Τουρκοκύπριους, τους poor Turks των Αγγλοαμερικάνων, οι οποίοι, από το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον, ενίσχυαν παντοιοτρόπως της τουρκική πολιτική στο θέμα αυτό.
Λοιπόν, η Τουρκία σφάζει και συγχρόνως κλαίει. Και καταφέρνει τους στόχους της. Έτσι φτάσαμε στο σημείο για κάθε Τουρκοκύπριο να αναλογούν δύο Έλληνες πρόσφυγες, γιά κάθε είκοσι Τουρκοκύπριους να αναλογεί ένας Έλληνας νεκρός, για μια μειονότητα του 18% διασκορπισμένη σ’ όλη την Κύπρο να έχει καταληφθεί το 40% του κυπριακού εδάφους. Κι όμως ακόμη και σήμερα, ύστερα από τα εγκλήματα πολέμου, με τους αδήλωτους αιχμαλώτους, την εθνοκάθαρση εναντίον των Ελλήνων, την κατάληψη ξένων εδαφών και την προσφυγοποίηση διακόσιων, περίπου, χιλιάδων ανθρώπων, με 43 χιλιάδες κατοχικό στρατό σε επιθετική διάταξη στο έδαφος της Κύπρου, η Τουρκία συνεχίζει το κλάμα για την “απομόνωση” των φτωχών και αδικημένων Τουρκοκυπρίων. Από κοντά και διάφοροι της Ευρώπης και της Αμερικής οι οποίοι δεν θέτουν το θέμα να επιστρέψουν οι πρόσφυγες στα σπίτια τους, δεν αναφέρονται, αυτοί οι διαπρύσιοι κήρυκες της ιερότητας της ιδιοκτησίας, στο πως οι νόμιμοι ιδιοκτήτες θα επιστρέψουν στις περιουσίες τους, αλλά κλαυθμηρίζουν για την απομόνωση των Τουρκοκυπρίων. Πλήρης, λοιπόν, διασάλευση κάθε αξίας και κάθε σοβαρότητας.
Αυτή η επιτυχημένη πολιτική της Τουρκίας, να σφάζεις και την ίδια ώρα να κλαίς λες και είσαι θύμα, μεταφέρθηκε και στις ελεύθερες περιοχές, εμποτίζει όλα τα στρώματα και τα ιδεολογικά στρατόπεδα, γιατί έχει το εχέγγυο ότι αποφέρει κέρδη, ότι είναι ωφέλιμη και αποτελεσματική και επιβάλλεται, έτσι, η αντιγραφή της -κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί σε κάτι που προσφέρει επιτυχία και κερδοφορία.
Όταν ανέλαβε, ρουσφετολογικά, το Σπίτι της Κύπρου ο ομοχώριος του Χριστόφια, ο Πολίτης έγραψε με συγκίνηση ότι επιτέλους υπάρχει δικαίωση γιατί αδικήθηκε τόσες φορές προηγουμένως. Αδικημένος, λοιπόν, ο ομοχώριος του Χριστόφια, ο άνθρωπος που ήταν στα μέσα και στα έξω για ρουσφέτια και σφαγή των άλλων, που διεκπεραίωσε τόσες αδικίες εναντίον συναδέλφων του. Φαίνεται ότι με το κλαψούρισμα χωνεύονται καλύτερα τα ρουσφετολογικά πράγματα από τους αναγνώστες της εφημερίδας.
Ανέφερα κάποτε για ακαδημαϊκό, που δεν άφησε χλωρό κλαδί να επιβιώσει όταν δεν υπάκουε στην εγωπάθειά του και στη συγκρότηση αυλής υπό την καθοδήγησή του. Με κάθε μέσο επέβαλλε αποκλεισμούς και περιθωριοποιήσεις, με ετσιθελικό τρόπο διέγραφε και σφαγίαζε κάθε αντιφρονούντα κι όμως, στις σπάνιες φορές που κάποιος τον έκρινε, ο ακαδημαϊκός ολοφυρόταν: με πολεμούν, μουρμούριζε κλαυσιαίδοιος και σπάραζε με πόνο βαθύ, έπαιρνε τηλέφωνο στην Αθήνα “με αδικούν παραπονιόταν”, βάλλομαι από παντού έλεγε κι έπεφτε το δάκρυ του κορόμηλο, με το ένα χέρι κρατούσε το σπαθί και αποκεφάλιζε, με το άλλο κρατούσε το μαντίλι και σκούπιζε τα δάκρυά του. Σημεία των καιρών, έλεγα, προσπαθώντας να ερμηνεύσω το φαινόμενο, γιατί η πρακτική της Τουρκίας και του κατοχικού καθεστώτος έγινε πια κυρίαρχη και στην κοινωνία των ελευθέρων περιοχών και οι περισσότεροι αντιγράφουν την τουρκική μεθόδευση. Οι αδικούντες ταυτόχρονα παραπονιούνται, οι σφαγιαστές κλαίνε για τα δήθεν παθήματά τους, οι θύτες υποκρίνονται ότι είναι θύματα.
Με άλλα λόγια: Σημεία των καιρών, σημεία και τέρατα.
Περνώ τώρα στο δεύτερο παράδειγμα που τιτλοφορείται: “Η ακραία συνέπεια του πολέμου”. Το πρώτο παράδειγμα αναφερόταν σε μια επιτυχημένη πρακτική της Τουρκίας, το δεύτερο αναφέρεται σε μια επιτυχημένη πρακτική των Νεοκυπρίων.
Όταν, λοιπόν, κάποιο άτομο ή κύκλος ανθρώπων ή, ακόμη, πολιτική συσπείρωση, τονίσει το αδιέξοδο του Κυπριακού, την αποτυχία της ακολουθούμενης γραμμής, κρίνει και προτείνει αλλαγή πλεύσης και μια νέα πορεία, τότε ΑΚΕΛικοί, νεοκύπριοι και η σάρα και η μάρα της ακολουθούμενης πορείας στο Κυπριακό αναβοούν με ένταση και αποτροπιασμό: Μα θέλετε πόλεμο; Ή, κάτι παρόμοιο: Τι προτείνετε κύριοι; Να κάνουμε πόλεμο;
Με πονηρό τρόπο αυτή η τακτική αναδεικνύει το οριακό σημείο της πολεμικής σύγκρουσης, τοποθετεί δηλαδή τα πράγματα στο Ωμέγα ενώ βρισκόμαστε κοντά στο Άλφα ακόμη. Έτσι η τοποθέτηση αυτή «περί πόλεμου» λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και εκφοβιστικά, γιατί στη ζύμωση και τον προβληματισμό για μια άλλη πορεία του Κυπριακού και για απεμπλοκή από τις γλυκερές θεωρίες των νεοκυπρίων, μεταφέρει αμέσως το αίσθημα της πολεμικής αναμέτρησης αναγκάζοντας τον ακροατή να αναδιπλωθεί στην πεπατημένη, γιατί δεν μπορεί να συμπλεύσει έτσι εύκολα με τη σκληρότητα της πολεμικής σύγκρουσης. Είμαστε στο α ακόμη, θέλουμε απλώς να προχωρήσουμε στο β, μα οι πονηροί Νεοκύπριοι αμέσως ανασύρουν το σημείο της τελικής λύσης, της αναμέτρησης, δηλαδή το ωμέγα, για να παραμείνουμε στατικοί, στο ίδιο σημείο. Ναι, μπορούμε να φτάσουμε και στο ω αλλά αυτό θα το αποφασίσουμε όταν είμαστε στο σημείο ψ και έχουμε το εχέγγυο ότι η έκβαση του ω θα είναι ευνοϊκή, όχι τώρα που είμαστε στο πρώτο σκαλί και θέλουμε απλώς να προχωρήσουμε στο δεύτερο.
Αυτή την επιτυχημένη, πονηρή και υπονομευτική τακτική των νεοκυπρίων τη χρησιμοποιούν αρκετοί και στον καθημερινό βίο. Έτσι, όταν κάποιος Χ. αρχίζει να καλοβλέπει μια Ισπανίδα, ο πονηρός υπονομευτής θα πει στην μητέρα του Χ., με τρόπο ύπουλο:
«Βλέπω εγκατάσταση στην Ισπανία, τι θα γίνει εσύ στην Κύπρο κι αυτός εκεί.»
Η Ισπανία είναι το ωμέγα, υπονοεί επιτυχημένη πορεία και συνεννόηση, δεσμό και απόφαση για κοινή πια συμπόρευση. Γιατί ανασύρεται το ω όταν βρισκόμαστε μεταξύ α και β ακόμη; Μα γιατί η εικόνα το ω, για την οποία είναι ανέτοιμοι ακόμη οι περί ων ο λόγος, έρχεται ως τσιμεντόλιθος από το μέλλον και συντρίβει τις ωραίες λογικές και τα ωραία αισθήματα των πρώτων βημάτων.
Δεύτερο παράδειγμα: η διαζευγμένη γυναίκα προσβλέπει εν ερωτοτροπία προς ενδιαφέροντα άνδρα και ο πονηρός υπονομευτής, μόλις το αντιλαμβάνεται, πετάει προς το τέκνο της ένα: «τι χαρά, ετοιμαστείτε για νέο πατέρα.» Νέος πατέρας σημαίνει το ω αφού περάσουμε από το β (ερωτοτροπία), τα αμοιβαία αισθήματα (γ) τη θετική ατμόσφαιρα (δ), το ερωτικό πλησίασμα (ε) την καλλιέργεια αισθήματος περισσότερης μονιμότητας (ζ) κ.λπ. Όταν βρίσκεσαι στο ξεκίνημα, η εμφάνιση της εικόνας του τέλους με τα ολοκληρωμένα αισθήματα, σημαίνει καταθλιπτική παρουσία το τετελειωμένου που σκοτώνει τα ανάλαφρα και όμορφα βήματα της αρχής, τα βήματα του απροσδιόριστου, του αυτοσχεδιασμού, του χαρίεντος και της βολιδοσκόπησης, του παιγνιώδους που ψάχνεται, ανιχνεύει και προχωρεί.
Έτσι, πετώντας, συνεχώς, το ωμέγα, χρησιμοποιώντας την επιτυχημένη τακτική των Νεοκυπρίων στην καθημερινή ζωή, εξασφαλίζει την ακινησία των πέριξ αυτού πρόσωπων.
Νομίζω ότι οι δυο μας εξηγούμαστε και συνεννοούμαστε με λίγα λόγια και δεν χρειάζονται περισσότερες εξηγήσεις.
Με την αγάπη μου πάντα
Σάββας