Archive for the ‘Φιλοξενία κειμένων’ Category

ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ Ο ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ;

11 Δεκεμβρίου, 2012

Ο φίλος Βα. Φ. μου απέστειλε αυτό το κείμενο για φιλοξενία στο ιστολόγιό μου. Ευχαρίστως δίνω στέγη και καταφυγή σ’ αυτό το ανέστιο και άστεγο κείμενο. Ο ίδιος ο Βα. Φ. μου απέστειλε και δύο ωραία και συμπυκνωμένα χάι-κου, που ασμένως το ιστολόγιο δίνει βήμα γνωστοποίησης.

α)

Άριστος Λίλλη,

στον Τύπο στην Ποίηση,

συνεπωνύμως

β)

Μιχαηλίδου

παντού  Μιχαηλίδης.

Θεέ βοήθει

Στο κυρίως κείμενο τώρα:

ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ Ο ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ;

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι απλή. Ναι, δικαιούται. Κριτήριο για το θέμα μας παραμένει ο έρωτας πατρίδας, η μνήμη και οι συνεκτικοί δεσμοί με τον τόπο σου.

Οι Τουρκοκύπριοι απέδειξαν ότι δεν έχουν μνήμη και συνεκτικούς δεσμούς, δεν αγαπούν τον τόπο όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, στον οποίο δούλεψαν και ίδρωσαν οι γονιοί τους, εκεί που είναι θαμμένοι οι πρόγονοί τους, αλλά υπακούουν σε σχεδιασμούς και λογικές που χαράσσουν, σε μυστικοσυμβούλια και κρυφές συσκέψεις, τα επιτελεία της Άγκυρας.

Το 1964, οι Τουρκοκύπριοι σκοτώνουν κόσμο στην πλατεία της Πάφου, κρατούν ομήρους. Γιατί; Για ένα καλύτερο κόσμο, για μια νέα κοινωνία που θα αλλάξει τη ζωή στην επαρχία τους και στην Κύπρο, για μια δικαιότερη κοινωνία; Καθόλου. Σκότωσαν και αιχμαλώτισαν στα πλαίσια της πολιτικής της Άγκυρας για διχοτόμηση της Κύπρου, και επειδή, ούτε και στα πιο τρελά τους όνειρα, δεν προέβλεπαν ότι το υπό τουρκική κυριαρχία μέρος θα έφτανε μέχρι την Πάφο, σκότωναν και κρατούσαν αιχμαλώτους για να επιτύχει το σχέδιο της Άγκυρας, δηλαδή για να αφήσουν οι Τουρκοκύπριοι την Πάφο, τα σπίτια, τις περιουσίες και τον τόπο που γεννήθηκαν, τον τόπο όπου δούλευαν και ίδρωναν οι δικοί τους και στον οποίο βρίσκονταν θαμμένοι οι πρόγονοί τους, και να μεταφερθούν στη βόρεια περιοχή της Κύπρου. Όταν οι Τουρκοκύπριοι στην Κοφίνου πυροβολούσαν τα αυτοκίνητα και τους επιβάτες τους, που περνούσαν από το δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού, και προκάλεσαν την κρίση της Κοφίνου, προσπαθούσαν για μια διχοτομημένη Κύπρο, δηλαδή για να αφήσουν τον τόπο όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν και να μεταφερθούν στο βόρειο μέρος που θα έλεγχε η Τουρκία. Έκαναν, δηλαδή, αγώνα για να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και να μεταφερθούν αλλού. Το ίδιο και οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι της Λάρνακας και της Λεμεσού. Αγωνίζονταν ΓΙΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ.

Ύστερα, μετά την εισβολή και την επιτυχία της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής το 1974, ζητούσαν να μεταφερθούν, για να ευοδωθούν τα σχέδια της Άγκυρας, στο κατεχόμενο μέρος, αφήνοντας τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Όταν ο ίδιος  ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αρχιεπίσκοπος Μακάριος πήγε στις αγγλικές βάσεις, όπου είχαν μαζευτεί οι Τουρκοκύπριοι επαρχίας Πάφου και Λεμεσού, για να τους πείσει ότι δεν είχαν να φοβηθούν οτιδήποτε και μπορούσαν να επιστρέψουν εν ασφαλεία  στα χωριά τους, στα σπίτια και τις περιουσίες τους, άρχισαν να τον λιθοβολούν, τόνιζαν ότι ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ.

Είναι πολύ εύκολο, λοιπόν, σε ανθρώπους που έφυγαν από την Πάφο και εγκαταστάθηκαν 150 χιλιόμετρα μακριά από το γενέθλιο χώρο τους,  να επιχειρηματολογήσουμε προς αυτούς ότι, για την καλύτερη διευθέτηση του Κυπριακού, πρέπει να πάνε άλλα 80 χιλιόμετρα πιο πέρα, στις ακτές της Τουρκίας. Μπορούμε να τους πείσουμε, αφού κριτήριο της λογικής και συμπεριφοράς τους δεν είναι ο έρωτας πατρίδας, η σύνδεση και οι συνεκτικοί δεσμοί με τον τόπο τους, οι μνήμες και η ιστορία. Θα επιχειρηματολογήσουμε προς αυτούς ότι τα πράγματα για το Κυπριακό θα εξελιχτούν καλύτερα αν συνεχίσουν την πορεία για ακόμα λίγο. Κι ότι αυτό συμφέρει και την Κύπρο, και την Ευρώπη και την ανθρωπότητα. Εξ άλλου οι περιουσίες τους θα αγοραστούν σε καλές τιμές και ακόμη, θα πάρουν, επιπλέον αποζημίωση για νέα εγκατάσταση.

Οι Έλληνες της Κύπρου ως πρόσφυγες  ζητούν να επιστρέψουν στη γενέθλια γη, εκδηλώνουν τον πόθο τους με κάθε τρόπο, και δεν ζήτησαν να αποκλείσουν κανένα από το να ζήσει στον τόπο που γεννήθηκε. Οι Τουρκοκύπριοι απέδειξαν ότι δεν έχουν πατρίδα, την εγκαταλείπουν με τη θέλησή τους, πηγαίνουν όπως τους υποδείξει το επιτελείο της Άγκυρας. Αν λοιπόν φύγουν από την Κύπρο δεν θα χάσουν καμιά πατρίδα, γιατί απέδειξαν ότι δεν έχουν τέτοια αισθήματα αγάπης για τον γενέθλιο τόπο. Όπως ήρθαν τα πράγματα, και μέσα στην εμπειρία που δημιούργησε η ιστορική διαδρομή της Κύπρου πρέπει, λοιπόν, να αγωνιστούμε να πείσουμε τους Τουρκοκύπριους -που πάλεψαν για να τους μεταφέρουν μακριά από τον τόπο τους-, να πάνε ακόμη 80 χιλιόμετρα, πιο πέρα.

ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΟΥ ΓΚΑΓΚΣΤΕΡΙΚΟΥ ΦΙΛΜ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ ’30 ΚΑΙ «Ο ΝΟΝΟΣ» ΤΟΥ ΚΟΠΟΛΑ

23 Νοεμβρίου, 2012

ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ. Το ιστολόγιο φιλοξενεί σήμερα ένα κείμενο του Αχιλλέα Παύλου, για μια σπουδαία ταινία [=Ο Νονός, του Κόπολα] και για ένα σημαντικό είδος στην ιστορία του κινηματογράφου [=γκαγκστερικό φιλμ].

Little  Caesar, η γκαγκστερική ταινία του 1931

Το είδος του γκαγκστερικού φιλμ της δεκαετίας του ’30 και Ο Νονός του Κόπολα

γράφει ο Αχιλλέας Παύλου

1.Γενικά

Το γκαγκστερικό φιλμ αρχίζει να δημιουργείται και να οριοθετείται ως είδος (genre) τη δεκαετία του ’30. Τότε η αμερικανική κοινωνία περνάει μια βαθύτατη κρίση, λόγω του μεγάλου οικονομικού κραχ, που συνέβηκε το 1929 και οι συνέπειές του εξακολουθούσαν να σφραγίζουν την αμερικανική κοινωνία για χρόνια πολλά. Ακόμη, προηγουμένως, υπήρξε μια μεγάλη περίοδος με την Ποτοαπαγόρευση, η οποία επηρέασε σημαντικά την Αμερικανική κοινωνία.

Σύμφωνα με το νόμο του αμερικανικού κογκρέσου «η παραγωγή, πώληση ή μεταφορά οινοπνευματωδών ποτών μέσα στις ΗΠΑ, η εισαγωγή εις τις ΗΠΑ ή η εξαγωγή από τις Hνωμένες Πολιτείες και όλα τα εδάφη που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, με σκοπό την κατανάλωση, απαγορεύεται.» Από το 1919 έως το 1933, που εκτεινόταν η περίοδος της ποτοαπαγόρευσης, για δεκαπέντε, περίπου, χρόνια, διοργανώθηκε και έδρασε ένα εκτεταμένο, παράνομο και εγκληματικό δίκτυο παραγωγής και εμπορίας οινοπνευματωδών ποτών. Αυτό το δίκτυο δημιουργήθηκε και κατευθυνόταν από συμμορίες και μέλη του υποκόσμου, που συσσώρευαν κολοσσιαία κέρδη και αποκτούσαν μεγάλη δύναμη, κοινωνική και πολιτική, γιατί από τα τεράστια κέρδη τους μπορούσαν να εξαγοράσουν μέλη του αστυνομικού σώματος, πολιτικούς ή άλλους κοινωνικούς παράγοντες. Ταυτόχρονα, η αποδοχή της παρανομίας επεκτείνεται σε μεγάλα στρώματα της κοινωνίας, γιατί εκτός από τους πολυπληθείς παραγωγούς και διακινητές του ποτού, συναίνεση και ενίσχυση προς την παρανομία αποτελούσε και η στάση αμέτρητων καταναλωτών, λόγω της ανοχής ή κάλυψης της παράνομης εμπορίας, της συνεργασίας μαζί της για να επιτύχουν τον εφοδιασμό τους με το ποτό.

2. Γκαγκστερικές ταινίες του ’30

Η κατάσταση αυτή προκαλεί σε πολλούς τον φόβο ότι οι αμερικανικές αξίες έχουν φθαρεί ανεπανόρθωτα, ο κόσμος οδηγείται προς τη διαφθορά και η πίστη προς την αμερικανική κοινωνία έχει πάρει την κατιούσα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες αναπτύσσεται το γκαγκστερικό φιλμ από το Χόλλυγουντ. Η δεκαετία του ’30 αρχίζει με ένα τέτοιο φιλμ, τίτλος του: Little Caesar (1931),  που αφηγείται την άνοδο ενός γκάγκστερ, από μια μικρή πόλη στα ανώτατα δώματα του οργανωμένου εγκλήματος. Ήταν τόση η επιτυχία αυτού του γκαγκστερικού φιλμ που το Χόλλυγουντ δημιούργησε την αμέσως επόμενη χρονιά άλλες πενήντα ταινίες με ήρωες γκάγκστερ και συμμορίες. Ανάμεσά τους και η περίφημη ταινία The Public Enemy(1931). Το 1932 ακολούθησε η γνωστή ταινία  Scarface, που σχετιζόταν με τη ζωή του Αλ Καπόνε, του περιβόητου γκάγκστερ του Σικάγου.

Οι γκαγκστερικές ταινίες έχουν αρκετά κοινά στοιχεία με τις καουμπόικες (γουέστερν) ταινίες: πάλη του καλού και του κακού, κυνηγητό, πιστολίδι, και όπως είχαμε σερίφηδες και ληστές και πάλη και ανταγωνισμούς ανάμεσα σε συμμορίες και παρανόμους στο καουμπόικο φιλμ, στις γκανγκστερικές ταινίες έχουμε αστυνομικούς και ανθρώπους του υποκόσμου ή πάλη μεταξύ παρανόμων και συμμοριών. Η μεγάλη διαφορά τους είναι ότι το καουμπόικο εξελίσσεται στην ύπαιθρο ενώ το γκαγκστερικό στην πόλη.

Η τυπολογία του γκαγκστερικού φιλμ είναι λοιπόν πάλη μεταξύ των γκάγκστερ και των ανθρώπων του νόμου, αναφέρεται ακόμη στις συγκρούσεις των συμμοριών για μεγαλύτερο έλεγχο της πόλης και μεγαλύτερα κέρδη, αναφέρεται στη ζωή και τις δραστηριότητες του υποκόσμου: Παράνομη διακίνηση αλκοόλ, ναρκωτικά, εκμετάλλευση γυναικών, χαρτοπαίγνιο και στοιχήματα, ληστείες, προστασία και εκβιασμοί. Χώροι δραστηριότητάς του είναι οι κακόφημες συνοικίες και τα κακόφημα κέντρα, χρόνος δραστηριοτήτων είναι κυρίως η νύχτα.

3. Ο Νονός του Κόπολα

Μάρλον Μπράντο, στην κλασική αφίσα του Νονού, 1972

Γι’ αυτό η ταινία Ο Νονός του Κόπολα, γυρισμένη το 1972, ενώ αναφέρεται στη ζωή της μαφίας εντούτοις έχει μεγάλες διαφορές με το, προ τεσσαρακονταετίας,  παραδοσιακό γκαγκστερικό φιλμ της δεκαετίας του ’30. Χαρακτηριστικά, η ταινία ξεκινά μέσα στο φως της μέρας, την ημέρα των γάμων της κόρης του Νονού.

Και εδώ έχουμε μια μεγάλη διαφορά. Ενώ οι ταινίες με τους γκάγκστερ του ’30 αναφέρονται κυρίως στη ζωή της μαφιόζικης οικογένειας και τις παράνομες δραστηριότητές της, ο Νονός του Κόπολα εστιάζει και στις σχέσεις και τη ζωή της βιολογικής οικογένειας του νονού. Ο Δον Κορλεόνε είναι Νονός, δηλαδή αρχηγός, της μαφιόζικης οικογένειας και Πατέρας, δηλαδή αρχηγός, της δικής του οικογένειας, μας παρουσιάζει τη ζωή και τη συμπεριφορά του στη σύζυγο, τα παιδιά, τα εγγόνια του.

Ακόμη, ενώ στις παλαιότερες γκαγκστερικές ταινίες οι ήρωές τους είναι εξ υπαρχής δομημένοι, είτε ως θετικοί ήρωες είτε ως αρνητικοί, χωρίς σημαντικές αλλαγές στη στάση και την συμπεριφορά τους, στον Νονό βλέπουμε τη συνεχή μετεξέλιξη και αλλαγή του Μάικλ Κορλεόνε, που εισέρχεται στη σκηνή με τα στρατιωτικά, είναι παρασημοφορημένος στρατιώτης του πολέμου και δεν θέλει να έχει σχέση με τις μαφιόζικες δραστηριότητες της οικογένειάς του. Αυτό, μάλιστα, το διαβεβαιώνει στο κορίτσι που τον συνοδεύει, που θα γίνει μετά σύζυγός του. Ακόμη και ο πατέρας του οραματίζεται την πορεία του Μαικλ έξω από τη μαφία, ποντάρει σ’ αυτόν ότι θα γίνει γερουσιαστής, κυβερνήτης, και πιο πάνω ακόμη, ότι με τον Μάικλ η οικογένεια του θα πάρει και το εισιτήριο για να στραφεί σε νέες δραστηριότητές, να νομιμοποιήσει τις εργασίες της. Οι εξελίξεις όμως, (απόπειρα δολοφονίας του πατέρα, φόνος του αδελφού του κ.λπ.) τον οδηγούν στην ανάληψη της ηγεσίας της μαφιόζικης οικογένειας, εξελίσσεται μάλιστα σε έναν σκληρό εκδικητή και τιμωρό. Ο ήρεμος και νόμιμος Μάικλ εξελίσσεται στον πιο σκληρό μαφιόζο.

Ακόμη ο Νονός μας δείχνει τη διαπλοκή του κόσμου του εγκλήματος και της Μαφίας με την πολιτική και κοινωνική ηγεσία, μας αποκαλύπτει  πόσο εύκολα αυτή εξαγοράζεται και καλύπτει τις παράνομες δραστηριότητες του υπόκοσμου.

Στις γκαγκστερικές ταινίες του ’30 η γυναίκα είναι η φαμ φατάλ, συνήθως περιφρονημένη, ο σκληρός κόσμος του εγκλήματος δεν της δίνει σημασία, της συμπεριφέρεται σκληρά. Στο Νονό η σχέση του Μάικλ και της συζύγου του είναι εντελώς διαφορετική, με μεγαλύτερη αλληλοεκτίμηση. Με σεβασμό αναφέρεται και ο Δον Κορλεόνε στη σύζυγό του με την οποία έχει τέσσερα παιδιά.

Δεν υπάρχει μονοδιάστατη απεικόνιση της οικογένειας των μαφιόζων στον Νονό. Υπάρχουν αντιθέσεις ανάμεσα στην παλαιά γενεά και στη νέα και η ταινία τις αναδεικνύει. Ο πατέρας Δον Κορλεόνε είναι ο άνθρωπος των παλαιών αρχών (πιστεύει σε αξίες, δεν θέλει να μπλεχτεί με τη διακίνηση ναρκωτικών, είναι αφοσιωμένος στην οικογένειά του και στα παιδιά του). Ο γιος του και διάδοχός του, ο Σον, συζητά το θέμα για την εμπορία ναρκωτικών, συνεχώς κυνηγά γυναίκες κ.λπ.  και μας παρουσιάζει το είδος της νέας γενεάς των μαφιόζων, που δεν έχουν τέτοιες αναστολές.

4. Εντοπιότητα γκάγκστερ

Στα γκαγκστερικά φιλμ της δεκαετίας του ’30 οι εθνικές ρίζες των μελών της συμμορίας υπάρχουν, όμως είναι υποτονισμένες. Στο Νονό (1972) είναι έντονη η εθνική καταγωγή (Σικελοί), όπως και στο Κάποτε στην Αμερική (1984) του Σέρτζιο Λεόνε (Εβραίοι), και στον Σημαδεμένο (1983) του Μπράιαν ντε Πάλμα  (Κουβανοί). Ο κύκλος των γκάγκστερ ζει στην Αμερική όμως οι ρίζες καταγωγής τους και οι αξίες της πρώτης πατρίδας τους υπάρχουν έντονα. Χαρακτηριστικά στον Νονό υπάρχει και ολόκληρο κεφάλαιο επιστροφής του Μάικλ στο χώρο καταγωγής της οικογένειάς του στη Σικελία. Ακόμη στο γάμο της κόρης του Δον Κορλεόνε, στην καρδιά της Αμερικής, τραγουδούν  τραγούδια στη μητρική τους γλώσσα, είναι η ώρα της μεγάλης χαράς και η βιτρίνα του αμερικανού πολίτη σπάζει για να αναδείξει την βαθύτερη και εντονότερη ταυτότητά τους.

5. Έμμεση κατάδειξη της αμερικανικής πραγματικότητας

Οι γκαγκστερικές ταινίες του ’30 δείχνουν με ρητορικό και κραυγαλέο τρόπο διάφορες πλευρές της αμερικανικής κοινωνίας, στην ταινία ο Νονός, χωρίς ρητορικές και κραυγαλέες φωνές, κρίνεται η αμερικανική πραγματικότητα, της διαπλοκής, της βίας, της λατρείας του χρήματος κ.λπ. Χαρακτηριστική σκηνή όταν ο Μάικλ Κορλεόνε βαφτίζει, στο τέλος της ταινίας, το παιδί της αδελφής του. Ως νονός του παιδιού, μέσα στην εκκλησία, προβαίνει σε μια ομολογία χριστιανικής πίστης. Απαντά στον ιερέα ότι πιστεύει στο Χριστό, συντάσσεται μ’ αυτόν, αποκηρύσσει τα έργα του Σατανά κ.λπ. Την ίδια ώρα οι άνθρωποί του ξεκαθαρίζουν όλους τους αντιπάλους του, που δεν περίμεναν επίθεση τέτοια ώρα. Την ώρα που ορκίζεται πίστη κάνει το μεγαλύτερο μακελειό. Ο μεγαλοφυής Κόπολα μας υποβάλλει έτσι ότι πίσω από την ομολογία χριστιανικής πίστεως, πίσω από τη βιτρίνα αυτή, υπάρχει η πραγματική Αμερική, της βίας, του αίματος και της δύναμης. Ο Μάικλ Κορλεόνε μέσα στην εκκλησία γίνεται νονός του παιδιού της αδελφής του και έξω από αυτή κάνει μια επιτυχημένη επίθεση ξεκαθαρίσματος των αντιπάλων, που τον κάνει αδιαμφισβήτητο νονό της μαφίας.

Αχιλλέας Παύλου