Archive for the ‘Πολιτισμολογικά’ Category

Ηλίας Πετρόπουλος

17 Ιουνίου, 2015

Ηλίας Πετρόπουλος
Αναφέρομαι στο βιβλίο του Ηλία Πετρόπουλου, Η ονοματοθεσία οδών και πλατειών, μελέτη προς υποβοήθησιν του έργου των αγραμμάτων δημοτικών συμβούλων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1995. Ένα βιβλίο που έχασες 4 χιλιάρικα για να το αγοράσεις, μερικές ώρες για να το διαβάσεις και τελειώνοντάς το έχεις γίνεις ηλιθιότερος. Αυτός, λοιπόν, είναι ο ύστερος Πετρόπουλος, μια βιομηχανία εύκολων μελετών, που γράφονται κυριολεκτικά στο πόδι. Όμως οι εκδοτικοί οίκοι τον παρακαλούν, τον προτρέπουν να γράψει κι άλλα, γιατί, για τους εκδότες έχει γίνει η χρυσοτόκος όρνις. Έχει πια ένα κοινό φανατικό, με τη νοοτροπία του πιστού και του οπαδού, είναι ο ευκατάστατος συγγραφέας που κάθε βιβλίο του είναι ευπώλητο κ.λπ.
Ο Πετρόπουλος εισήλασε στην εκδοτική σκηνή με τον τρόπο των προκλητικών χαρακτηρισμών: λιγδιάρης Παπαδιαμάντης, η γαμημένη ορθοδοξία, οι εκφωνήτριες της τηλεόρασης που μιλούν λες κι έχουν ένα πέος στο στόμα τους. Αν κάποιος του αντιμιλούσε, του απαντούσε -ήταν εύκολη η ρετσινιά: σκοταδιστής, οπισθοδρομικός, συντηρητικός, εθνικιστής, φασίστας, αγράμματος. Την ευνοούσε και το γενικότερο πολιτικό κλίμα της μεταπολίτευσης.
Λοιπόν, ο λιγδιάρης Παπαδιαμάντης, αναφωνεί ο Πετρόπουλος, κάπου, απαξιωτικά –ο Νιρβάνας, καίριος και ευσύνοπτος, που ξέρει να δει την ενότητα ανθρώπινης παρουσίας και ποιότητας τέχνης τον ονομάζει «αριστοκράτην ρακένδυτον» -που να καταλάβει από τέτοια ο ξεμωραμένος φωταδιστής Ηλίας Πετρόπουλος.
Τώρα το βιβλίο Ονοματοθεσία οδών και πλατειών. Γεμάτο λάθη, εύκολες και καιροσκοπικές ομαδοποιήσεις των οδών, χαρακτηριστικά στους στατιστικούς πίνακες, που δημιουργεί, μιλά για ρεβανσιστικά/ μιλιταριστικά/ ιμπεριαλιστικά/εθνικορατσιστικά οδωνύμια. Ένα απ’ αυτά το οδός Κρήτης. Αν είναι δυνατό! Ο Ηλίας Πετρόπουλος δημιουργεί μια μαύρη τρύπα στην ιστορική μνήμη της Ελλάδας!!! Ακόμη και την οδό Κρήτης διασύρει. Είναι ενδεικτικό ότι μιλά στους απογόνους των προσφύγων και, ως κατηχητόπουλο του προοδευτισμού, τους συμβουλεύει ότι «πρέπει να καταλάβουν ότι ορισμένες ονομασίες δρόμων λειτουργούν ανασχετικά ως προς τις σχέσεις μας με τις γειτονικές χώρες.» Δηλαδή δεν πρέπει να δίνουμε ονόματα δρόμων «οδός Σμύρνης», για να μη δυσαρεστηθεί η Τουρκία; Άφεριμ Ηλία Πετρόπουλε!
Διαβάζοντας το βιβλίο του Πετρόπουλου αισθάνεσαι ότι διεξάγεται μια αέναη πάλη του καλού και του κακού, του προοδευτικού και του συντηρητικού στο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας, παράγοντας μια απλουστευτική επισκόπηση στο θέμα της ονοματοθεσίας. Διαβάζοντας το βιβλίο του Πετρόπουλου νομίζεις ότι το δημοτικό συμβούλιο της πόλης έκατσε σε μια ενιαία συνεδρία και οι ίδιοι άνθρωποι έδωσαν ονόματα των δρόμων με ενιαία στάση και κοινά κριτήρια και κρίνονται γι’ αυτό. Όμως η ονοματοθεσία των οδών αποτελεί έργο προσχώσεων που συσσώρευσαν από διαφορετικές δεκαετίες [και αιώνες, κάποτε] διαφορετικά μέλη, διαφορετικών Συμβουλίων, κάτω από διαφορετικές συγκυρίες και επιλογές.
Έτσι, όταν υπάρχει μερίδα των συμβούλων που προέρχονται από χωριά και κωμοπόλεις της επαρχίας μπορεί τα ονόματα των κοινοτήτων καταγωγής τους να ανεβαστούν ως οδωνύμια της Αθήνας. Το ίδιο μπορεί να γίνει με τα ονόματα λογίων που έχουν σχέση με το σόι των Συμβούλων. Για να κατανοήσουμε την πράξη της οδωνυμίας θέλουμε τη βοήθεια της εργονομίας, κυβερνητικής, θεωρίας των παιγνίων κ.λπ. Δεν αρκεί δηλαδή το απλουστευτικό φιλοσοφικό λεξικό Ρόζενταλ-Γιουντίν που έθρεψε δυο γενιές προοδευτικώνυμων στην Ελλάδα. Έτσι από μια ρέουσα, αντιθετική, πολύπλοκη, ασυντόνιστη –και όπου συντονίζεται αυτό γίνεται από πολλά κέντρα-, πολυεπίπεδη πραγματικότητα το θέμα δίνεται απλουστευτικά και με ιδεολογήματα. Αλήθεια αντιλαμβανόταν ο Πετρόπουλος γιατί ο λαός εξακολουθούσε να λέει Σταδίου, Ακαδημίας, Πανεπιστημίου παρά τα ηχηρά ονόματα (Βενιζέλου κ.λπ) με τα οποία προσπάθησαν να τα αντικαταστήσουν; Τέλειωσα το βιβλίο του Πετρόπουλου δύσθυμος και αγανακτισμένος. Πληροφορίες εύκολες και γεμάτο πανεύκολα «αγανακτισμένα» σχόλια, που δεν λένε τίποτα, μάλλον συσκοτίζουν τα πράγματα και δεν ερευνούν σοβαρά το σοβαρό θέμα της οδωνυμίας. Π.χ. αναφερόμενος στις τέσσερις οδούς: Αποστόλου Παύλου, στη Θεσσαλονίκη, θέλοντας να μειώσει την πράξη αυτή της οδωνυμίας, γράφει: «καθ’ότι περαστικός από τη Θεσσαλονίκη». Όμως ο Απόστολος Παύλος δεν ήταν απλώς περαστικός από τη Θεσσαλονίκη, έγραψε τις δύο επιστολές Προς Θεσσαλονικείς (Α’ και Β’) που ακούονται στις εκκλησίες από εκατομμύρια Χριστιανούς και μελετούνται από όλους τους θεολόγους και εκκλησιαστικούς παράγοντες. Δεν μπορεί η Θεσσαλονίκη να τιμήσει τον Απόστολο Παύλο, που έγραψε για χάρη των Θεσσαλονικιών δύο βιβλία, τα οποία αποτελούν, από χρονολογική άποψη, τα πρώτα βιβλία της Καινής Διαθήκης;
Για να μην ισοπεδώνω. Αναγνωρίζω τη συμβολή του Πετρόπουλου στο ρεμπέτικο τραγούδι και τη συμβολή του στη στροφή για την μελέτη της εν άστει λαογραφίας. ‘Όμως κάποια στιγμή ξεσάλωσε και άρχισε, με το αζημίωτο, να ξεφουρνίζει τα βιβλία περί παντός επιστητού. Αποτυχημένα βιβλία. Με εύκολη ιδεολογική γραμμή, με απλουστεύσεις, και με τη φωνή υψωμένη για όποιον τολμούσε να αντιδράσει. Βρίζοντας, μειώνοντας, βρίσκοντάς του ιδεολογικά κουσούρια κ.λπ.
Μελετώντας τον Πετρόπουλο μπορεί να απαντηθεί το ερώτημα γιατί στην μεταπολιτευτική Ελλάδα είχαμε τη μεγαλύτερη συσσώρευση αντιεξουσιαστών, ανατρεπτικών, αντικατεστημένων κ.λπ. κ.λπ. και όμως όλοι αυτοί δεν έφτιαξαν παρά το μεταπολιτευτικό έλος, για να μην πω ότι οδήγησαν στην τραγική κατάληξη. Φωνές, μουρμούρα, μείωση της ιστορικής περηφάνιας, μη εις βάθος μελέτη του κάθε ζητήματος και άλλα εύκολα και ευκολοχώνευτα, που καλυπτόταν από τις φωνές των ιδεολογημάτων.(1)

(1). Χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στο βιβλίο του Δημήτρη Λιθοξόου, Μειονοτικά ζητήματα και εθνική συνείδηση στην Ελλάδα, εκδόσεις Μπατάβια, Θεσσαλονίκη 2006 (πρώτη έκδοση 1991), στη σ. 127 αναφέρει ότι η Ελλάδα, με διαδοχικές νίκες περιέλαβε εντός των συνόρων της και εδάφη που δεν είχαν έντονη ελληνική παρουσία. Ούτε ένα δάκρυ όμως για περιοχές με έντονη ελληνική πλειοψηφία που δεν συμπεριλήφθηκαν στα ελληνικά όρια (Κύπρος, Ίμβρος, Τένεδος, Β. Ηπειρος κ.λπ.) Η κατηγορία ότι η Ελλάδα είχε εδάφη χωρίς ελληνική πλειοψηφία σήμαινε μαγκιά και έπαρση, η απόκρυψη των περιοχών με ελληνική πλειοψηφία που δεν εντάχθηκαν στην Ελλάδα σήμαινε πάλι μαγκιά -έκρυβαν εθνικιστικές οξύνσεις. Η «προοδευτική» διανόηση της Ελλάδας πέρασε καλά με χρηματοδοτήσεις, αργομισθίες, ΜΚΟ κλπ. γιατί γράμματα κέρδιζε κορώνα έχαναν οι αντιπάλοί της.
[1996 – 2015]

ΤΡΕΙΣ ΠΟΙΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

18 Οκτωβρίου, 2013


(Απόσπασμα από την εισήγηση «Ποίηση και ποδόσφαιρο», στο Συνέδριο ΟΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, που οργάνωσε το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου (Επιστημονική Επιτροπή Συνεδρίου: Πέτρος Παπαπολυβίου, Β. Καρδάσης, Αλ. Κιτροέφ)

 

Κλείνοντας την εισήγησή  μας, μια θεωρητική εξέταση του πεδίου «ποδόσφαιρο και λογοτεχνία», πιστεύω ότι θα βοηθήσει  στον καλύτερο φωτισμό του αν δούμε τη θεωρητική συμβολή τριών ποιητών, οι οποίοι α) είναι ποδοσφαιρόφιλοι, β) έγραψαν ποιητικά κείμενα για το ποδόσφαιρο και γ) ταυτόχρονα έδωσαν και θεωρητικά κείμενα για το ίδιο θέμα. Οι ποιητές αυτοί είναι ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Γιώργος Μαρκόπουλος  και ο Νάσος Βαγενάς.

Ο Μανόλης Αναγνωστάκης (1925-2005), ο καταξιωμένος ποιητής της μεταπολεμικής εποχής,  που έδωσε στο ΥΓ τον εγκαιροφλεγή στίχο «τα άδεια γήπεδα»[1] ή, ακόμη τους καίριους και ευσύνοπτους στίχους: Το ματς της ζωής του είχε τελειώσει/ τώρα έπαιζε την παράταση, μίλησε σε συνέντευξή του για τη σχέση του με το ποδόσφαιρο[2] και έδωσε συνεργασία, το 1986,  στο ειδικό ένθετο με τίτλο «Ποδόσφαιρο» στο περιοδικό του Μάνου Χατζιδάκι Το τέταρτο. Το ένθετο αυτό αποτελούσε μια από τις πρώτες σοβαρές προσπάθειες να ιδωθεί το θέμα του ποδοσφαίρου και της έλξης του πέρα από προκατ απόψεις και ιδεοληψίες. Ο τίτλος της συνεργασίας του Αναγνωστάκη ήταν: “Σελίδες από την ποδοσφαιρική αυτοβιογραφία μου.[3] «Βαμμένος Παοκτζής, θεριό ανήμερο», χαρακτήρισε ο ίδιος τον εαυτό του κατά την περίοδο που ζούσε στη Θεσσαλονίκη, με την εγκατάστασή του στην ελληνική πρωτεύουσα  συνδέθηκε με τον Απόλλωνα Αθηνών. Από τα πρώτα χρόνια μου στο Γυμνάσιο δεν μπορώ να απομονώσω στη μνήμη μια Κυριακή μακριά από κάποιο γήπεδο, τονίζει στην ποδοσφαιρική αυτοβιογραφία του και μας παραθέτει πολύτιμες μαρτυρίες για τις λογικές και συνήθειες των παλιών, τότε νεαρών, φανατικών φιλάθλων. Όμως το βασικότερο κείμενο του Αναγνωστάκη για το ποδόσφαιρο έχει τίτλο: Άγιαξ, για πάντα Άγιαξ, που δημοσιεύτηκε στην Αυγή, στις 28 Οκτωβρίου 1984, με το ψευδώνυμο Αλ. Καμής, αργότερα έγινε γνωστό ότι ήταν δικό του. Ο Αναγνωστάκης χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο αυτό ως φόρο τιμής προς τον Γάλλο συγγραφέα Αλμπέρ Καμύ, ποδοσφαιρόφιλο που δήλωσε ότι η παρακολούθηση του ποδοσφαίρου τον βοήθησε στην κατανόηση του κόσμου και στην εμβάθυνση των φιλοσοφικών θεωριών του.

Στο κείμενο για τον Άγιαξ, ο Αναγνωστάκης θεωρεί ότι αυτή η ομάδα μετέβαλε το ομαδικό παιγνίδι σε έργο τέχνης, έφτασε σε δυσθεώρητα επίπεδα ποιότητας, με την έμπνευση και τη γοητεία του απρόοπτου, του αυθορμητισμού που γίνεται σοφία και της σοφίας που φαντάζει σαν αυθορμητισμός. Ήταν η Μεγάλη Κυρία των γηπέδων, πραγματική Κυρία κι όχι όπως οι ψιμυθιωμένες εταίρες των πολυεθνικών. Γιατί μετά ακολούθησε το αλισβερίσι των συστημάτων της κυριαρχίας του κόουτς-σκηνοθέτη, των αγοραπωλησιών και των λεγεωναρίων. Με άλλα λόγια η νεοφιλελεύθερη οικονομία της αγοράς.

 

Ο Γιώργος Μαρκόπουλος (γεν. το 1951), ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ποιητικής γενιάς του 70, φίλαθλος της ΑΕΚ[4], μας έδωσε ένα από τα καλύτερα ποιήματα που αναφέρονται στον κόσμο του ποδοσφαίρου: Ωδή στον παίκτη της ΑΕΚ και της Εθνικής Χρήστο Αρδίζογλου[5]. Το ποίημά του είναι μια ελεγεία για τον χρόνο και την πτώση, όταν ο γνωστός ποδοσφαιριστής, που συμβόλισε μια εποχή τη δόξα, την αναγνώριση και τη λατρεία των οπαδών της ομάδας του, αφήνει πια τον θρίαμβο και την αποθέωση, αποχωρεί και κρεμά τα παπούτσια των γηπέδων για να γίνει χωροφύλακας, υπάλληλος της ΔΕΗ ή του Ο.Τ.Ε., όπως συνηθιζόταν κάποτε, εκ μέρους των ποδοσφαιρικών σωματείων, η αποκατάσταση των παλαίμαχων ποδοσφαιριστών.

Διαβάζω ένα απόσπασμα από το ποίημα του Μαρκόπουλου:

Ω δεν ημπορώ να φαντασθώ το  γήρας

στα αλογίσια πόδια του παίκτου Χρήστου Αρδίζογλου.

 

Δεν ημπορώ να φανταθώ την ώρα

που τα παπούτσια του θενά κρεμάσει θα φύγει από τα

γήπεδα

θα σταδιοδρομήσει ως επιχειρηματίας ή χωροφύλαξ έστω

και θα βρεθεί υπό μετάθεσιν στην Αταλάντη.

Στην Αταλάντη και πάλι λέγω

όπου το παιδί του μη γνωρίζοντας από γήπεδα, «αστέγους»,

φιστίκια-αστέρια στα πανέρια των μικρών του σινεμά

θα γράφει στις εκθέσεις του

«Ο πατέρας μου εγεννήθη εις την Αθήνα.

Ήρθε εδώ λόγω της φύσης της δουλειάς του

προς αναζήτηση εργασίας

όπου μεγάλωσα κι εγώ»

 

Τιμή και δόξα στον παίκτη Χρήστο Αρδίζογλου

Που θα σηκώσει για άλλη μια φορά τελεσίδικα πια

όπως οι τρελοί τους επιταφίους των νεκροταφείων

την ασήκωτη μοναξιά μας, και θα φύγει.

Ο Γιώργος Μαρκόπουλος επιτέλεσε και μια θεμελιώδη εργασία για το θέμα μας, εξέδωσε το βιβλίο Εντός και εκτός έδρας Το ποδόσφαιρο στην ελληνική ποίηση.[6] Με συνέπεια και φροντίδα μελέτησε όλα τα σχετικά και μετά λόγου γνώσεως μας έδωσε την εργασία του με καίρια θεωρητική προσπέλαση και πλούσια ανθολόγηση, με εύρυθμη και ευσύνοπτη ταξινόμηση της ποδοσφαιρικής ποιητικής θεματογραφίας, που βοηθούν τον αναγνώστη στην καλύτερη πρόσληψη του θέματος.

Η σχέση αγάπης μιας ομάδας ποιητών προς το ποδόσφαιρο μας προσέφερε στίχους εξόχως πρωτότυπους, τονίζει στον πρόλογό του και, ακόμη, ότι η μελέτη του δεν είναι παρά αποτέλεσμα λατρείας προς το ποδόσφαιρο «και προς τις μαγικές και ανεξαγόραστες στιγμές ευτυχίας που μου χάρισε από τότε που κατάλαβα τον εαυτό μου και εξακολουθεί να μου χαρίζει μέχρι σήμερα.» Ακόμη, ο Γιώργος Μαρκόπουλος έδωσε στην τελευταία του ποιητική συλλογή τον τίτλο Κρυφός κυνηγός[7] έναν όρο που προέρχεται από το ποδόσφαιρο. Σημαίνει τον παίκτη εκείνο που, χωρίς να είναι εξαρχής επιφορτισμένος με την υποχρέωση του σκοραρίσματος, περιφέρεται στα αντίπαλα καρέ, με ύπουλες βλέψεις, επιτήδειες κινήσεις και απρόβλεπτη συμπεριφορά, προσδοκώντας την κατάλληλη στιγμή, που θα του δοθεί η ευκαιρία να αιφνιδιάσει την αντίπαλη άμυνα επιτυγχάνοντας το πολυπόθητο γκολ. [8]

Ο Νάσος Βαγενάς (γεν. 1945), ποιητής, κριτικός και πανεπιστημιακός φιλόλογος, εκτός από τις τρεις ιδιότητες που αναφέραμε προηγουμένως: α) φίλαθλος -Δόξα Δράμας, Γιουβέντους, Αρσεναλ- β) με ποιήματα που αναφέρονται στο ποδόσφαιρο, και γ) θεωρητικά κείμενα για το ποδόσφαιρο, συνενώνει ακόμη μια ιδιότητα σχετική με το θέμα μας, υπήρξε ο ίδιος ποδοσφαιριστής όταν ήταν νέος –έπαιξε στον Εθνικό Πειραιώς και στην Εθνική Νέων της Ελλάδας. Στον αθλητικό τύπο της δεκαετίας του ’60 ο μελετητής εντοπίζει και τίτλους όπως: Ο Εθνικός με τους Αντωνάτον, Γυφτάκην και Βαγενά ηγέτας, υπέταξεν ευχερώς την Προοδευτικήν με 1-0[9] ή: Νάσος Βαγενάς Μια «χρυσή» ελπίς του Εθνικού.[10] Τα θεωρητικά κείμενα του Νάσου Βαγενά για το ποδόσφαιρο είναι τα ακόλουθα:

Α) Ποδόσφαιρο και λογοτεχνία[11]

Β) Η ομάδα και η πόλη[12]

Γ) Ένας αντιεθνικιστικός μύθος[13]

Δ) Όψεις της βίας των γηπέδων[14].

Αρκετές από τις απόψεις που διατυπώνει ο Βαγενάς στα κείμενα αυτά γονιμοποίησαν και τη δική μου εισήγηση. Θα επιμείνω στο κείμενό του «Η ομάδα και η πόλη», που αναφέρεται στην Δράμα και στην ομάδα της,[15] τη Δόξα Δράμας, η οποία, στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και στις αρχές της δεκαετίας του ’60 κατέστη κυριολεκτικά θρυλική. Αυτήν την περίοδο, που ακολούθησε τον εμφύλιο, η Δόξα Δράμας «επιτελούσε λειτουργίες πολύ περισσότερες από εκείνες που αναμένονται από μια ποδοσφαιρική ομάδα». «Η Δόξα ήταν ο συναισθηματικός κρίκος που συνέδεε τα μέλη της κοινότητας, το συνεκτικό στοιχείο του κοινωνικού ιστού της. Το γήπεδο της Δόξας ήταν ένας τόπος πράυνσης και κάθαρσης των παθών, κυρίως των πολιτικών, που ήταν ιδιαίτερα οξυμμένα τότε». Με άλλα λόγια, όλες οι πολιτικές παρατάξεις της πόλη, που διχάστηκε και μάτωσε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, συναντιούνταν και συμπορεύονταν στην κοινή αγάπη για τη Δόξα Δράμας, ταυτιζόμενες με την ομάδα της πόλης τους και περιβάλλοντάς την με την στοργή και το ενδιαφέρον τους, επούλωναν και τις πληγές της εμφύλιας σύρραξης.[16]

Τα πράγματα εξελίχτηκαν διαφορετικά στην Κύπρο. Ενώ στην Ελλάδα οι τοπικές ομάδες συνένωναν τον τοπικό πληθυσμό και συντελούσαν στην υπέρβαση του εμφυλίου και των παθών του, στην Κύπρο, η διάσπαση του 1948, λόγω του ελληνικού εμφυλίου, συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Δεν έχουμε τοπικές ομάδες, ομάδες της πόλης, αλλά κομματικά τοποθετημένες ομάδες. Στο κυπριακό ποδόσφαιρο σημειώνεται κάτι το εκπληκτικό, εν έτει 2013,  συνεχίζεται ο εμφύλιος της Ελλάδας, 64 χρόνια μετά τη λήξη του. Και εδώ μπορούμε να δούμε μια συνισταμένη της κυπριακής ιδιαιτερότητας και του πολιτικού επαρχιωτισμού μας, που μπορεί να συντελέσει στην κοινωνική αυτογνωσία μας. Τα κόμματα γνωρίζουν ότι οι αποφάσεις και οι πρακτικές τους μπορεί κάποτε να προκαλέσουν αγανάκτηση και απομάκρυνση των οπαδών τους, όμως αυτοί την ομάδα τους δεν την εγκαταλείπουν ποτέ. Έτσι, όταν περάσει η περίοδος της αγανάκτησης και απαξίωσης, για κάποια συγκεκριμένη κομματική στάση και πρακτική, μπορούν, από τον χώρο της ομάδας που πρόσκειται σ’ αυτά, -το κόμμα και η ομάδα αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία- να επαναφέρουν πίσω τους δυσφορήσαντες και απομακρυνθέντες ψηφοφόρους τους.

Κλείνω με την παράθεση ενός ποιητικού αποσπάσματος του Νάσου Βαγενά, αφού δώσω την εξωτερική πληροφορία ότι στους ποδοσφαιρικούς κύκλους θεωρείται ότι όταν βρέχει και ο χλοοτάπητας είναι βρεγμένος η Άρσεναλ παίζει με έμπνευση και δυναμισμό, καθίσταται ακαταμάχητη: Γράφει ο Βαγενάς:

Ο χρόνος παίζει άνετα στο δέρμα μου,

όπως  η Άρσεναλ σε βρεγμένο γήπεδο

σκοράροντας ακατάπαυστα. Και το στήθος μου

γεμίζει χώμα συνεχώς.

Στο ποίημα αυτό ο Νάσος Βαγενάς συναιρεί ευσύνοπτα ένα από τα βασικά γνωρίσματα της ποιητικής ποδοσφαιρικής θεματογραφίας. Ο χρόνος – θάνατος όμως δεν κάθεται στις κερκίδες με την άνεση του παρατηρητή που παρακολουθεί σίγουρος τη φθορά και την πτώση του ποδοσφαιριστή, του παιγνιδιού και του γηπέδου. Ο χρόνος –θάνατος είναι η αντίπαλη ομάδα, που παίζει με νεύρο στο γήπεδο του κορμιού μας.

 

Σας ευχαριστώ.

 


[1] ) Βλ. και Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, «Τα άδεια γήπεδα. Το παιχνίδι στην ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη», κεφάλαιο στο βιβλίο του Τα άδεια γήπεδα. Ποιητικές κριτικές δοκιμές, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 1994, σ. 143-149 [όλες οι αναφορές γίνονται σε στίχους από το ΥΓ. του Μανόλη Αναγνωστάκη]

[2]) Το αληθινό πρόσωπο των ποιητών. Μια συνομιλία του Μανόλη και της Νόρας Αναγνωστάκη με τον ποιητή Θέμη Λιβεριάδη στην Αθήνα το 1996, περ. Ενενήντα Επτά του Οργανισμού “Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Πρωτεύουσα 1997”, Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 1996, αρ. 7, βλ. και Γιάννης Η. Παππάς, Αρχίζει το ματς Το ποδόσφαιρο στη λογοτεχνία, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2010, σ. 56-58.

[3] ) Μανόλης Αναγνωστάκης, Σελίδες από την ποδοσφαιρική αυτοβιογραφία μου, περ. Το Τέταρτο, Αθήνα, Ιούλιος 1986, αρ. 15, σ. 14-15.

[4] ) Σωτήρης Κακίσης, Ένωσις (το εγχειρίδιο του κακού ΑΕΚτζή), εκδ. Αιγαίον, Λευκωσία 2011, σ.11

[5]) Γιώργος Μαρκόπουλος, Ιστορία του ξένου και της λυπημένης, εκδ. Υάκινθος, Αθήνα 1987, βλ. τώρα Γιώργος Μαρκόπουλος, Ποιήματα (1968-1987), εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 82-84.

[6] ) Γιώργος Μαρκόπουλος, Εντός και εκτός έδρας Το ποδόσφαιρο στην ελληνική ποίηση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2006. Η πρώτη μορφή του κειμένου του αυτού δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Η λέξη, Αθήνα, Μάρτιος-Απρίλιος 2000, αρ. 156, σ. 218-265. Βλ. και σχετικά κείμενα του Γιώργου Μάρκοπουλου:

α) Το ποδόσφαιρο και ο ποιητής. Στάσεις και ενστάσεις των Ελλήνων ποιητών. Προσπάθεια καταγραφής, εφ. Η Καθημερινή, Αθήνα 4 Οκτωβρίου 1998, ένθετο 7 Ημέρες, σ. 21-22.

β) Ω τι στιγμές μου χάρισες και μου χαρίζεις, εφ. Ελευθεροτυπία, Αθήνα, 26 Ιουνίου 1998 (ένθετο: Βιβλιοθήκη)

 

[7]) Γιώργος Μαρκόπουλος, Κρυφός κυνηγός, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2010

[8]) Κώστα Γ. Παπαγεωργίου, Τα νέα ποιήματα του Γιώργου Μαρκόπουλου, [Βιβλιοθήκη] Ελευθεροτυπία, Αθήνα, 2 Οκτωβρίου 2010

[9]) Κείμενο του Δ. Χαμπάλογλου δημοσιευμένο στην εφ. Το φως των σπορ, Αθήνα 19 Απριλίου 1962.

[10]) Κείμενο του Άρη Μελισσινού, εφ. Το φως των σπορ, Αθήνα, 22 Μαρτίου 1962. Για τα δημοσιεύματα που σχετίζονται με την ποδοσφαιρική δραστηριότητα του Νάσου Βαγενά και δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες Η Φωνή του Εθνικού, Το Φως των σπορ, Αθλητική Ηχώ, Τα Νέα του Εθνικού, βλ. Σάββας Παύλου, Βιβλιογραφία Νάσου Βαγενά, Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, Λευκωσία 2010, σ. 193-194.

[11]) εφ. Το Βήμα, Αθήνα, 31/7/1994 [= Νάσος Βαγενάς, Σημειώσεις από το τέλος του αιώνα, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1999, σ. 132]

[12] ) εφ. Το Βήμα, Αθήνα, 27/10/1996 [= Νάσος Βαγενάς, Σημειώσεις από το τέλος του αιώνα, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1999, σ. 228)

[13]) εφ. Το Βήμα, Αθήνα, 11/7/2010[= Νάσος Βαγενάς, Σημειώσεις από την αρχή του αιώνα, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2013, σ. 273-277)

[14] ) εφ. Το Βήμα, Αθήνα, 27/2/2011[= Νάσος Βαγενάς, Σημειώσεις από την αρχή του αιώνα, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2013, σ. 286-289) Η ποδοσφαιρική βία «εξελίχθηκε στη σημερινή βαρβαρότητα από τη στιγμή που το επαγγελματικό ποδόσφαιρο μπήκε στην τροχιά μιας νέας, και κεντρικής, βαρβαρότητας: στον μηχανισμό της νεοφιλελεύθερης λειτουργίας της αγοράς».

[15] ) Το κείμενο του Ν. Βαγενά γράφτηκε με αφορμή την έκδοση του λευκώματος Δόξα Δράμας 1918- 1965, Δράμα 1996.

[16] ) Τη συμβολή της Δόξας Δράμας στην υπέρβαση των παθών του εμφυλίου, με τη λειτουργία της ως δεσμού συνεργασίας και ομόνοιας, τονίζει και ο Βασίλης Τσιαμπούσης στο κείμενο του: Οι μαυραετοί του Βορρά, εφ. Η Καθημερινή, Αθήνα 4 Οκτωβρίου 1998, ένθετο 7 Ημέρες, σ.19

Παλαιοδημοτικιστές και νεοκαθαρευουσιάνοι

3 Φεβρουαρίου, 2013
  1.   Παλαιοδημοτικιστές και νεοκαθαρευουσιάνοι

Όταν αρχίζει η αγονία αρχίζει και η αγωνία της επίπλευσης. Έτσι ένιωσα διαβάζοντας διάφορα παραληρήματα διαφόρων εκ Θεσσαλονίκης για το θέμα της νεοελληνικής γλώσσας.

Λοιπόν, οι «προοδευτικοί» κύκλοι της συμπρωτεύουσας βλέπουν παντού επελαύνοντες και βυσσοδομούντες καθαρευουσιάνους, καραδοκούντες της γλωσσικής συντήρησης και άλλους πολλούς ύποπτους και εν συνομωσία διαπλεκομένους όμως αυτοί, οι της Θεσσαλονίκης, προοδευτικοί όντας, προτάσσουν τα στήθη τους και δίνουν τη μάχη της σωτηρίας,  ε, και ότι κι αν πεις, τα καταφέρνουν καλά.

Όλα επαναπροσδιορίζονται, ανασημασιολογούνται και αναθεωρούνται. Και στις εποχές της καθαρευουσιάνικης βλακείας συσπειρώθηκε στη Θεσσαλονίκη, στη δεύτερη μεγάλη πόλη και στο δεύτερο ελληνικό πανεπιστήμιο, περιφερειακό και έξω από τον ασφυκτικό έλεγχο του καθαρευουσιάνικου  πολιτικού και  εκκλησιαστικού κέντρου, ένα μόρφωμα που έπαιξε θετικό ρόλο στα γλωσσικά ενώ το εν Αθήναις  Πανεπιστήμιο, σε διαπλοκή  με την εξουσία της πρωτεύουσας, έπαιζε τον ρόλο του γλωσσικά παρωχημένου.

Όμως τα πράγματα εξελίσσονται. Πέρασε έν τρίτον του αιώνος από την πανηγυρική επικράτηση της δημοτικής. Υπάρχουν πια νέα δεδομένα και εξελίξεις και η Θεσσαλονίκη, αγκυλωμένη σε παλιά επιχειρήματα και αναζητώντας δάφνες βυθισμένες στα βάθη της ένδοξης περιόδου του δημοτικισμού, επαναλαμβάνει απόψεις και επιχειρήματα που σήμερα δεν ευσταθούν, έχουν ξεφουσκώσει. Τώρα πρέπει να μιλήσουμε για τον ξύλινο λόγο που εκφέρεται στη δημοτική, για τη σύμβαση που αποπνέει ο εν δημοτική λόγος της εξουσίας και τον κομμάτων κι όχι να διαιωνίζουμε στερεότυπα για δήθεν πεποιημένη καθαρεύουσα και δημοτική της γνησιότητας και του αυθόρμητου. Ο λόγος της εξουσίας χρησιμοποιεί με μεγάλη ευλυγισία και καθαρεύουσα και δημοτική, άμα λάχει να πούμε, όμως οι προοδευτικώνυμοι διανοούμενοι συνεχίζουν τις αγκυλώσεις και τις ιδεοληψίες. Σήμερα η μέριμνα για τη γλώσσα, για την καλύτερη εκφορά της και για τον εμπλουτισμό της είναι αναγκαία. Τη σκυτάλη πια την παίρνει η Αθήνα η οποία, χωρίς τις λαϊκιστικές αγκυλώσεις της Θεσσαλονίκης και τους οπισθοδρομικούς παλαιοδημοτικισμούς της, έχει τη δύναμη να δει τις νέες απαιτήσεις της σύγχρονης δημοτικής, της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Για να αποφύγει «συντηρητισμούς» και «εθνικισμούς», τόνιζε η εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενη γλωσσολογική ομάδα ότι οι λέξεις ελικόπτερο, τηλέφωνο, γυναικολογία κ.λπ. είναι ξενικής προέλευσης λέξεις αφού προέρχονται από το λεξιλογικό δυναμικό που δημιουργήθηκε πρώτα στα αγγλικά ή γαλλικά (π.χ. helicopter, telephone, gynecology). Δηλαδή, επειδή είναι εξ εισαγωγής, π.χ. μέσω της γαλλικής γλώσσας [=gynécologie]  είναι το ίδιο ξένη η λέξη «γυναικολογία» για τον Έλληνα νέο που λέει γυναίκα και σπαράζει από πόθο και για τον Ισπανό που λέει ginecologiα και, εν διαμεσολαβήσει, σκέφτεται ότι αυτή η λέξη  αναφέρεται στη mujer;

Αυτή δεν είναι γλωσσολογία για ανθρώπους είναι γλωσσολογία για ρομπότ.

Δεν μπορούσε όμως η εκ Θεσσαλονίκης γλωσσολογική ομάδα να κάνει μια νέα ομαδοποίηση των εξ εισαγωγής λέξεων που προέρχονται από ξένες γλώσσες [χίππυ,  ραπ (μουσική) κ.λπ.] και των εξ εισαγωγής λέξεων που προέρχονται από το ελληνικό ετυμολογικό δυναμικό, που χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες για την παραγωγή νέων λέξεων, κυρίως της επιστημονικής ορολογίας; Όχι, είναι όλες το ίδιο, είναι όλες ξένες, τονίζουν με φανατισμό  οι εκ Θεσσαλονίκης φωστήρες.

Οι ταλαίπωροι της συμπρωτεύουσας δεν έχουν ανάλογο φαινόμενο για να πάρουν γραμμή, πώς το αντιμετώπισαν άλλες γλωσσολογικές σχολές. Πάντως είμαι σίγουρος ότι στην Γαλλία, αν υπήρχε παραγωγή νέων λέξεων γαλλικής προέλευσης που προερχόταν από γλωσσικές κατασκευές επιστημονικών και άλλων κύκλων π.χ. της Ιαπωνίας και της Κίνας, όταν αυτές έμπαιναν στη γαλλική γλώσσα δεν θα τις εξομοίωναν με άλλες άλλης ξενικής προέλευσης, θα έκαναν μια διάκριση για τις γαλλογενείς λέξεις. Γιατί οι Γάλλοι δεν είναι επαρχιώτες.

Recitation of Homeric poetry on the moon. A proposal to NASA Απαγγελία Ομηρικής ποίησης στη Σελήνη. Πρόταση προς την ΝΑΣΑ

23 Σεπτεμβρίου, 2012

Recitation of Homeric poetry on the moon.

A proposal to NASA

Απαγγελία Ομηρικής ποίησης στη Σελήνη.

Πρόταση προς την ΝΑΣΑ

  1. Αγγλικό κείμενο. English text
  2. Ελληνικό κείμενο. Greek text
  3. Απάντηση της ΝΑΣΑ. Answer of NASA

1.

Savvas Pavlou

5 Chr. Mylona

1085 Nicosia

Cyprus

14 December 1999

National Aeronautics and

Space Administration

Washington, DC 20456-0001

United States of America

Dear Madams/Sirs,

People often stress the importance of interconnecting the technological and scientific wonders with the spiritual and cultural heritage of humankind. This derives from the fact that an one-sided progress usually disturbs the equilibrium of a multifaceted society.

The exploration of space (an endeavor to which your service has contributed the most) might be linked to a cultural event of great significance.  I therefore suggest that, in addition to the experimental and scientific studies, your next mission to space could include a recitation of selected parts of Homer’s epics (Odyssey and Iliad). Those epics constitute a paramount expression of culture. In my opinion, recitation in space should be delivered in the original version, ancient Greek, with simultaneous subtitling in various languages of the world.

If such an event materializes, it will promote poetry and culture in the human consciousness. Technological and scientific achievements would move from a rather utilitarian framework to a perspective invested with a wider vision of the world.

Madams/Sirs,

I am a teacher of literature. I studied ancient and modern Greek literature and language. My doctorate thesis was in Giorgos Seferis’ poetry (Nobel prize in literature, 1963). Homer is my favorite poet. For the past 25 years, I have been reading his epics of Odyssey and Iliad as a solemn promise, every year.

I was born in Cyprus in the 1950s. That used to be a Homeric time when people still cultivated the earth with the Hesiodian plow and read at night in the candlelight; the economy was almost exchangeable. Researchers have called the language, culture and customs of that period archaic. Within 30 years from this Homeric, archaic world of my childhood, Cyprus reached modern civilization of automation and computers.

This union of archaic and modern in my personal as well as my country’s history makes me suitable, I believe, to participate in the suggested union of Homer with the space era.

Sincerely,

Savvas Pavlou

2

Σάββας Παύλου

Xρυσάνθου Mυλωνά 5

Άγιοι Oμολογητές

Λευκωσία Kύπρος

14 Δεκεμβρίου 1999

NAΣA

(National Aeronautics and

Space Administration)

Oυάσιγκτων, DC 20456-0001

H.Π.A.

Kύριοι

Όλοι τονίζουν την αναγκαιότητα της σύνδεσης των θαυμαστών πράγματι επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων της σημερινής εποχής με την πνευματική και καλλιτεχνική κληρονομιά της ανθρωπότητας. Γιατί κάθε μονομέρεια στην ανάπτυξη προκαλεί διαταραχή στην ισορροπία των διαφόρων πλευρών της ανθρώπινης κοινωνίας. H εξερεύνηση του διαστήματος, (μια επική προσπάθεια στην οποία η υπηρεσία σας όλοι αναγνωρίζουν ότι πρόσφερε τα μέγιστα) πρέπει πιστεύω να συνδεθεί με μια πολιτιστική εκδήλωση μείζονος σημασίας.

Προτείνω λοιπόν στην επόμενη επανδρωμένη αποστολή στη σελήνη, εκτός των άλλων πειραμάτων και επιστημονικών παρατηρήσεων, να γίνει απαγγελία διαφόρων τμημάτων από τα έπη του Oμήρου (Iλιάδα και Oδύσσεια) που αποτελούν την κορυφαία εκδήλωση του ανθρώπινου πνευματικού πολιτισμού. H επί της σελήνης απαγγελία θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να γίνει από το πρωτότυπο αρχαίο ελληνικό κείμενο με ταυτόχρονο υποτιτλισμό στις διάφορες γλώσσες του κόσμου οταν θα μεταδίδεται τηλεοπτικά.

Aν γίνει πραγματικότητα αυτό που προτείνεται θα αποτελέσει μείζονος σημασίας εκδήλωση που θα αναβαθμίσει στη συνείδηση της ανθρωπότητας τη σημασία της ποίησης και του πολιτισμού και θα τονίσει ότι τα τεχνολογικά και επιστημονικά επιτεύγματα μπορούν να ξεφύγουν από μια μονοδιάστατα ωφελιμιστική και χρησιμοθηρική προοπτική και να επενδυθούν ένα μυθολογικό και οραματιστικό περιβάλλον.

Kύριοι

Eίμαι φιλόλογος. Σπούδασα στο Πανεπιστήμιο Aθηνών αρχαία και νεότερη ελληνική λογοτεχνία και γλώσσα. H διδακτορική μου διατριβή έχει θέμα την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη (Bραβείο Nόμπελ λογοτεχνίας 1963). Aγαπώ τον Όμηρο και εδώ και 25 χρόνια, σαν τάμα, κάθε καλοκαίρι  διαβάζω στις παραλίες της Kύπρου και της Eλλάδας την Oδύσσεια και την Iλιάδα.

Γεννήθηκα στην Kύπρο τη δεκαετία του πενήντα. Ήταν ένας κόσμος ομηρικός· που καλλιεργούσε τη γη του με το ησιόδειο άροτρο, διάβαζε με το κερί τη νύχτα και είχε μια οικονομία σχεδόν ανταλλακτική· με γλώσσα, ήθη και έθιμα που οι μελετητές τα ονόμαζαν αρχαϊκά. Aπό τον κόσμο αυτό της παιδικής ηλικίας, τον ομηρικό – αρχαϊκό, σε διάστημα 30 χρόνων η Kύπρος έφτασε στο σύγχρονο πολιτισμό του αυτοματισμού και των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Aυτή η σύζευξη, αρχαϊκού και μοντέρνου, στην ατομική μου ιστορία καθώς και στην ιστορία του τόπου μου, πιστεύω ότι με κάνει κατάλληλο να συμμετάσχω σ¶ αυτό που πρότεινα στην αρχή που θα συζεύξει τον Όμηρο με την διαστημική εποχή.

Mε εκτίμηση

Σάββας Παύλου

 

3

The answer of NASA

 

NASA Headquarters

300 E St S.W.

Mail Code FEO-2

Washington D.C. 20546

(MW)

 

Thank you for your letter, dated 14 December 1999, that stored in the archive  of NASA, with the number xxxxxx.

 

Το ανθρώπινο κορμί και η αντίθεση περιφέρειας και μητρόπολης

24 Νοεμβρίου, 2010

Η εκμετάλλευση και η εξάρτηση των φτωχών και αδύνατων χωρών της περιφέρειας έχει αρκούντως μελετηθεί από τους προηγούμενους αιώνες. Έχουν ακόμη υποδειχθεί και τονιστεί αρκετά οι συνεχώς μετεξελισσόμενες μορφές που παίρνει αυτή η άνιση σχέση μεταξύ της δυνατής μητρόπολης και της αδύνατης περιφέρειας, συνήθως από τις κραυγαλέες και άμεσες  (δουλεμπόριο, λεηλασίες, αποικιοκρατία) σε έμμεσες και πιο ραφιναρισμένες (δημιουργία εξαρτημένης ελίτ, εξαναγκασμός στη μονοκαλλιέργεια, μετανάστευση εγκεφάλων, υπερχρέωση, κ.λπ.). Σημαντικό για την κατανόηση αυτού του πλέγματος αποτελεί και η πολιτική και πολιτιστική εξάρτηση που φτάνει ακόμη και στο καίριο θέμα του ερωτικού πλησιάσματος. Ο Ε. Κλήβερ στο βιβλίο του «Ψυχή στον πάγο» θα σημειώσει για τους «τριτοκοσμικούς της μητρόπολης», τους νέγρους φυλακισμένους που δεν έχουν ούτε μια φωτογραφία νέγρας γυναίκας στο κελί τους –μόνο λευκές σε πικάντικες στάσεις- και ο Φ. Φανόν στους «Κολασμένους της γης» θα περιγράψει τη συνεχή ερωτική φαντασίωση του αποικιοκρατούμενου με τη λευκή γυναίκα του αποικιοκράτη.

Τελευταία, το φαινόμενο της εξάρτησης άρχισε να εμφανίζεται και σε ένα θεμελιώδες θέμα: το κορμί. Ειδήσεις που καταφθάνουν τακτικά συνθέτουν ένα καινούργιο πλέγμα εξάρτησης και επιβολής, αλλοτρίωσης και πειθαναγκασμού.  Η ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης και οι νέες δυνατότητες θεραπείας που δημιουργήθηκαν με τις μεταμοσχεύσεις ανθρωπίνων οργάνων εδραιώνουν τα παλιά σύνορα και αναπαράγουν τους όρους ύπαρξης δυνατού εκμεταλλευτικού κέντρου και αδύνατης εκμεταλλευόμενης περιφέρειας και στο χώρο της υγείας και της ιατρικής.

Οι ιατρικές ανάγκες των αναπτυγμένων κρατών χρειάζονται νεφρούς, κερατοειδείς χιτώνες και άλλα ανθρώπινα μέλη κυρίως για τα μεσαία και ανώτερα στρώματα. Οι ανάγκες τους δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από τα εθελοντικά και τα πτωματικά μοσχεύματα που μπορεί να  δώσει η εσωτερική προσφορά. Έτσι ο μόνος χώρος που μπορούν να στραφούν για ικανοποίηση των αναγκών τους είναι ο τρίτος κόσμος. Μηχανισμοί και κυκλώματα έχουν λοιπόν δημιουργηθεί που διεκπεραιώνουν αυτή την εργασία που αποφέρει ανυπολόγιστα κέρδη. Διάφορες πηγές αναφέρουν συσσώρευση ανθρωπίνων οργάνων από εκτελεσθέντες και από ετοιμοθάνατους ασθενείς των τριτοκοσμικών νοσοκομείων. Το πιο αποτρόπαιο, δημοσιεύματα καταγγέλλουν  αναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων από απαχθέντες που δολοφονούνται. Αυτό όμως που έχει αναπτυχθεί σημαντικά είναι η επί πληρωμή προσφορά από τα πτωχά κοινωνικά στρώματα. Έτσι πολλοί οικογενειάρχες δίνουν ένα νεφρό ή τον κερατοειδή χιτώνα, για ένα ποσό που θα σώσει την οικογένειά τους από την εξαθλίωση, τουλάχιστο για μερικά χρόνια. Η αμοιβή σε σχέση με τους μισθούς της μητρόπολης δεν είναι πολύ σημαντική, για τα μάτια των λιμοκτονούντων κατοίκων των φτωχών χωρών φαίνεται αρκούντως ικανοποιητική αν όχι σαν ευεργεσία.

Σε άψογες λοιπόν ιατρικές συσκευασίες προωθούνται τα ανθρώπινα μέλη για τις μεταμοσχεύσεις της μητρόπολης που, εκτός από πλούτη, πρώτες ύλες και άλλα αγαθά, συσσωρεύει τώρα και υγιή ανθρώπινα μέλη.

Την ίδια ώρα που γίνονται όλα αυτά μια άλλη καταστροφή κορμιών επιτελείται. Η κυρίαρχη εικόνα που εξακτινώνεται από τη Μητρόπολη μεταφέρει γραμμές κοινωνική συμπεριφοράς, παράγει γνώσεις και γνώμες για τον κόσμο μας, δημιουργεί αξίες και πρότυπα. Η μη ταύτιση με την κυρίαρχη εικόνα προκαλεί πια αισθήματα μειονεξίας. Παλαιότερα αναφέρθηκαν  μάλιστα αρκετές περιπτώσεις νέγρων που με διάφορα ύποπτα χημικά παρασκευάσματα προσπάθησαν να απαλύνουν τη σκληρότητα των σγουρών μαλλιών τους ή το έντονο χρώμα του κορμιού τους δημιουργώντας στην καλύτερη περίπτωση ένα είδος αλφισμού στο δέρμα.

Το φαινόμενο αυτό συνεχίζεται σήμερα με τις γυναίκες της κίτρινης φυλής, στην περιοχή της Άπω Ανατολής, που θέλοντας να μοιάσουν με το αμερικανικό σωματικό πρότυπο εγχειρίζουν τα μάτια τους για να απαλλαγούν από τα φυλετικά γνωρίσματά τους (βλεφαρική σχισμή που βρίσκεται χαμηλά και συχνά έχει λοξή θέση σχηματίζοντας πολλές φορές μια πτυχή γνωστή ως «μογγολική πτυχή») για να αποκτήσουν παρόμοια με τις Αμερικανίδες ηθοποιούς αμυγδαλωτά μάτια. Το πιο συγκλονιστικό. Στην Κίνα αρκετές γυναίκες καταφεύγουν στους γιατρούς που, αφού τους πριονίσουν τα κόκαλα του ποδιού, τοποθετούν ένα μικρό μεταλλικό συμπλήρωμα που τους προσθέτει πέντε περίπου πόντους ύψος για να πλησιάσουν το πρότυπο των δυτικών γυναικών.

Γνωρίσματα του κορμιού που θεμελιώθηκαν ύστερα από εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια φυλογένεσης, που ενυπάρχουν ως ταυτότητα από την πρώτη στιγμή της οντογένεσης, περιφρονούνται και  παραμερίζονται για να εναρμονιστούν με το κυρίαρχο πρότυπο. Το κυριότερο φυσικά στο θέμα αυτό δεν είναι οι περιπτώσεις αυτές που παραμένουν τάσεις μιας μειοψηφίας, αλλά οι στάσεις και κινήσεις και νοοτροπίες του κορμιού, οι οσμές και εμφανίσεις του που πρέπει να συνάδουν με την εικόνα που προέρχεται από το κέντρο.

Ακόμα και ο χώρος του κορμιού διατρέχεται λοιπόν από τη βασική αντίθεση που κινεί τις εξελίξεις του πλανήτη μας. Η ισχυρή μητρόπολη λεηλατεί τα εύρωστα μέλη των κορμιών της περιφέρειας και εξακτινώνει προς την περιφέρεια την εικόνα και την ιδεολογία της. Εισάγει το άμεσο της ζωής και εξάγει το έμμεσο του αλλοτριωτικού προτύπου. Σπέρνει εικόνες και θερίζει κορμιά.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΑΛΩΝΥΜΙΑ

25 Οκτωβρίου, 2010

 

 

 

 

Πολιτισμολογικά

1. Ελληνική γαλωνυμία

2. Ποίηση και ποδόσφαιρο

3. Ημερολογιακά περί ερωτισμού και έρωτος

4. Όταν η Αθήνα απέκτησε τους Αθηναίους της

5. Το ‘διαστημικό’ συναίσθημα

 

 

 

Η Κρουέλα, μοναδική και ανεπανάληπτη, ήμασταν μαζί δώδεκα χρόνια, τώρα η πανέμορφη Καλομοίρα. Παλιά ο Γκοντζίλα, ολόμαυρος, όταν ανασηκωνόταν στα δυο του πόδια, με την ουρά του να αγγίζει τη γη, αν του κολλούσες μια τρίαινα στο ένα υψωμένο  πόδι, ήταν ο ίδιος ο Βελζεβούλης, όταν ανακατεύει τα καζάνια της κόλασης. Πολύ παλιά ο Ορφέας, μεγαλόσωμος σαν αρνί και μυστήριος, κοιμόταν για πέντε μήνες στον καναπέ, πάντα βαρύθυμος και αργός σαν βουδιστής καλόγερος, κοιμόταν από την ημέρα που προσκολλήθηκε στο σπίτι μέχρι τις δεκαπέντε Ιανουαρίου. Τη μέρα εκείνη ένιωσε ξαφνικά το μυστικό κάλεσμα της φύσης και σηκώθηκε βαρύς, αλλά και με νεύρο, και όδευσε έξω. Επέστρεψε ύστερα από δώδεκα μέρες, ταλαίπωρος, κουρασμένος, βρόμικος, με σημάδια γδαρμού και άλλες απώλειες, πάλεψε για το άλλο φύλο, σε μια πολυήμερη κραιπάλη. Ήλθε σε σύγκρουση με άλλους αρσενικούς γάτους, χωρίς όμως τις επιλογές και τα κριτήρια των ανθρώπων. Δεν κυνήγησε και δεν πάλεψε με τους αντεραστές του για γάτες με γαλλικά και πιάνο ή πολύφερνες με μεταπτυχιακό στο London School of Economics. Αυτός, για κάθε γάτα πρόσφορη που τον καλούσε, ήταν έτοιμος και θαρραλέος.

Ακόμη η Λούκρη που χάθηκε πικρά πριν από λίγο καιρό από αυτοκίνητο -δυο μέτρα από το κάγκελό μας. Όταν ήταν για να την παραλάβουμε μικρούλα, από το σπίτι που γεννήθηκε, πήγαμε εκεί οικογενειακά και, αφού η οικοδέσποινα μάς εκθείασε τις αρετές της γατούλας κι εμείς δώσαμε διαβεβαιώσεις για τη φροντίδα που θα είχε μαζί μας, την αναλάβαμε και τη φέραμε σπίτι μας –σαν συνοικέσιο ήταν.

Και πάντα έντονη η θύμηση της  Ασπασίας. Την είχαμε στις διακοπές στην Κρήτη για τρεις μήνες, μετά τη δώσαμε σε  φιλικό πρόσωπο στο χωριό όπου περάσαμε το καλοκαίρι. Κάποια στιγμή δεν αντέξαμε τον χωρισμό και πήγα πίσω στην Κρήτη, ειδικά για να την παραλάβω και να τη φέρω στο σπίτι μόνιμα, είχε όμως χαθεί. Λούστηκα τότε το άρωμά μου, που έβαζα το καλοκαίρι των διακοπών, μήπως το θυμηθεί και ξεμυτίσει από κάπου, και με μια μοτοσυκλέτα τριγύρισα σ’ όλους τους τόπους όπου υπήρχε πιθανότητα να βρίσκεται. Δεν τα κατάφερα να τη βρω. Αργότερα είδα μια ταινία, μετά τον χωρισμό ο τύπος λούζεται το άρωμα που έβαζε την περίοδο του δεσμού και αναζητά το κορίτσι που έχασε στα διάφορα στέκια της νύχτας.

Ακόμη  η Αναΐς, ο Αλέξανδρος, αδελφός του Γκοντζίλα, η Κρίσπω, η Μιλού, η Μπακουνού θηλυκώνυμο, καλύτερα: γατώνυμο, του μεγάλου αντιεξουσιαστή Μπακούνιν. Δέκα γάτες, δέκα ονόματα, «φύγαν» οι εννέα, έμεινε μόνο η Καλομοίρα, και αναζητείται τώρα ακόμα ένα γατάκι, αρσενικό απαραιτήτως, στο σπίτι μας θα ζήσει ζωή χαρισάμενη. Το όνομά του υπό συζήτηση, αναφέρονται τα: Κροπότκιν και Φαλόρ, όμως είμαι σίγουρος ότι θα ακυρωθούν για ένα άλλο όνομα που θα εμπνεύσει η στιγμή της γνωριμίας και υιοθεσίας ή, μάλλον, γατοθεσίας.

Πλούσια η ελληνική ονοματολογία για τους ανθρώπους, όμως πάντα μέσα σε κάποια όρια και κανονισμούς. Για ονόματα σε παιδιά, ο Νεοέλληνας επιλέγει από την αρχαία ελληνική και τη χριστιανική παράδοση της ανθρώπινης ονοματοδοσίας.  Δίνοντας, όμως, όνομα στη γάτα του, ο νους του καλπάζει πιο ελεύθερα και με φαντασία, και κάποτε δίνονται ονόματα εκπλήξεις, ονόματα περίεργα και ευφάνταστα, ευφωνικά και απρόσμενα. Είναι ενδεικτικό το ποίημα «Απόπειρες (ονόματα για ένα μικρό γατάκι)» του Νίκου Δήμου από Το βιβλίο των γάτων. Αναφέρονται εκεί διάφορα ονόματα, ένα απ’ αυτά θα πρέπει να δοθεί στο γατί: Φουφούνι, Σινούφης, Γατούτου, Φούγιας, Γατσούνι, Ίου –Ίου, Γούνι – Γούνι, Γκαγκούνης  κ.λπ. [1]

Πιστεύω ότι θα ήταν μεγάλη συμβολή στον νεοελληνικό πολιτισμό, και ειδικά στη νεοελληνική παράδοση, η έρευνα και καταγραφή της γατικής ονοματολογίας των Νεοελλήνων. Θα μας βοηθήσει στην ανίχνευση άγνωστων πλευρών μας, θα συμβάλει στην αυτογνωσία μας, θα φωτίσει γλωσσολογικές πλευρές. Η αγάπη για τις γάτες πλούτισε τον κόσμο των συναισθημάτων μας μα καλλιέργησε και την εκφραστική δύναμη της ελληνικής.


[1]) Βλ. και τα ονόματα των γάτων στο διήγημα Η “Γατού”: Η Βιολέττα, η Μαριγώ, η Ανναμαρία, η Τσούπρα, το Παρδαλό, το Ασπρουλί, η Χέσω, ο Μητσούλης [=Όλγα Κοζάκου-Τσιάρα, Ο γάργαρος βυθός, Gutenberg, εκδ. Αθήνα 1995, σ. 31].

ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

13 Οκτωβρίου, 2010


 

 

«Ο χρόνος παίζει άνετα στο δέρμα μου

όπως η Άρσεναλ σε βρεγμένο γήπεδο

σκοράροντας ασταμάτητα. Και το στήθος μου

γεμίζει χώμα συνεχώς.»[1]

Ανήκω στη γενιά εκείνη που αντιμετώπισε το ποδόσφαιρο με επιφύλαξη. Από τη μια, ήταν η γεμάτη έπαρση διανοουμενίστικη στάση μας, που δεν ήθελε να συγχρωτιστεί με το έντονα λαϊκό περιβάλλον αυτού του αθλήματος. Από την άλλη, ήταν η πολιτική μας στράτευση, που υποψιαζόταν ότι η ποδοσφαιρική μανία λειτουργούσε αποπροσανατολιστικά για τον αγώνα της αλλαγής. Ήμασταν, τότε, νεόφυτοι στρατευμένοι, φοιτητές την περίοδο της χούντας, που βλέπαμε με πόσο έντεχνο τρόπο η δικτατορία χρησιμοποιούσε το άθλημα αυτό για εκτόνωση. Ήταν η εποχή που ο Παναθηναϊκός είχε φτάσει στο Γουέμπλεϊ, στον «ναό του ποδοσφαίρου» έγραφαν οι εφημερίδες επενδύοντας την ποδοσφαιρική αυτή συνάντηση με ιερό μυστικισμό, στον οποίο έπρεπε να συμμετέχουν όλοι οι Έλληνες. Τότε, και ο ποιητής Νίκος Δανδής κυκλοφόρησε τη συλλογή: Το Γουέμπλεϊ και άλλα παρατράγουδα, μια ποιητική αντιποδοσφαιρική καταγγελία. Λίγοι υπερασπίστηκαν τότε το ποδόσφαιρο, τονίζοντας τις αρετές του, ανεξάρτητα από την εκμετάλλευση και τις οικειοποιήσεις διαφόρων.[2]

Γιατί, πέραν από τις εμπλοκές παραγόντων, μεσαζόντων, οικονομικών επενδύσεων και πρακτόρων στοιχημάτων και τις οποιεσδήποτε χρήσεις και οικειοποιήσεις εκ μέρους διαφόρων καθεστώτων και ιδεολογιών, το ποδόσφαιρο έχει τη δική του αξία ως άθλημα, τη δική του ομορφιά και χάρη, και από αυτή θα κριθεί. Είναι, λοιπόν, το πρώτο άθλημα. Παιγνίδι μάχης, συνενώνει αρετές του ατομικού και ομαδικού πνεύματος, τις εναλλαγές γρήγορου και αργού παιγνιδιού, αναδιπλώνεται στην άμυνα και, αμέσως μετά, ανασπειρώνεται για την επίθεση. Υπέροχο θέαμα, με ένταση, αγωνία και απρόσμενες φάσεις. Κάποτε οι παίκτες εκτελούν τις ποδοσφαιρικές τους πιρουέτες καλύτερα και από χορευτές, κάποτε η ομάδα εκδιπλώνει τη συλλογική της προσπάθεια καλύτερα και από μπαλέτο.

Σκέψεις που προκάλεσε το καινούργιο βιβλίο του Γιώργου Μαρκόπουλου, Εντός και εκτός έδρας. Το ποδόσφαιρο στην ελληνική ποίηση.[3] Η εγκεφαλική αλαζονεία  εναντίον του λαϊκού αθλήματος και θεάματος ακυρώνεται και από την ποίηση, που παρατίθεται στο βιβλίο. Το ποδόσφαιρο έχει δρέψει, λοιπόν, ακόμη και πάμπολλες ποιητικές δάφνες, μένεις έκπληκτος πόσοι πολλοί και καλοί ποιητές οιστρηλατήθηκαν  από τον χώρο του αθλήματος αυτού.[4]

Διαβάζοντας τους στίχους που παραθέτει ο Γ. Μαρκόπουλος στη μελέτη του, διαπιστώνεις ότι οι καλύτεροι αναφέρονται στο μοτίβο που ο πανδαμάτωρ χρόνος επιβάλλει τη σφραγίδα του: Φτάνει η στιγμή που γνωστοί ποδοσφαιριστές, που συμβόλισαν μια εποχή τη  δόξα, την αναγνώριση και λατρεία των οπαδών της ομάδας τους,  αφήνουν πια τον θρίαμβο και την αποθέωση, αποχωρούν και κρεμούν τα παπούτσια των γηπέδων, για να γίνουν χωροφύλακες, υπάλληλοι της Δ.Ε.Η. και του Ο.Τ.Ε., όπως συνηθιζόταν κάποτε η αποκατάσταση των παλαίμαχων ποδοσφαιριστών.[5]

Μερικοί ποιητές θα αναφερθούν ακόμη  στα άδεια γήπεδα, στα στάδια μετά τη λήξη του αγώνα, όταν αυτά, από χώρος της ιαχής και της κάθε έκφρασης δεκάδων χιλιάδων φιλάθλων, όπου οι ουρανομήκεις κραυγές του μαζικού πάθους και της λαϊκής αποθέωσης ξεκουφαίνουν και απογειώνουν, γίνονται έρημα και σιωπηλά. Το ματς τελειώνει, τα πλήθη αποχωρούν, οι προβολείς σβήνουν, οι πόρτες κλείνουν και, τάχιστα, δεν υπάρχει ούτε ένας εκεί που πριν από λίγο ήταν τόπος του πάθους και της ζωής· το στάδιο αποτελεί  πια ένα καταθλιπτικό πεδίο της ερημιάς και της ματαίωσης

Ο Νάσος Βαγενάς στις Βάρβαρες Ωδές, που παραθέσαμε στην αρχή, συναιρεί ευσύνοπτα τα βασικά γνωρίσματα της ποδοσφαιρικής θεματογραφίας. Ο χρόνος – θάνατος όμως δεν κάθεται στις κερκίδες με την άνεση του παρατηρητή, που παρακολουθεί σίγουρος τη φθορά και την πτώση του ποδοσφαιριστή, του παιγνιδιού και του γηπέδου. Ο χρόνος-θάνατος είναι η αντίπαλη ομάδα, που παίζει με νεύρο στο γήπεδο του κορμιού μας.

 

 


[1]) Νάσος Βαγενάς, Βάρβαρες Ωδές, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1992, σ. 13.

[2]) Χαρακτηριστικά, αυτήν την περίοδο, το περιοδικό Αντί, στο ένα και μοναδικό τεύχος που κατάφερε να κυκλοφορήσει κατά την πρώτη του διαδρομή, πριν διακόψει την έκδοσή του η χουντική ανάσχεση, δημοσίευσε κείμενο για το ποδόσφαιρο (Ποδοσφαιριστής: ένας σύγχρονος μονομάχος, περ. Αντί, Αθήνα, <1972>, αρ. 1, σ. 59). Αντίθετα με τη γενικότερη στάση των πολιτικοποιημένων διανοουμένων, που αδιαφορούσαν ή απέρριπταν το παιγνίδι αυτό, το κείμενο τού Αντί συντείνει στην υπεράσπιση και αποκατάσταση  του ποδοσφαίρου.

[3]) εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα 2006.

[4]) Για την εισαγωγή του ποδοσφαίρου στη λογοτεχνία μας βλ. και τα μελετήματα: Σωτηρία Σταυρακοπούλου, Η εισαγωγή του ποδοσφαίρου στη λογοτεχνία μας, περ. Μικροφιλολογικά, Λευκωσία, φθινόπωρο 2007, αρ. 22, σ. 42-45, Δημήτρης Κόκορης, Η εισαγωγή του ποδοσφαίρου στη λογοτεχνία μας: συμπληρωματικά στοιχεία, περ. Μικροφιλολογικά, Λευκωσία, άνοιξη 2008, αρ. 23, σ. 23-25.

[5]) Ο μελετητής του θέματος  Γιώργος Μαρκόπουλος μάς έδωσε ένα ξεχωριστό ποίημα για το θέμα, αυτό με τίτλο: Ωδή στον παίκτη της Α.Ε.Κ. και της Εθνικής Χρήστο Αρδίζογλου [Γιώργος Μαρκόπουλος, Ποιήματα (19681987), εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 82-84]. Αναφέρω ενδεικτικά τους στίχους: Δεν ημπορώ να φαντασθώ την ώρα/ που τα παπούτσια του θε να κρεμάσει θα φύγει από τα γήπεδα/ θα σταδιοδρομήσει ως επιχειρηματίας ή χωροφύλαξ έστω/ και θα βρεθεί υπό μετάθεσιν στην Αταλάντη.

 

Ο έρως σήμερα

7 Ιουνίου, 2010

1. Ημερολογιακά περί ερωτισμού και έρωτος

2. Όταν η Αθήνα απέκτησε τους Αθηναίους της

3. Το ‘διαστημικό’ συναίσθημα

.

1. Ημερολογιακά περί ερωτισμού και έρωτος

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2003. Χτες στο ξενοδοχείο Αίϊτζαξ της συμπρωτεύουσας. Έτσι λέμε τον Αίαντα τώρα, τον Αίαντα τον πελώριον, «έρκος Αχαιών». Το βράδυ πιέζω το κουμπί «pay T.V.». Πορνό τελευταίας εσοδείας, αφειδώς παρεχόμενο, 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, η τιμή 4 λίρες για όλη τη μέρα. Σκηνές της εκσπερμάτωσης τακτικά. Παρατηρώ ότι το εκσφενδονιζόμενο υγρό δεν φεύγει από την ουρήθρα, φαίνεται ότι, από έναν πλαστικό σωληνίσκο κατάλληλα καμουφλαρισμένο κάτω από τον κορμό του πέους που φτάνει μέχρι τη βάλανο, εκτοξεύουν άσπρο και πηκτό υγρό για λόγους θεαματικότητας. Έτσι οι πρωταγωνιστές έχουν την ευχέρεια να εκσπερματώνουν πλουσιοπάροχα και αφειδώς και, ακόμη, εντυπωσιακά. Να, λοιπόν, που φτάσαμε και στο εικονικό άδειασμα.

Ξανάφερα στο μυαλό τη διήγηση του Κύριλλου. Σε πορνοκινηματογράφο, στα πέριξ της Ομόνοιας, υπήρχε κάποια παρόμοια σκηνή με θεαματική εκσπερμάτωση όμως οι υποψιασμένοι και έμπειροι θεατές αυτού του κινηματογραφικού είδους άρχισαν τα φωναχτά και κοροϊδευτικά σχόλια:

-Μαγιονέζα!

Θυμάμαι τώρα και τη συζήτηση με τον Νάσο Βαγενά και τον Μιχάλη τον Πασιαρδή. Ήταν στο «Αιγαίο» πριν από πεντέξι χρόνια. Ο έρωτας πια δεν είναι επαναστατικός, είχα υποστηρίξει. Πράγματι το πιστεύω. Ο έρωτας σήμερα δεν προκαλεί τριγμούς και ανατροπές και αμφισβητήσεις. Προηγουμένως, μέσα στη δομημένη τάξη του παλιού κόσμου, ο πόθος και ο έρωτας, η προσπάθεια για πραγμάτωσή του, ήταν πράξη ανατροπής και αμφισβήτησης που συμπαρέσυρε και τόσα άλλα μαζί της, όταν ο ερωτισμός ήταν απαγορευμένος, εθεωρείτο ανεπίτρεπτος ή τουλάχιστον «ου φωνητός» και η ερωτική ζωή, η αναγκαία ερωτική ζωή, διακανονιζόταν μέσα στα πλαίσια του γάμου που τον προετοίμαζαν οι γονείς, το σόι και η υπόλοιπη κοινωνία.

Ο  σύγχρονος καπιταλισμός έχει ξεπεράσει όλες τις παλιές αγκυλώσεις του, είναι αμοραλιστής χωρίς καθηλώσεις και πουριτανισμούς. Μόνο τα μικροαστικά στρώματα παραμένουν ακόμη με πολλά πουριτανικά πλέγματα. Στη σημερινή εποχή τα περίπτερα έχουν γίνει υπαίθρια κρεοπωλεία, παντού γυναίκες γυμνές στα εξώφυλλα των περιοδικών και των εφημερίδων καθώς και στα εξώφυλλα των πορνοταινιών. Ακόμη και στην Πόλη της Χρυσοχούς, την παλιά, πριν από είκοσι χρόνια, αγροτοποιμενική Πόλη της Χρυσοχούς, δίπλα στο ταμείο που καθόταν μόνη της η δεκαεξάχρονη κόρη του περιπτερά, υπήρχαν βιντεοταινίες με σκληρό πορνό που τις πωλούσε στους ενδιαφερόμενους όπως πουλούσε εφημερίδες και σοκολάτες. Και από παντού – από την τηλεόραση, τα κόμικς, τα βιβλία- σεξ, περισσότερο σεξ. Τίποτα δεν ανατρέπει η σεξουαλικότητα σήμερα. Κι εδώ πρέπει να αναπτύξω το λεχθέν «η ώρα που μια νέγρα λεσβία θα γίνει πρόεδρος της Αμερικής είναι επικείμενη». Νέγρικη φυλή, γυναίκα και λεσβία, τρεις ταυτότητες που παλιά θα γινόταν ο χαμός του κόσμου έστω και η μια απ’ αυτές να διεκδικούσε. Ο σύγχρονος καπιταλισμός αποδεικνύεται με τη μεγαλύτερη ελαστικότητα που σημείωσε κοινωνικό σύστημα στον πλανήτη μας. Μόνο το σεβασμό στην υπεραξία μάς ζητά να εκφράζουμε. Στα άλλα  πλήρης ελευθερία. Όμως, την ίδια ώρα που χάνει το επαναστατικό κοινωνικό του περιεχόμενο, που έχει απορροφηθεί μέσα στους μηχανισμούς της σημερινής κοινωνίας, ο έρωτας γίνεται ο πιο επαναστατικός σε υπαρξιακό επίπεδο. Μέσα στη σύμβαση της σεξουαλικής υπερκατανάλωσης και το γενικότερο κομφορμισμό, τα αδιέξοδα και τη μοναξιά του σύγχρονου κόσμου, όταν ο άλλος ερωτευτεί, βρει τον άνθρωπό του, ανατρέπεται η καθημερινή του ζωή, οι αξίες και οι προοπτικές του, τότε εξανθρωπίζεται και αλλάζει, χάνει τη μιζέρια και την κακομοιριά, γίνεται πλήρης και εύχυμος.

Μιλάμε για την προσωπική ζωή, για την επανάσταση της καθημερινής προσωπικής ζωής. Ο έρωτας είναι ανατρεπτικός θα έλεγα, σήμερα  πιο ανατρεπτικός από παλαιά, όμως στο προσωπικό επίπεδο. Η ταινία του Πάντζη τα λέει καλύτερα: «Η σφαγή του κόκορα». Ο ήρωας μέσα σε αφθονία τροφής, χρημάτων και αιδοίων. Η συνάντηση του με τη βωβή. Είναι ο άνθρωπός του, η γυναίκα που του δίνει τη σεξουαλική, συναισθηματική, υπαρξιακή πληρότητα. Οδεύει σ’ αυτήν με όρους που συνάπτονται με την αρχαία τραγωδία. Ο έρωτας είναι επαναστατικός στο ατομικό επίπεδο, ο ήρωας για χατίρι της θα ανατρέψει τα πάντα. Παρεμπιπτόντως. Νόμιζα ότι όλες οι σκηνές έχουν «ειπωθεί», γυριστεί. Στην ταινία του Πάντζη λίγο πριν «αναχωρήσει» ο ήρωας ανταλλάσσει πάσες με το γιο του. Ο μικρός επιστρέφει την μπάλα όπως προηγουμένως, ο Ευαγόρας όμως λόγω του έρωτά του με τη βωβή έχει πάρει την άγουσα για την τελική κρίση, έτσι τώρα η μπάλα προχωρεί χωρίς ανακοπή, χωρίς ανταπόκριση, διαζύγιο δύο κόσμων, από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές που έχω δει σε ταινία. Για τον έρωτα και μόνο.

Όταν η Αθήνα απέκτησε τους Αθηναίους της

7 Ιουνίου, 2010



2. Όταν η Αθήνα απέκτησε τους Αθηναίους της

«Το ‘να πόδι στην Αθήνα/ τ’ άλλο πόδι στο χωριό/ ήτανε καλό το διπλοπόρτι» θα μπορούσε να ψάλλει ο λαϊκός αοιδός για τους κατοίκους της Αθήνας παλαιότερα. Με το χωριό υπήρχε συνεχής σύνδεση: χώρος φτηνών διακοπών, αφετηρία αποστολής εύγευστων παραδοσιακών προϊόντων, κάποτε χώρος απόδοσης κάποιων εισοδημάτων που βελτίωναν το ισχνό βαλάντιο (ενοίκια γης, μερίδιο ελαιοπαραγωγής κ.λπ), πάντως σημείο συνεχούς αναφοράς αφού εκεί παρέμεναν τόσα μέλη της οικογένειας με τα οποία διατηρούσαν στενούς δεσμούς. Το χωριό αποτελούσε τόπο αναπόλησης και ελπίδας για επιστροφή κάποτε, αφού εκεί ήτανε οι έντονες μνήμες της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας. Η Αθήνα δεν ήταν ο αγαπημένος τόπος της κατοικίας, τα συναισθήματα ήταν αμφίθυμα, η διαμονή ήταν αναγκαστική και επιβαλλόμενη, προσδιοριζόταν από άλλες συντεταγμένες. Επιπλέον και το αξιακό τους σύστημα ταυτιζόταν με την επαρχία, ζούσαν στην Αθήνα αλλά έκριναν με την ηθική του χωριού, ακόμη ήθελαν να πάνε εκεί, έστω στις διακοπές του Πάσχα και του καλοκαιριού, και να δείξουν στους ομοχώριούς τους πόσο επιτυχημένοι έγιναν -για την άποψη των συμπολιτών τους Αθηναίων συνήθως αδιαφορούσαν.

Παρατηρώντας την πληθυσμιακή ανάπτυξη της Αθήνας διαπιστώνουμε ότι αυτή ως πρωτεύουσα ενός συγκεντρωτικού κράτους, ακόμη πρωτεύουσα – κέντρο της εθνικής ζωής και για τον ελληνισμό που ήταν εκτός των κρατικών ορίων, αποτελούσε χώρο προσέλκυσης ποικίλων ρευμάτων: προσφυγοδόχη από όλες τις περιπέτειες του εθνικού βίου, πόλος εσωτερικής μετανάστευσης από μια φθίνουσα γεωργική οικονομία προς τη δημοσιοϋπαλληλία, τις υπηρεσίες, το εμπόριο, τη βιομηχανία, καταφυγή της αριστεράς, μετά τον εμφύλιο, στην ασφάλεια και ανωνυμία της μεγάλης πόλης, η Αθήνα συνεχώς συσσώρευε κατοίκους οι οποίοι είχαν γεννηθεί μακράν της.

«Η Αθήνα άδειασε γιατί οι Αθηναίοι πήγαν στα χωριά τους» έγραφαν τακτικά οι εφημερίδες για τη μαζική έξοδο του Πάσχα, κάνοντας έναν γηγενή Αθηναίο να γράψει με οργή: «Α έχετε και χωριό εσείς; Τι θα γίνει με μας που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε εδώ, χωρίς άλλη αναφορά. Ήρθατε, μας χαλάσατε την πόλη μας, σ’ εμάς που δεν έχουμε άλλο αποκούμπι κι  εσείς έχετε και χωριό καταφυγής».

Το προηγούμενο αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της μόνιμης αντίθεσης παλαιοαθηναίων και νεοαθηναίων, αυτοχθόνων και ετεροχθόνων. Όμως αυτή την περίοδο σημειώνεται μια τομή στην ιστορία της Αθήνας. Αυτοί που γεννήθηκαν στην ελληνική πρωτεύουσα είναι περισσότεροι πια από τους υπόλοιπους άλλους, συνήθως μέλη παλαιότερων γενεών, που γεννήθηκαν μακριά. Παρά τη συνεχιζόμενη εσωτερική μετανάστευση και τα κύματα των ξένων οικονομικών μεταναστών οι Αθηναίοι υπερνικούν, οι κάτοικοι, δηλαδή, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην ελληνική πρωτεύουσα γίνονται η πλειοψηφία. Για πρώτη φορά στην νεότερη διαδρομή της η Αθήνα αρχίζει να ανήκει στους Αθηναίους κι όχι στους επήλυδες.

Το παρακολουθώ αυτό το φαινόμενο σε μερικές οικογένειες που γνωρίζω καλά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Οι γονείς από την Ήπειρο, εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα φέρνοντας και τα δυο παιδιά τους, εδώ γεννήθηκε το τρίτο. Όταν πέθανε ο παππούς έφεραν εδώ και τη γιαγιά για να τη φροντίζουν. Οι  πέντε λοιπόν αυτής της εξαμελούς οικογένειας γεννήθηκαν εκτός Αθήνας. Τα νέα μέλη όμως παντρεύονται, κάνουν παιδιά, η γιαγιά και οι γονείς πεθαίνουν, τώρα τα μέλη της οικογένειας που γεννήθηκαν στην Αθήνα είναι περισσότερα από αυτά που γεννήθηκαν στην επαρχία. Και η σχέση με τους τόπους καταγωγής των γονιών και των παππούδων γίνεται πιο αποστασιοποιημένη και εξωτερική, και παρά τον συναισθηματισμό, όταν κάποτε επιστρέφουν εκεί, δεν έχουν εκείνη τη σύνδεση των παλιών μελών της οικογένειας που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο χωριό και την επαρχιακή πόλη.

Η πλειοψηφία, λοιπόν, πια γεννήθηκε εδώ, στην Αθήνα. Εδώ βλάστησαν τα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας, εδώ είχαν τα σκιρτήματα της εφηβείας. Με ήθος, έθος και συνήθεια της μεγαλούπολης, με παιδεία του άστεως. Και αυτό επιβάλλει άλλα καθήκοντα και ευθύνες για τη διαχείριση της πόλης, για την οργάνωση και τον καλλωπισμό της. Το διπλοπόρτι έχει χαθεί.

Η αδιαφορία τελειώνει για την πόλη τους, αδιαφορία που χαρακτήριζε τους παλαιότερους που την αντιμετώπιζαν ως τόπο που αναγκαστικά βρέθηκαν και μετεωρίζονταν. Τα συναισθήματα  είναι απλά και αδρά διαγραμμένα για τους νεότερους: Εδώ γεννήθηκες εδώ θα ζήσεις. Αυτή είναι η πόλη σου.

Προβλέπω μια νέα, ζηλευτή, περίοδο για την Αθήνα που κέρδισε κατοίκους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εδώ, τουλάχιστον προβλέπω μεγαλύτερη αγάπη και ενδιαφέρον για την πόλη αυτή. Η πλειοψηφία των κατοίκων ονομάζει την Αθήνα  πόλη τους, μητέρα-πόλη γέννησης και καταγωγής τους, χωρίς πια οποιοδήποτε άλλο εξωτερικό προσδιορισμό, και εκείνη τους ονομάζει παιδιά της. Πρέπει, λοιπόν, να τα φροντίσει.

3. Το “διαστημικό συναίσθημα”

6 Ιουνίου, 2010

Σήμερα είναι εύκολο να κάνεις το γύρο του πλανήτη με αεροπλάνο. Όταν θα πήγαινα στην Αμερική, για ένα σεμινάριο, σκέφτηκα: στην επιστροφή αντί του συνηθισμένου, δηλαδή ανάποδα η διαδρομή Λάρνακα – Κοπεγχάγη – Ουάσιγκτον, να συνέχιζα:  Ουάσιγκτον -Τόκυο – Λάρνακα, έτσι θα έκανα το γύρο της γης. Ρώτησα το ταξιδιωτικό γραφείο πόσο θα στοίχιζε αυτή η επιλογή μου, η οικονομική διαφορά ήταν υποφερτή. Όμως μετάνιωσα και έκοψα το συνηθισμένο εισιτήριο της επιστροφής. Βρήκα υπερφίαλο αυτό το σχέδιο, ίσως δεν άντεχα στη σκέψη ότι εγώ, που γεννήθηκα σε ένα χωριό τη δεκαετία του ’50, χωρίς ηλεκτρισμό και αυτοκίνητα, θα είχα τόσο εύκολα αυτή την εμπειρία του γύρου της Γης με αεροπλάνο. Ίσως φοβήθηκα την αίσθηση ότι ο πλανήτης μας είναι τόσο μικρός.

Όμως ήδη ξεκίνησε και ο διαστημικός τουρισμός. Με τη συμμετοχή εκλεκτών του πλούτου, που κατέβαλαν ένα πανάκριβο τίμημα, για να έχουν τη μοναδική εμπειρία της διαστημικής πτήσης. Αποτελούσαν μεμονωμένες περιπτώσεις, όμως από τον επόμενο χρόνο ξεκινούν τα οργανωμένα ταξίδια του διαστημικού τουρισμού. Και είναι εύλογο ότι όσο θα οργανώνονται καλύτερα και θα μαζικοποιούνται τόσο και θα πέφτει το ποσό των χρημάτων για τα διαστημικά ναύλα. Από τα είκοσι εκατομμύρια δολάρια που κατέβαλε ο Ντένις Τίτο, ο πρώτος διαστημικός τουρίστας, τώρα μιλάνε για ποσό που φτάνει τις διακόσιες χιλιάδες δολάρια, εκατόν φορές πιο λίγα. Και έπεται συνέχεια.

Πώς θα γίνει η υποδοχή αυτής της εμπειρίας από τα νέα στρώματα των ταξιδιωτών; Πως θα ενσωματωθεί η μαζική διαστημική εμπειρία στο πολιτιστικό σπειροειδές της ανθρωπότητας;

Εντοπίζω δύο παραμέτρους.

Πρώτο:Τον αναστοχασμό για την πορεία και την Ιστορία του πλανήτη λόγω της θέασής του από τόσο μακριά, από τόσο ύψος. Το δέος από τη σμίκρυνση της Γης, η σκέψη ότι ο μοναδικός ζωοφόρος πλανήτης, η κιβωτός της ζωής του ηλιακού μας συστήματος, κείται εκεί, σαν μεγάλη μπάλα αιωρούμενη στην απεραντοσύνη του διαστήματος, θα κυριαρχήσουν καθώς και άλλες σκέψεις για τη ματαιοδοξία των ανθρωπίνων διεκδικήσεων και αντιπαλοτήτων, για τα μίση και την έχθρα που κορυφώνονται για περιοχές και πλουτοπαραγωγικές πηγές αυτής της μικρής σφαίρας. Ο Λουκιανός, ο εκ Σαμοσάτων σπινθηροβόλος συγγραφεύς του 2ου μ. Χ. αιώνα,  έχει πρωτοαγγίξει αυτό το θέμα σε ένα εμπνευσμένο και προφητικό κείμενό του με τίτλο “Αληθής ιστορία”. Στο έργο αυτό, ο ήρωάς του Μένιππος   αρχίζει να κρίνει τη γήινη πραγματικότητα όταν απομακρύνεται από τον πλανήτη μας για το διαστημικό του ταξίδι, όταν θα πάρει την ιδιότητα του εξωγήινου παρατηρητή: “Στραφείς έπειτα προς την Πελοπόννησον και ιδών την Κυνοσουρίαν εθυμήθηκα πόσοι Αργείοι και Λακεδαιμόνιοι εφονεύθησαν εντός μιας ημέρας διά μίαν έκτασιν γης, η οποία δεν ήτο πολύ μεγαλυτέρα από φακήν της Αιγύπτου. Αλλά και αν έβλεπα κανένα ο οποίος να υπερηφανεύεται διότι είχεν οκτώ δακτυλίους και τέσσερα ποτήρια χρυσά πολύ θα εγελούσα και με αυτόν. Διότι το Πάγκειον όρος ολόκληρον με τα μεταλλεία του είχε το μέγεθος ενός κεχριού.” (μεταφρ. Ιωάννη Κονδυλάκη).

Ίσως, όμως,  οι διαστημικοί τουρίστες, και να κατανοήσουν τις αντιθέσεις αυτές και αντιπαλότητες για να προωθήσουν  την καλύτερη διευθέτησή τους, αφού στο διαστημικό σταθμό, με ένα είδος ομφάλιου λώρου που από τη μήτρα της γης τους παρέχει τα σχετικά της επιβίωσης: αέρα, τροφή και νερό, θα συνειδητοποιήσουν εκεί ψηλά, ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να τρέφονται με αστρόσκονη, ούτε με διαστημική ακτινοβολία.

Δεύτερο: Την αποδυνάμωση του όρου “ωκεάνιο συναίσθημα.” Με αυτόν τον όρο χαρακτηρίζουμε ένα συναίσθημα αιωνιότητας, χωρίς όρια, «ένα συναίσθημα ενός αξεδιάλυτου δεσμού, ότι αποτελεί κανείς ένα όλο με τον εξωτερικό κόσμο, ότι είναι ένα με αυτόν». Με άλλα λόγια μια μυστικιστική, εκστατική εμπειρία, ένα σπάνιο συναίσθημα ψυχικής ικανοποίησης, “σαν ένα κύμα που μας πλημμυρίζει με ζεστή, γλυκιά ανατριχίλα, που μας γεμίζει με κατάφαση της ζωής και ευφορία, με υπέρβασης της μοναξιάς και ξεπεράσματος του εγώ -κάποτε σε ώρες καλλιτεχνικής δημιουργίας και συναισθηματικής – ερωτικής πληρότητας.” Ωκεάνιο συναίσθημα γιατί ο ωκεανός έδινε το παράδειγμα του απέραντου που μας περιβάλλει και συνταυτιζόμενοι μαζί του, μέσα από υπόγειες διαισθητικές δυνάμεις της ψυχής -της μέθεξης και της έκστασης- συνταυτιζόμαστε με το μεγαλειώδες και ανυπέρβλητο, που δεν τεμαχίζεται γνωσιολογικά σε πληροφόρηση. Όμως όπως έχει υποδειχθεί για τη σημερινή στάση του ανθρώπου απέναντι στο θέμα αυτό: “που είναι το ωκεάνιο συναίσθημα, για κάτι που σε ξεπερνά και σε περιέχει, που δεν μπορείς να το κατευθύνεις και να το ελέγξεις; Ουδείς, πια, μπορεί να χαθεί, διασχίζουν τους ωκεανούς σε κρουαζιερόπλοια κι όλο αλείφονται αντιηλιακά, πίνουν ποτά και σαχλαμαρίζουν, και πολύ φυσικά όλ’ αυτά, έχουν καταμετρηθεί τα πάντα για τους ωκεανούς, το ανάγλυφο του βυθού και το βάθος τους, οι τόνοι του αλατιού που περιέχουν, ο αριθμός των κητών που κολυμπούν και των αυγών της ρέγκας που επωάζεται στα νερά τους κάθε χρόνο.”

Τώρα, πιστεύω, θα επικρατήσει ο όρος: το “διαστημικό συναίσθημα”. Ο ωκεανός δεν είναι σήμερα ένα ανυπέρβλητο και απύθμενο που σου υποβάλλει ανάλογα συναισθήματα, αποτελεί πια ένα κατακτημένο σώμα που το κατέχεις και το κατανοείς. Μπορεί, ακόμη, το έμβιο να δημιουργήθηκε στη ζεστή μήτρα των τότε ωκεανών, όμως και οι ωκεανοί και ο πλανήτης μας δημιουργήθηκαν από κάτι βαθύτερο και παλαιότερο, τη διαστημική μήτρα. Σ’ αυτήν που μας περιβάλλει και σ’ αυτή που αρχίσαμε να κινούμαστε και με δέος να την ανιχνεύουμε από κοντά.

Σε μια πορεία που περιέχει όλο και περισσότερο σύμπαν μέσα της, που οδεύει να δει μέχρι και στο πριν από τη Μεγάλη Έκρηξη.